Σε θετικό πρόσημο «γύρισαν» οι πωλήσεις βενζινών των ΕΛΠΕ το Φεβρουάριο έπειτα από ένα πτωτικό Ιανουάριο, και μένει τώρα να φανεί αν αυτό αποτελεί εξαίρεση ή προάγγελο συνολικά για την αγορά καυσίμων.

Οπως και να έχει, τα επίσημα στοιχεία των εταιρειών του ομίλου, Ελληνικά Καύσιμα και BP, δείχνουν ότι η κατανάλωση βενζινών το Φεβρουάριο σημείωσε αύξηση 5% έναντι του ίδιου μήνα το 2015, ενώ ακόμη ψηλότερα κινήθηκε το ντίζελ κίνησης με +15%.

Ανεξάρτητα αν η επίδοση των ΕΛΠΕ αποτελεί δείκτη ή όχι, θετικά κινήθηκαν το Φεβρουάριο και τα καύσιμα ναυτιλίας σημείωσαν αξιοσημείωτη άνοδο με 50% για το ντίζελ ναυτιλίας και 35% για το μαζούτ. Πτωτικά αντίθετα κινήθηκε το πετρέλαιο θέρμανσης όπου οι πωλήσεις υποχώρησαν κατά 35% καθώς δεν τις βοήθησε η καλοκαιρία.

Χαρακτηριστικό πάντως είναι ότι τον Ιανουάριο όλη η αγορά καυσίμων ήταν αισθητά κάτω από τον αντίστοιχο μήνα του 2015. Συγκεκριμένα οι βενζίνες βρέθηκαν στο -9,7%, το ντίζελ κίνησης στο -7,7%, και το πετρέλαιο θέρμανσης στο-17%. Από εκεί και πέρα το ντίζελ ναυτιλίας (ακτοπλοία) κινήθηκε στο -18%, το μαζούτ ναυτιλίας στο -10%, και το υγραέριο στο -4,7%. Το μόνο προιόν που έδειξε αύξηση έναντι του περυσινού Ιανουαρίου ήταν το αεροπορικό καύσιμο (jet) με 4,3%.

Η εικόνα μέχρι και τις πρώτες εβδομάδες του Φεβρουαρίου ήταν αποκαρδιωτική για την πορεία της αγοράς και πολλοί προεξοφλούσαν μια από τις χειρότερες επιδόσεις των τελευταίων μηνών. Ηταν η περιρρέουσα ατμόσφαιρα με τα αγροτικά μπλόκα, τα κλειστά σύνορα, και τις παραγγελίες από τις βιομηχανίες που κινούνταν πτωτικά, κάτι που αποτυπωνόταν στην κατανάλωση καυσίμων και στα δρομολόγια των μεταφορικών.

Δεν αποκλείεται πάντως, λένε άνθρωποι που γνωρίζουν καλά την αγορά, ο Ιανουάριος του 2016 να υστέρησε συγκριτικά με τον Ιανουάριο του 2015, ακριβώς λόγω της αποθεματοποίησης που συμβαίνει παραδοσιακά κάθε Δεκέμβριο. Τον τελευταίο μήνα του έτους οι εταιρείες παραγγέλνουν πάντα περισσότερα καύσιμα, με αποτέλεσμα οι παραγγελίες τον Ιανουάριο να εμφανίζονται πάντα χαμηλότερες.

Θορυβημένη η αγορά

Από εκεί και πέρα η αγορά καυσίμων είναι άκρως θορυβημένη από τα σενάρια για αύξηση των φόρων. Δεδομένη θεωρεί πως σε μια τέτοια περίπτωση η κατανάλωση θα πάρει την κάτω βόλτα, το Δημόσιο θα χάσει αντί να εισπράξει έσοδα, και τα κρούσματα λαθρεμπορίου θα αυξηθούν. Κι αυτό καθώς ολοενα και περισσότεροι καταναλωτές θα στραφούν και πάλι στα φθηνά πρατήρια, εκ των οποίων κάποια φτάνουν περιέργως να πωλούν ακόμη και κάτω του κόστους.

Στο δια ταύτα των επιπτώσεων από τις συνεχείς αυξήσεις της φορολογίας στα χρόνια των μνημονίων, έχουμε και λέμε : Στο διάστημα 2010-2016, και έπειτα από δύο μεγάλες αυξήσεις στους φόρους (ΕΦΚ, ΦΠΑ), η κατανάλωση βενζινών μειώθηκε κατά 34%, και του πετρελαίου θέρμανσης κατά 53%. Στο μεσοδιάστημα έκλεισαν 3.500-4.000 πρατήρια, χάθηκαν 10.000- 12.000 άμεσες θέσεις εργασίας, και αρκετές χιλιάδες έμμεσες, ενώ η αγορά γέμισε με επισφάλειες πολλών δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ.

Την ίδια ώρα το λαθρεμπόριο παρέμεινε ακλόνητο. Σύμφωνοι, η εξομείωση των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης με το κίνησης περιόρισε αισθητά το λαθρεμπόριο στη θέρμανση. Στον αντίποδα όμως το σύστημα εισροών- εκροών συνεχίζει να υπολειτουργεί, ακόμη δεν έχει πιστοποιηθεί, ενώ τα πρατήρια που το έχουν εγκαταστήσει αποστέλουν στοιχεία αλλά το υπουργείο Οικονομικών δεν τα αξιοποιεί. Και μπορεί να έχουν τοποθετηθεί GPS στα βυτιόφορα εκκρεμεί ωστόσο η ηλεκτρονική τους σφράγιση. Οσο για το λαθρεμπόριο στο ναυτιλιακό καύσιμο, ζει και βασιλεύει.