Ηταν πολύ παραστατικό για να περάσει απαρατήρητο. Με τα χέρια στις τσέπες, σκυφτός και συνοφρυωμένος, ο Αλέξης Τσίπρας είχε ξεκοπεί στην άκρη του κάδρου της οικογενειακής φωτογραφίας μετά τη Σύνοδο Κορυφής για τους πρόσφυγες την περασμένη Κυριακή στις Βρυξέλλες.

Ηταν ένα στιγμιότυπο που θα μπορούσε να συμβολίζει την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του σαράντα μόλις ημέρες μετά τις εκλογές: βραχυκυκλωμένος στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές και στην κρίση-μέσα-στην-κρίση του Προσφυγικού.

Η εικόνα θα είχε όντως συμβολική αξία αν δεν ήταν τόσο παραπλανητική. Αν δεν έκρυβε τη μισή αλήθεια. Μπορεί η κυβέρνηση να δέχεται διπλή πίεση από το εξωτερικό. Ομως στο εσωτερικό δεν κάθεται με τα χέρια στις τσέπες. Κάθε άλλο. Μέσα στις τελευταίες δέκα ημέρες απέπεμψε τη γενική γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, πέρασε το νομοσχέδιο για τα μέσα ενημέρωσης, έφερε τον νόμο για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Εδωσε, με άλλα λόγια, την εντύπωση ότι επιθυμεί να εκμεταλλευτεί μέχρι και το τελευταίο εκατοστό από τον λίγο χώρο που απομένει ελεύθερος από τις δεσμεύσεις του Μνημονίου.

Το «παράλληλο πρόγραμμα»

Φαίνεται πως η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είχε πιστέψει ότι μπορούσε τουλάχιστον να μετριάσει το πολιτικό κόστος αυτών των δεσμεύσεων αν φρόντιζε να δώσει στο μνημονιακό μείγμα τη σωστή «κοινωνική στόχευση». Να προστατεύσει τις κοινωνικές ομάδες που θεωρούσε ότι συγκροτούν την εκλογική της βάση, μεταφέροντας το βάρος σε αυτούς που δεν την ψήφισαν.

Το πόσο βάθος είχε αυτή η ανάλυση φάνηκε από το ναυάγιο του φόρου στην ιδιωτική εκπαίδευση. Η κυβέρνηση γρήγορα συνειδητοποίησε ότι ένα μέτρο που είχε σχεδιαστεί ως ταξικώς περιορισμένο προκαλούσε ανυπολόγιστες παράπλευρες απώλειες και σε ακροατήρια που θεωρεί δικά της.

Το βέρτιγκο των ισοδυνάμων δείχνει ότι δεν έχουν απομείνει στην κοινωνία ζωντανές φλέβες από τις οποίες θα μπορούσαν να αντληθούν έσοδα. Και πάντως δεν έχει απομείνει χώρος στην κυβέρνηση για πολιτικούς ελιγμούς στην οικονομία. Το περίφημο «παράλληλο πρόγραμμα», διά του οποίου ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχόταν να χαλαρώσει τον ζουρλομανδύα του Μνημονίου, δεν μοιάζει αυτή τη στιγμή ρεαλιστικός στόχος.

Κι όμως. Υπάρχει σε πλήρη εφαρμογή ένα άλλο παράλληλο πρόγραμμα το οποίο διανοίγει στο πεδίο της πολιτικής τον ζωτικό χώρο που η κυβέρνηση έχει χάσει στην οικονομία. Πρόκειται για την προσπάθειά της να παροχετεύσει την κοινωνική οργή στους στόχους που είχε υποδείξει προεκλογικά με την αντισυστημική ρητορική της. Προσπάθεια που προϋποθέτει τον έλεγχο του κράτους, αλλά και την εισπήδηση σε θεσμικά άβατα.

Το πρώτο αίμα

Αυτό τουλάχιστον φάνηκε από την πρώτη ανοιχτή σύγκρουση που προκάλεσε η κυβέρνηση, ζητώντας την παραίτηση της γενικής γραμματέως Δημοσίων Εσόδων. Η ταχύτητα με την οποία εκτυλίχθηκε η υπόθεση, διοικητικά και δικαστικά, είναι χωρίς προηγούμενο.

Μόλις την περασμένη Τετάρτη η Σαββαΐδου επέλεγε να εκφράσει δημοσίως την άρνησή της να παραιτηθεί. Πριν περάσει καλά καλά μία εβδομάδα δεν είχε απλώς αποπεμφθεί με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου. Είχε βρεθεί κιόλας αντιμέτωπη με δύο ποινικές διώξεις, η δεύτερη σε βαθμό κακουργήματος.

Είχε βεβαίως μεσολαβήσει η «ετυμηγορία» της κυβερνητικής εκπροσώπου που έσπευσε να προεξοφλήσει την ενοχή της Σαββαΐδου κατά την ανακοίνωση της καρατόμησής της. Από τον τρόπο που χειρίστηκε την υπόθεση η κυβέρνηση φαίνεται ότι την είδε ως ευκαιρία για παραδειγματισμό.

Ξεκαθάρισμα λογαριασμών

Δεν ήταν η μόνη περίπτωση η οποία φέρει τα ίχνη του modus operandi που διαμορφώνει η νέα εξουσία. Παρόμοια ίχνη μπορεί να εντοπίσει κανείς και στο κοινοβουλευτικό πεδίο, με την παγίωση της διαδικασίας του κατεπείγοντος –και για νομοθετικές πρωτοβουλίες που η κυβέρνηση υποτίθεται ότι κυοφορεί ήδη από την πρώτη της θητεία. Ακόμη και η μεθόδευση με την οποία επιχειρείται να παρακαμφθούν οι «ατέλειες» των υπουργικών πόθεν έσχες δίνει την εντύπωση μιας πλειοψηφίας που δεν αισθάνεται την ανάγκη να απολογείται, ακόμη κι όταν βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρά ερωτηματικά.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε κρύψει ότι αντιλαμβανόταν την ανάδειξή του στην εξουσία όχι ως απλή αλλαγή σκυτάλης, αλλά –για να θυμηθεί κανείς την ορολογία του ίδιου του Τσίπρα –ως «αλλαγή καθεστώτος». Το άλλοθι είναι ότι η Αριστερά, ως δύναμη που δεν είχε κυβερνήσει, θα ξήλωνε τη διαβλητή και ρηχή δημοκρατία της ύστερης Μεταπολίτευσης.

Η εκτίμηση που εκφράζεται είναι ότι η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να καπακώσει την ατζέντα, σκηνοθετώντας έναν ανένδοτο εναντίον όσων νομίζει ότι εμποδίζουν την κυριαρχία της. Μια τέτοια πόλωση φαντάζει ως η μόνη διέξοδος για μια κυβερνητική πλειοψηφία που δεν φαίνεται να έχει ούτε τα κοινοβουλευτικά ούτε τα κοινωνικά αποθέματα για να σηκώσει το βάρος του Μνημονίου.

Δεν θα είναι πάντως διέξοδος χωρίς εμπόδια. Το ξεκαθάρισμα λογαριασμών με τον Δήμητρη Γιαννακόπουλο που επιχείρησε από το βήμα της Βουλής ο Πάνος Καμμένος είναι ενδεικτικό των αντιφάσεων στις οποίες μπορεί να προσκρούσει μια τέτοια σταυροφορία.