To δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου προκάλεσε σημαντικές ρωγμές στο σύνολο του πολιτικού φάσματος, αφού περίπου 1 στους 5 ψηφοφόρους διαφοροποιήθηκε από την επίσημη θέση του κόμματος το οποίο είχε ψηφίσει μόλις πέντε μήνες νωρίτερα, στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου (βλ. «ΤΑ ΝΕΑ», 11-12/7/2015). Η συμφωνία που ακολούθησε μία εβδομάδα αργότερα και επικυρώθηκε στις 14 Αυγούστου από τη Βουλή, διέρρηξε ακόμη περισσότερο τις κομματικές ισορροπίες, οδηγώντας στη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ και προκαλώντας αμηχανία (κατ’ άλλους «μελαγχολία») σε ένα μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων του Οχι.

Σήμερα, ενόψει της 20ής Σεπτεμβρίου, οι ψηφοφόροι καλούνται να συνθέσουν σε μια νέα επιλογή τις δύο προηγούμενες ψήφους τους, μαζί με την τοποθέτησή τους απέναντι στη νέα συμφωνία – Μνημόνιο, αλλά και τη συνολική εκτίμησή τους για την επτάμηνη διακυβέρνηση. Στοιχεία εν πολλοίς αντιφατικά για σημαντικό τμήμα του εκλογικού σώματος, ιδιαίτερα για τους δυνητικούς ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά εν μέρει και της ΝΔ.

Πράγματι, οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ τον περασμένο Ιανουάριο μπορεί, στη συντριπτική τους πλειοψηφία να επέλεξαν τελικά το Οχι στο δημοψήφισμα, με αρκετές πάντως ταλαντεύσεις, οι οποίες καταγράφηκαν δημοσκοπικά, αμέσως μετά την επιβολή των capital controls. Oμως μια μικρή μερίδα τους, περίπου 1 στους 10, ήρθε σε ρήξη με την επίσημη θέση του κόμματος, γεγονός με τραυματικές συνέπειες στο σύντομο αλλά εξαιρετικά διχαστικό κλίμα εκείνων των ημερών. Γι’ αυτό και η επανασυσπείρωσή τους σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ, παρά την τελική κατάληξη των διαπραγματεύσεων, παραμένει ιδιαίτερα χαμηλή (μετά βίας 35%). Απώλειες που πάντως αναπληρώνονται εν μέρει από ψηφοφόρους κεντροαριστερών κομμάτων, οι οποίοι συντάχθηκαν με το Ναι και αισθάνθηκαν ανακούφιση μετά τη συμφωνία.

Σαφώς σημαντικότερα από ποσοτική άποψη είναι βέβαια για τον ΣΥΡΙΖΑ τα προβλήματα με τους ψηφοφόρους του που ακολούθησαν το Οχι και δεν μπόρεσαν να αφομοιώσουν τη νέα συμφωνία. Με μια τελείως προσεγγιστική εξέταση, από τους ψηφοφόρους αυτούς ένα 25%, δηλαδή περίπου το 8% του συνολικού εκλογικού σώματος με ιδιαίτερα έντονη νεανική σύνθεση, παραμένει σήμερα μετέωρο, τροφοδοτώντας τον χώρο της αδιευκρίνιστης ψήφου ή της πιθανής αποχής. Πρόκειται για τον κρισιμότερο, στη σημερινή συγκυρία, χώρο του εκλογικού ανταγωνισμού, στον οποίο προσβλέπει ο ΣΥΡΙΖΑ για να αυξήσει τη συσπείρωσή του, αλλά και η ΛΑΕ για να διευρύνει τα περιορισμένα όρια της επιρροής που διέθετε παραδοσιακά η Αριστερή Πλατφόρμα.

ΤΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΝΑΙ. Μικρότερης τάξης, αλλά όχι αμελητέα, είναι και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα τρία κόμματα που υποστήριξαν το Ναι στις 5 Ιουλίου.

Η ΝΔ καρπώνεται βέβαια πλειοψηφικά την ψήφο του Ναι, η επιτυχία της όμως εξαρτάται και από τη δυνατότητά της να διεμβολίσει επίσης και τη δεξαμενή του Οχι. Μέχρι σήμερα οι σχετικές επιτυχίες της φαίνεται να περιορίζονται στον επαναπατρισμό των μισών περίπου από τους ψηφοφόρους της (του Ιανουαρίου) που συντάχθηκαν με το Οχι. Αυτό εξηγεί και το γεγονός ότι, παρά το πολωτικό κλίμα των επόμενων εκλογών, εξακολουθούν να παρατηρούνται αμφίδρομες μετακινήσεις μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, εν μέρει ερμηνευμένες από τα διλήμματα του δημοψηφίσματος.

Διαφορετικής τάξης είναι τα προβλήματα για Το Ποτάμι, το οποίο φαίνεται να υφίσταται διπλές απώλειες τόσο από ψηφοφόρους του που επέλεξαν το Οχι (κυρίως στην Κρήτη και στις λαϊκές συνοικίες της πρωτεύουσας) όσο και από διαρροές προς τη ΝΔ ως κύριο εκφραστή του Ναι (κυρίως στα μεσαία και ανώτερα στρώματα).

Τέλος, το ΠΑΣΟΚ –από τους ψηφοφόρους του οποίου, αλλά και του ΚΙΔΗΣΟ καταγράφηκαν οι σημαντικότερες διαρροές προς το Οχι –καλείται να συνθέσει ένα δυνητικά ετερογενές ακροατήριο, υπερβαίνοντας τα διλήμματα του δημοψηφίσματος.

ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΔΙΑΡΡΟΕΣ. Τα μόνα κόμματα που δεν φαίνεται να επηρεάστηκαν από το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου είναι το ΚΚΕ και η Χρυσή Αυγή, γι’ αυτό και εμφανίζουν σήμερα την υψηλότερη συγκριτικά συσπείρωση.

Οι ψηφοφόροι της ΧΑ συντάχθηκαν στη μεγάλη πλειοψηφία τους (περίπου 80%) με το Οχι και σήμερα επανασυσπειρώνονται σχεδόν ολοκληρωτικά στη ΧΑ. Αλλά και η μικρή μειοψηφία που επέλεξε το Ναι, εμφανίζει εντυπωσιακή συσπείρωση (περίπου το 70%), με περιορισμένες μόνο διαρροές προς τη ΝΔ. Η ΧΑ, η ηγεσία της οποίας τήρησε σχετικά διακριτική στάση στο δημοψήφισμα, προσδοκά έτσι να επιβεβαιώσει την επιρροή που διατήρησε στις πιεστικές συνθήκες του Ιανουαρίου και να τη διευρύνει με απογοητευμένους ψηφοφόρους του ευρύτερου αντικομμουνιστικού χώρου.

Αντίστοιχη είναι και η θέση του ΚΚΕ στη σημερινή συγκυρία. Παρά την ταλάντευσή του την εβδομάδα του δημοψηφίσματος με την επιλογή του διπλού Οχι (δηλαδή άκυρο ψηφοδέλτιο), οι εξελίξεις που ακολούθησαν του επιτρέπουν σήμερα να δηλώνει δικαιωμένο. Το γεγονός ότι οι οργανωτικές του δυνατότητες εμφανίστηκαν μειωμένες (ούτε οι μισοί ψηφοφόροι του δεν ακολούθησαν την επίσημη γραμμή), δεν φαίνεται να έχει επηρεάσει την πολιτική του εικόνα, ενώ η οξύτατη αντιπαράθεση με τη ΛΑΕ στοχεύει στη στεγανοποίηση της επιρροής του.

Ευχαριστώ θερμά τον Θωμά Γεράκη και τον Γιάννη Κωνσταντινίδη για την πρόσβαση σε αδημοσίευτα στοιχεία από τις πρόσφατες έρευνες των εταιρειών Marc και Prorata, αντίστοιχα. Είναι προφανές ότι καμία ευθύνη δεν έχουν

για τις αναλύσεις και τα συμπεράσματα