Προβληματίζει έντονα το αφηγηματικό βιβλίο του Γιάννη Ευσταθιάδη «Μαύρο εκλεκτό» σε βαθμό που η σημείωση του δελτίου Τύπου ότι πρόκειται για δεκατέσσερα διηγήματα με άξονες τον έρωτα, τη μοναξιά, τον χρόνο και τον θάνατο να αισθάνεσαι πως κατάφωρα το αδικεί. Οταν πρόκειται για τους άξονες γύρω από τους οποίους έχει υφανθεί το 90% της παγκόσμιας λογοτεχνίας, δεν συνιστά πρωτοτυπία η παρουσία τους σε ένα ακόμα βιβλίο. Πολύ περισσότερο όταν το «Μαύρο εκλεκτό» εδράζεται σε μια τόσο ιδιοφυή διαχείριση αυτών των αξόνων ώστε η ονομαστική τους αναφορά μάλλον να μπερδεύει τον αναγνώστη παρά να τον πλοηγεί με ασφάλεια σε έναν αρκούντως μισοφωτισμένο λαβύρινθο, έστω και αν η γραφή του Ευσταθιάδη είναι εξαιρετικά λιτή και απέριττη.

Βεβαίως δεν παύει να αναρωτιέται κανείς σε ποιο βαθμό θα μπορούσε να απολαύσει τα διηγήματα αυτά σε περίπτωση που αγνοούσε σπουδαία λογοτεχνικά κείμενα, καθώς λ.χ. στίχοι του Ε.Ε. Κάμινγκς, ένα απόσπασμα από μυθιστόρημα του Χένρι Μίλερ ή μια ρήση του Τσέχοφ δεν παρεμβάλλονται απλώς αλλά συνιστούν μια κύρια προϋπόθεση της εξέλιξής τους. Μιας εξέλιξης που δεν θα έχανε τίποτε σε ενδιαφέρον ακόμα και αν απουσίαζαν οι συγκεκριμένες λογοτεχνικές αναφορές, καθώς θα μετέβαλλε σε πολλαπλής σημασίας ωφέλεια ένα υποθετικό δάνειο: τη λογοτεχνία ή την τέχνη γενικότερα που λογαριάζονται ως ασφαλείς προϋποθέσεις ώστε να βελτιώνονται ή να ανθίζουν οι ανθρώπινες σχέσεις, να συντελούν αντίθετα στη χρεοκοπία τους.

Σχέσεις τελικά που θα παρουσιάζονταν λιγότερο υπονομευμένες αν συνάπτονταν (το επαναλαμβάνουμε), χωρίς τη λογοτεχνία ή την τέχνη να θεωρούνται το πιο στέρεο υπόβαθρό τους. Με μια τόσο ηχηρή ύπαρξη της λογοτεχνίας στα διηγήματα του Ευσταθιάδη, που για έναν μυημένο συνιστά μια εξοικείωση και με τα μυστικά της γραφής στην πυρηνική της σύσταση –κάτι που έχει να κάνει με έναν ολόκληρο πνευματικό πολιτισμό -, φτάνεις στο σημείο ακόμα και αθώες εκφράσεις να τις συνδέεις με έναν λόγο που έχει υπάρξει άλλοτε ως απόφθεγμα άλλοτε ως τίτλος άλλοτε ως διαπρεπής αποστροφή. Οπως για παράδειγμα το «Λυσιτελής έρωτας» που τον έχουμε γνωρίσει ως τίτλο ποιητικού βιβλίου του Τίτου Πατρίκιου.

Με το πλεονέκτημα τόσο στην περίπτωση της ρητής αναφοράς του εδαφίου στο κείμενο των σημειώσεων στο τέλος του βιβλίου όσο και στην περίπτωση της εντελώς τυχαίας σύνδεσης ή της κρυπτομνησίας, τα διηγήματα να διαβάζονται με τη χαρά που σου προκαλεί ένας φυσιολογικός τοκετός. Χωρίς δηλαδή να αναρωτιέσαι για τα στοιχεία που έχουν συνεργαστεί ώστε να κρατάς στα χέρια σου ένα νεογέννητο πλάσμα, ολοκληρωμένο από κάθε πλευρά. Με την επιπλέον απόλαυση, έτσι όπως παραλείπεται μέσα στα ίδια τα κείμενα η πηγή των ενσωματωμένων αποσπασμάτων και έτσι όπως υλοποιείται διαρκώς μέσα μας ο στίχος του Σεφέρη «είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας», να αισθάνεσαι ως αναγνώστης συμμέτοχος σε ό,τι συμβαίνει, άλλοτε ως «σιωπηλός μάρτυρας» άλλοτε ως ο αυτοκτόνος Ντίνος στο «Μαύρο φόρεμα» και άλλοτε ως ο νεκρός του «Συμβάντος» με όσα φέρνει επάνω του που του έδιναν υπόσταση όσο ζούσε και τώρα μεταβάλλονται σε στοιχεία προς εξιχνίαση.

Δακτυλικό αποτύπωμα

Ξαναγεννώντας πρόσωπα και πράγματα

Οσο ισχυρή και αν αναγνωρίζεται η ύπαρξη της λογοτεχνίας και της τέχνης στα διηγήματα του Ευσταθιάδη, υποψιάζεσαι συχνά πως δεν παύουν να παραμένουν ένα πρόσχημα, ώστε τα ίδια τα πρόσωπα να μπορούν να διατηρούν μιαν αυτοτέλεια σαν να πρόκειται για χαρακτήρες θεατρικών έργων, που με τη μεσολάβηση μιας απρόοπτης συγκυρίας θα ήταν δυνατόν σε μια επόμενη παράσταση να εξελιχθούν τελείως διαφορετικά. Ή η ίδια η γραφή, διατηρώντας μιαν ελευθερία που μόνο η ίδια μπορεί να παραγάγει, να ξαναγεννάει πρόσωπα και πράγματα σε άλλους τόπους και σε άλλες συνθήκες με το δακτυλικό τους αποτύπωμα όπως μας έγινε γνωστό στη σημερινή τους εκδοχή. Αν και όσες φορές και αν ξαναγεννηθούν τα πρόσωπα και τα πράγματα, όσο οικεία και αν μας γίνουν, δεν πρόκειται να τα γνωρίσουμε περισσότερο από ό,τι γνωρίζει ο «Σιωπηλός μάρτυς» τον πιανίστα στο παράθυρο της αντικρινής τους πολυκατοικίας που παραμένει για τον ίδιο μια περαστική φιγούρα.

Γιάννης Ευσταθιάδης

Μαύρο εκλεκτό

Εκδ. Μελάνι, 2015, Σελ. 112

Τιμή: 13 ευρώ