Σε υποδείξεις προς την κυβέρνηση Τσίπρα ώστε να μην απεμπολήσει η Ελλάδα κεκτημένα της αναφορικά με τη σχέση Ευρωπαϊκής Ενωσης – Τουρκίας προχώρησε με αγωνιώδη πολιτική του παρέμβαση ο Κώστας Σημίτης. Οι συστάσεις του πρώην πρωθυπουργού αφορούν τον τρόπο αντιμετώπισης από πλευράς του Αλέξη Τσίπρα της διαδικασίας επανέναρξης των διαπραγματεύσεων για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση στο επικείμενο Συμβούλιο Κορυφής.

Ο Σημίτης ήταν ο πρωθυπουργός που εκπροσώπησε την Ελλάδα στη Σύνοδο Κορυφής στο Ελσίνκι στις 10-11 Δεκεμβρίου του 1999 όταν καθορίστηκε και το πλαίσιο διαμόρφωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων με την αποδοχή της Τουρκίας ως υποψήφιου μέλους. Τα συμπεράσματα εκείνης της κρίσιμης Συνόδου επέτρεψαν στην κυβέρνηση Σημίτη να κάνει λόγο για νίκη της ελληνικής διπλωματίας αφού επετεύχθη σημαντική αναφορά στο ζήτημα της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο. «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο παροτρύνει τα υποψήφια κράτη να καταβάλουν κάθε προσπάθεια για την επίλυση κάθε εκκρεμούς συνοριακής διαφοράς και άλλων συναφών θεμάτων. Αλλιώς θα πρέπει να φέρουν τη διαφορά στο Διεθνές Δικαστήριο εντός εύλογου χρονικού διαστήματος».

Με χθεσινή του ανακοίνωση ο Κώστας Σημίτης τονίζει: «Η Ελλάδα θα πρέπει να προσέξει ιδιαίτερα μήπως με την εσπευσμένη έναρξη δημιουργηθούν τετελεσμένα σε βάρος της». Συγκεκριμένα, αφού υπενθυμίζει ότι η Ενωση αποφάσισε τον Δεκέμβριο του 1999 στο Ελσίνκι ότι κάθε υποψήφιο κράτος θα πρέπει να φέρνει ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου τις συνοριακές του διαφορές με ένα κράτος-μέλος, τονίζει: «Στην προκειμένη περίπτωση δηλαδή, η Τουρκία τις διαφορές που ισχυρίζεται ότι έχει με την Ελλάδα. Εάν η κυβέρνηση δεν υπενθυμίσει την απόφαση αυτή και δεν υπάρξει σχετική δήλωση της Ενωσης ότι η απόφαση εξακολουθεί να ισχύει, η Τουρκία θα ισχυριστεί, οποτεδήποτε δημιουργήσει πρόβλημα με την Ελλάδα, ότι ο κανόνας που καθιερώθηκε στο Ελσίνκι έχει παύσει να ισχύει λόγω αχρησίας».

Σύμφωνα με τον πρώην πρωθυπουργό η Τουρκία «μπορεί κατόπιν τούτου να προβάλει οποιεσδήποτε απαιτήσεις έχει εις βάρος της Ελλάδας» και γι’ αυτό η κυβέρνηση θα πρέπει να επιμείνει σε ρυθμίσεις που αποκλείουν μελλοντικές αντιπαραθέσεις.