Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δεν θα είναι σε θέση να παρέχει χρηματοδότηση στην Ελλάδα, αν οι πολιτικές διαπραγματεύσεις της Αθήνας με τους πιστωτές της αποτύχουν οριστικά, δήλωσε την Τετάρτη ο πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας της Γερμανίας (Μπούντεσμπανκ) Γενς Βάιντμαν.

Σε συνέντευξή του που δημοσιεύεται σήμερα Πέμπτη στην ιταλική εφημερίδα La Stampa, αποσπάσματα της οποίας προδημοσιεύθηκαν αργά το βράδυ της Τετάρτης, ο Βάιντμαν, που είναι επίσης μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, τόνισε ότι αν αποτύχουν οι συνομιλίες, η ΕΚΤ δεν θα μπορεί να συνεχίσει να χορηγεί ρευστότητα στην Ελλάδα.

«Δεν είναι ο ρόλος της ΕΚΤ να χρηματοδοτεί χώρες – στην πραγματικότητα, αυτό απαγορεύεται», απάντησε ερωτηθείς για την χορήγηση έκτακτης ρευστότητας (ELA) στις ελληνικές τράπεζες, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης που έδωσε ταυτόχρονα σε τρεις ευρωπαϊκές εφημερίδες, τη La Stampa, την El Mundo κα την Les Echos.

«Εάν οι συνομιλίες αποτύχουν στο πολιτικό επίπεδο, η ΕΚΤ δεν θα μπορεί παρά να καταλήξει στα αναγκαία συμπεράσματα. Η απόφαση για το εάν θα χρηματοδοτηθεί η Ελλάδα θα εξαρτηθεί από τις πολιτικές (αποφάσεις), από τις κυβερνήσεις και από τα κοινοβούλια», πρόσθεσε.

«Πιθανή η μετάδοση της κρίσης»

Ο Βάιντμαν απέφυγε να αναφερθεί άμεσα στον μηχανισμό ELA, επισήμανε ωστόσο ότι «η ευθύνη για το αν η Ελλάδα παραμείνει στο ευρώ ανήκει πλήρως στην ελληνική κυβέρνηση», ενώ προειδοποίησε ότι σε περίπτωση αποτυχίας της Αθήνας να αποπληρώσει κάποια δόση του δανείου «οι συνέπειες θα ήταν δύσκολο να ελεγχθούν».

Η επιβίωση του ευρώ δεν θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις στην Ελλάδα, επισήμανε ο Βάιντμαν, αλλά μια έξοδος της χώρας από την ευρωζώνη θα μπορούσε να προκαλέσει τη μετάδοση της κρίσης σε άλλα κράτη μέλη και να «μεταβάλει τον χαρακτήρα της νομισματικής ένωσης».

Ο πρόεδρος της Μπούντεσμπανκ – ο οποίος έχει επανειλημμένως μειοψηφήσει στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ, καθώς πρόβαλε ακραίες συντηρητικές απόψεις ιδίως σε ό,τι αφορά την πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης που έχει τεθεί σε εφαρμογή – είπε ότι οι δημοσιονομικοί κανόνες της ευρωζώνης πρέπει να γίνουν πιο αυστηροί και «να εφαρμόζονται πιο αυστηρά».

«Πρέπει να καταστήσουμε δυνατόν οι τράπεζες και τα κράτη να μπορούν να κηρύσσονται σε κατάσταση αφερεγγυότητας χωρίς να διακινδυνεύουμε την κατάρρευση ολόκληρου του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Για αυτόν τον λόγο πρέπει να ενισχύσουμε το χρηματοπιστωτικό σύστημα», επέμεινε.