Ηταν το τρίτο τηλεοπτικό ντιμπέιτ των υποψηφίων για το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικανών και ο Τζεμπ Μπους, γιος και αδελφός πρώην προέδρων των ΗΠΑ, ήξερε ότι χρειαζόταν να πραγματοποιήσει μια καλή εμφάνιση για να αποστομώσει όσους τον επικρίνουν ότι η υποψηφιότητά του δεν έχει καμία δυναμική. Δεν τα κατάφερε. Η παρουσία του ήταν αδύναμη και σύμφωνα με τους αναλυτές είναι πολύ δύσκολο πλέον να διεκδικήσει με αξιώσεις το χρίσμα, καθώς τον τελευταίο καιρό έχει απολύσει πολλούς από εκείνους που εργάζονταν στην καμπάνια του και προσπαθεί μάταια να πείσει δωρητές να του δώσουν κεφάλαια, μια και μονίμως πλέον τα ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις είναι μονοψήφια. Χθες, μετά την αδιάφορη εμφάνισή του στην τηλεμαχία της Τετάρτης, υποστηρικτές και χορηγοί εξέφρασαν την απογοήτευσή τους.

Η προοπτική να συνεχιστεί η πολιτική δυναστεία των Μπους δέχθηκε πλήγμα στο ντιμπέιτ που διεξήχθη στο Μπόλντερ του Κολοράντο, στο οποίο κυριάρχησαν ο δισεκατομμυριούχος Ντόναλντ Τράμπ που προηγείται στις δημοσκοπήσεις αλλά και ο Μπεν Κάρσον, ένας μαύρος νευροχειρουργός η δημοτικότητα του οποίου δείχνει να αυξάνεται ραγδαία –κυρίως όταν φθάνει σε λεκτικές ακρότητες όπως ότι το σύστημα υγείας του Ομπάμα είναι χειρότερο από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και ότι η άμβλωση μοιάζει με τη δουλεία.

Λογικά, τα στελέχη των Ρεπουμπλικανών θα έπρεπε να ανησυχούν ιδιαίτερα για το γεγονός ότι δύο υποψήφιοι που δεν ανήκουν στον κομματικό μηχανισμό και επιδίδονται σε ακραίες δηλώσεις φαίνεται να συγκεντρώνουν την υποστήριξη του 50% της βάσης, χωρίς να υπάρχει κάποιος άλλος που να τους απειλεί προς το παρόν. Οι υποψήφιοι του κατεστημένου, όπως ο Τζεμπ Μπους, προσπαθούν να κάνουν εντύπωση, όμως το μειονέκτημά τους είναι ακριβώς ότι θεωρούνται πως ανήκουν στο κατεστημένο, σε ένα κόμμα οι υποστηρικτές του οποίου όλο και περισσότερο εκφράζονται ενάντια στο κατεστημένο.

Ολα αυτά αποκαλύπτουν το χάος που επικρατεί στο εσωτερικό του κόμματος που διαθέτει αυτή τη στιγμή την πλειοψηφία τόσο στη Γερουσία όσο και στη Βουλή. Ακόμα και η κάλυψη της θέσης του προέδρου της Βουλής, η οποία θεωρείται ως η δεύτερη πιο ισχυρή στην Ουάσιγκτον, είναι περιπετειώδης. Μια ομάδα 40 υπερσυντηρητικών στελεχών όχι μόνο εξανάγκασαν τον Τζον Μπόινερ να παραιτηθεί από το αξίωμα, αλλά εμπόδισαν και τον προφανή διάδοχό του Κέβιν Μακάρθι να τον αντικαταστήσει. Αντίθετα, εκείνος που προκρίνεται είναι ο Πολ Ράιαν, υποψήφιος αντιπρόεδρος το 2012, που υποσχέθηκε να δείξει «τι σημαίνει μια συντηρητική ατζέντα κοινής λογικής».

Ομως η κοινή λογική φαίνεται ότι βρίσκεται σε έλλειψη αυτόν τον καιρό στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα που μοιάζει να χαρακτηρίζεται πλέον περισσότερο από τις υπερσυντηρητικές ιδέες παρά από την παραδοσιακή δεξιά λογική. Και έτσι, λένε οι αναλυτές, οι Ρεπουμπλικανοί κινδυνεύουν να πάθουν εκείνο που έπαθαν στη δεκαετία του ’70 και του ’80 οι Δημοκρατικοί –να ελέγχουν το Καπιτώλιο αλλά να μην μπορούν να κατακτήσουν τον Λευκό Οίκο.

Διχασμένοι

Οι Ρεπουμπλικανοί μοιάζουν διχασμένοι –από τη μια το παραδοσιακό κόμμα με υποψηφίους όπως ο Μπους,

ο Μάρκο Ρούμπιο και ο ΚριςΚρίστι και από την άλλη ένα ανεξέλεγκτο υπερσυντηρητικό κίνημα με υποψηφίους όπως

ο Τεντ Κρουζ και ο Μπεν Κάρσον