Ο αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα κατάφερε να συμφωνήσει με τη Μόσχα τη μείωση του πυρηνικού οπλοστασίου των δύο χωρών, και διαπραγματεύτηκε τη συμφωνία για τον τερματισμό του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Είναι όμως απίθανο να πετύχει τους στόχους του στην Σύνοδο για την Πυρηνική Ασφάλεια, σχολιάζει το επιστημονικό περιοδικό Nature.

Ηγέτες και εκπρόσωποι περισσότερων από 50 χωρών συναντώνται στην Ουάσιγκτον με προτεραιότητα την αποτροπή της πρόσβασης τρομοκρατών σε πυρηνικά υλικά και εγκαταστάσεις.

Η σύνοδος αποκτά νέα σημασία μετά την αποκάλυψη ότι τρομοκράτες της ISIS ίσως σχεδίασαν επιθέσεις σε πυρηνικές εγκαταστάσεις του Βελγίου.

Οι διεθνείς σύνοδοι για την πυρηνική ασφάλεια ξεκίνησαν το 2010 με πρωτοβουλία του Ομπάμα, ο οποίος είχε θέσει τότε ως στόχο να εξασφαλιστεί η προστασία όλων των πυρηνικών υλικών του κόσμου εντός τεσσάρων ετών. Νωρίτερα, το 2009, ο αμερικανός πρόεδρος είχε αναφερθεί σε μια ιστορική ομιλία του στην Πράγα στο όραμά του για «έναν κόσμο χωρίς πυρηνικά όπλα».

Η πρόοδος όμως είναι αργή, και οι σύνοδοι είναι απίθανο να συνεχιστούν μετά τη λήξη της θητείας του Ομπάμα, τον Ιανουάριο του 2017.

Η άρνηση της Μόσχας να συμμετάσχει στην τελευταία σύνοδο, λόγω της έντασης με τη Δύση που έφερε η ουκρανική κρίση, είναι ένας από τους λόγους που οι προσδοκίες είναι χαμηλές.

Ο Πούτιν αρνείται πλέον κάθε συζήτηση…

Το 2010 Ομπάμα και Πούτιν κατέληξαν σε συμφωνία για τον περιορισμό των πυρηνικών οπλοστασίων των δύο χωρών από τις 2.200 στις 1.500 πυρηνικές κεφαλές η καθεμία. Ο Πούτιν τώρα αρνείται κάθε συζήτηση για περαιτέρω μείωση, και το αμερικανικό υπουργείο Ενέργειας σχεδιάζει εκσυγχρονισμό και αναβάθμιση του οπλοστασίου.

Στο μεταξύ, οι Ρεπουμπλικανοί του Κογκρέσου επικρίνουν την πρόσφατη συμφωνία με το Ιράν ως υπερβολικά χαλαρή, ενώ η Βόρειος Κορέα συνεχίζει το πυρηνικό της πρόγραμμα και το φάσμα της πυρηνικής σύρραξης πλανάται ανάμεσα σε Ινδία και Πακιστάν.

«Η [αμερικανική] κυβέρνηση εν πολλοίς έχει αποτύχει να υλοποιήσει την υπόσχεση που είχε αναλάβει προεκλογικά -να προσπαθήσει να απαλλαγεί από τον ψυχροπολεμικό τρόπο σκέψης» σχολιάζει ο Στίβεν Γιανγκ, ειδικός της οργάνωσης Union of Concerned Scientists.

Η αλήθεια είναι ότι από το 2010 ως σήμερα έχει σημειωθεί κάποια πρόοδος: δώδεκα χώρες, ανάμεσά τους η Ουκρανία και η Τουρκία, εξάλειψαν τα αποθέματά τους σε ουράνιο υψηλού εμπλουτισμού, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε όπλα. Πολλές χώρες εξάλλου αναβάθμισαν ερευνητικούς αντιδραστήρες ώστε να χρησιμοποιούν ουράνιο χαμηλού εμπλουτισμού, ενίσχυσαν την ασφάλεια πυρηνικών εγκαταστάσεων και ανέπτυξαν ανιχνευτές ραδιενέργειας στα σύνορα.

Μέχρι σήμερα, βασική ανησυχία ήταν το ενδεχόμενο λαθρεμπορίου πυρηνικών υλικών από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης ή αναπτυσσόμενες χώρες. Ωστόσο οι έρευνες για τις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις σε Παρίσι και Βρυξέλλες δείχνουν ότι ακόμα και οι εγκαταστάσεις ανεπτυγμένων χωρών όπως το Βέλγιο ίσως είναι ευάλωτες σε κλοπές, σαμποτάζ ή επιθέσεις.

Οι τρομοκρατικές οργανώσεις είναι εντελώς απίθανο να μπορούν να μετατρέψουν πυρηνικά υλικά σε πυρηνικά όπλα, θα μπορούσαν όμως να τα χρησιμοποιήσουν σε «βρόμικες βόμβες», συμβατικούς εκρηκτικούς μηχανισμούς που διασπείρουν ραδιενεργά υλικά σε κατοικημένες περιοχές.

Και οι ΗΠΑ δεν έχουν υλοποιήσει όλες τις δεσμεύσεις τους

Ακόμα και οι ΗΠΑ έχουν αποτύχει να υλοποιήσουν όλες τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει. Οπως υπενθυμίζει το Nature, Ουάσιγκτον και Μόσχα είχαν συμφωνήσει το 2000 να απαλλαγούν από 34 τόνους πλουτωνίου η καθεμία. Η συμφωνία έχει όμως παγώσει λόγω ερωτημάτων σχετικά με την ασφαλή εξουδετέρωση του επικίνδυνου υλικού.

Ολα δείχνουν ότι ο κίνδυνος πυρηνικής σύρραξης έχει μειωθεί σε σχέση με την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, τώρα όμως προκύπτουν ανησυχίες για το ενδεχόμενο πυρηνικής τρομοκρατίας.

«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι σύνοδοι για την πυρηνική ασφάλεια είχαν κάποιο αποτέλεσμα, ωστόσο η δυναμική της προσπάθειας έχει ξεκάθαρα μειωθεί» λέει ο Πέιτζ Στάουτλαντ της οργάνωσης Nuclear Threat Initiative στην Ουάσιγκτον. «Η πρόκληση είναι να βρούμε πώς θα συνεχίσουμε την προσπάθεια με κάποιο τρόπο» προσθέτει.

Δεδομένου ότι η σύνοδος που ξεκίνησε την Πέμπτη θα είναι πιθανότατα η τελευταία, η δουλειά μάλλον θα ανατεθεί σε υφιστάμενους διεθνείς φορείς όπως η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας και η Interpol.