Από όλα τα κατά ποιόν (τα ποιοτικά) συστατικά της τραγωδίας για τον Αριστοτέλη (μύθος, λέξις, μέλος, όψις, ήθος, διάνοια) σήμερα διαχειριζόμαστε, όταν ερμηνεύουμε τα αρχαία δράματα, μόνο τον μύθο, το ήθος και τη διάνοια. Εχει, βέβαια, διασωθεί και η λέξις, το ποιητικό κείμενο, αλλά το μεταφράζουμε, πράγμα που σημαίνει πως διασώζουμε, όσο μπορούμε, τα νοήματα, αλλά μας διαφεύγει τελείως η χαμένη για πάντα «μουσική» της γλώσσας. Η αρχαία ελληνική γλώσσα, στην κλασική της περίοδο, δεν έχει σήμερα φωνή. Εχουμε τη γραπτή της εικόνα αλλά απουσιάζει ο ήχος της, η προσωδία της και, βέβαια, ο ρυθμός της. Γνωρίζουμε τα μέτρα αλλά δεν μπορούμε να αποκαταστήσουμε τον τρόπο με τον οποίο ένα μετρικό σύστημα απηχούσε στον ψυχισμό του ακροατή του. Ετσι μεταφράζουμε κυρίως ένα χορικό, όπου γνωρίζουμε ότι ισορροπούσε ο ρυθμός, η μελωδία με τον ψυχισμό (ήθος) και τη λογική (διάνοια) του ομιλούντος ή της συναισθηματικά φορτισμένης χορικής ομάδας. Ετσι καταφεύγουμε, κατά την ικανότητά μας, σε αναλογίες. Μια σειρά αξιόλογων μεταφραστών αναλόγιζαν στις μεταφράσεις τους με κριτήρια τις επικρατούσες ποιητικές σχολές ή τα παραδομένα και δοκιμασμένα ρυθμικά στιχουργικά σχήματα. Ο δημοτικός και κρητικός δεκαπεντασύλλαβος, ο ιταλικός ενδεκασύλλαβος, η σολωμική, η παλαμική, η σικελιανική στιχουργική, το μανιάτικο μοιρολόι, ακόμα και ο οκτασύλλαβος στίχος της πρώιμης σολωμικής ποιητικής δοκιμάστηκαν στα αναλογικά μοντέλα των νεοελληνικών μεταφράσεων αρχαίας τραγωδίας. Μερικοί ουτοπικοί, αλλά σοφοί μεταφραστές, όπως ο Ραγκαβής, ο Λεκατσάς, ο Λίνος Καρζής μετέφρασαν χορικά ακολουθώντας την προσωδιακή γραπτή εικόνα της σύγχρονης νεοελληνικής, η οποία δεν απηχεί καμιά προσωδιακή μουσικότητα. Οι μακρές και βραχείες συλλαβές σήμερα είναι γραμματικές ενδείξεις αλλά δεν έχουν καμιά, μα καμιά μουσική σήμανση. Η τονικότητα της σύγχρονης ελληνικής είναι ρυθμική και όχι μελωδική.

Αφού, λοιπόν, έχουν χαθεί για πάντα η όψις, το μέλος, η όρχησις, ο υποκριτικός κώδικας και η λέξις είναι μεταφρασμένη, αναπλάθουμε τα ελλείποντα αυτά ποιοτικά στοιχεία με σύγχρονα, πασχίζοντας να βρούμε τις αναλογίες ώστε να μην κλονιστεί ό,τι διασώζεται: το ήθος και η διάνοια.

Ας προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε τα δύο αυτά πολύτιμα στοιχεία της συστάσεως των πραγμάτων. Το ήθος, που και άλλοτε έχω επιχειρήσει να το ερμηνεύσω ως έννοια διαχρονική της ελληνικής γλωσσικής περιουσίας, στον Ομηρο και στον Ηρόδοτο κατ’ αρχάς σήμαινε ΤΟΠΟΝ. Τα «ήθεα ορνίθων» και τα «ήθεα Περσών» σήμαιναν φωλιές των πουλιών ή την εδαφική επικράτεια των Περσών. Αλλά και στον Ηράκλειτο και στο απόσπασμα «Ηθος ανθρώπω δαίμων» εύστοχα ο Χάιντεγκερ μεταφράζει: «Ο θεός είναι το ενδιαίτημα στον άνθρωπο». Και έχει έξοχη σημασία η περιπέτεια μέσα στον χρόνο της μεταποίησης του ήθους ως τόπου σε ΤΡΟΠΟ. Οι παλαιοί σοφά έλεγαν: «Πες μου πού μένεις να σου πω ποιος είσαι». Γιατί, βέβαια, το τοπικό σου στίγμα ορίζεται από άξονες, κεντρομόλους και φυγόκεντρες συνάψεις, υλικές, πνευματικές, παραδοσιακές ή νεωτερικές και ως εκ τούτου συντελεστικές διαφοροποιημένων κατά περίπτωση χαρακτηρολογικών μείξεων.

Οι αρχαίοι υποπτεύονταν ό,τι για μας σήμερα είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο, πως δηλαδή υπάρχουν κάποιες φυσικές καταβολές που διαμορφώνουν αλλά και διαμορφώνονται, αφού το άτομο λειτουργεί και συνυπάρχει σ’ ένα ορισμένο φυσικό, οικογενειακό, κοινωνικό, πνευματικό περιβάλλον. Αυτοπροσδιορίζεται και ετεροκαθορίζεται. Ετσι, ο Σοφοκλής π.χ. στην «Αντιγόνη» διαπιστώνει πως η ηρωίδα του έχει κληρονομήσει αυτούσια τη σκληρή και πείσμονα εμμονή της συμπεριφοράς του πατέρα της Οιδίποδα.

Κάθε τραγικό πρόσωπο, λοιπόν, προσέρχεται στη σκηνή με τα ιδιοσυγκρασιακά του συστατικά, που χαρακτηρίζονται με όλο το φάσμα της ηθικής κλίμακας και ανάλογα ταξινομούνται σε κάποια ακραία ή μεσάζουσα θέση.

Η αριστοτελική ταξινόμηση προέβλεπε μια ευθεία όπου στη μια άκρη είναι οι ελλείψεις, στην άλλη άκρη οι υπερβολές συμπεριφοράς και στη μέση το μέτρον. Ετσι, η ανδρεία π.χ. εξ αριστερών της είχε τη δειλία και εκ δεξιών της το θράσος.

Τραγικό πρόσωπο με μέτρο δεν συναντάμε στην παράδοση του αρχαίου θεάτρου. Ολα τα πρόσωπα είναι υβριστές, παρεκκλίνουσες προσωπικότητες, αλαζόνες, επίορκοι, δόλιοι, κρυψίνοες, υστερικοί, επιπόλαιοι, άτεγκτοι, κυνικοί, κερδαλεόφρονες, περίφοβοι, αθεόφοβοι, θεομπαίχτες κ.τ.λ.

Το πράγμα γίνεται εξόχως ενδιαφέρον όταν δίπλα στο ήθος ενός ατόμου έρχονται να συνταχθούν η διάνοια, η ιδεολογία του, η ιδεοληψία του, η συσσώρευση των λογικών ή των σοφιστικών του επιχειρημάτων. Ενώ το ήθος πηγάζει από το θυμικό, το συναισθηματικό και το βουλητικό, επιθυμητικό πηγάδι του ψυχισμού, η διάνοια αντλεί από τη δεξαμενή του λογιστικού μέρους της ψυχής, όπου η μαθηματική λογική, η μνήμη, η φαντασία, η προσοχή. Η αρετή ενός άκρως λογικού ατόμου ονομάζεται σοφία και στην τραγωδία σπανίως θα συναντήσουμε σοφούς ήρωες.

Ολοι έχουν επιχειρήματα, όλοι επιστρατεύουν τεχνικές της ρητορικής πειθούς (θυμίζω πως ο θεμελιωτής της ρητορικής τέχνης σοφιστής Γοργίας όριζε τη ρητορική ως τέχνη της πειθούς και όχι της αλήθειας!), λογικά πυροτεχνήματα, συναισθηματικές λεκτικές εκρήξεις, προκλήσεις, επικλήσεις, παρακλήσεις, εγκλήσεις, συγκλίσεις, αποκλίσεις για να προσεταιριστούν τον αντίπαλο, να ανατρέψουν ενέργειες εχθρών ή φίλων προς όφελός τους, να διαστρέψουν ή να καταστρέψουν πράξεις ή προθέσεις, να εκτρέψουν μια βολή από τον στόχο της, να επιτρέψουν μια παραχώρηση ή μια παρατυπία.

Ετσι οι τακτικές και οι στρατηγικές της διάνοιας έρχονται να συναντήσουν συχνά τη συνιστώσα του ήθους. Υπάρχουν ήρωες στις τραγωδίες που διαφέρουν ως προς το ήθος αλλά συμφωνούν ως προς τη διάνοια. Επίσης ήρωες με ταυτόσημα ήθη αλλά άκρως διαφορετικές διάνοιες. Οι μεγάλες όμως συγκρούσεις, οι μοιραίες ρήξεις συμβαίνουν όταν δύο ήρωες διαφέρουν και ως προς το ήθος και ως προς τη διάνοια. Οταν συγκρούονται ένας δειλός σοφός με έναν τολμητία σχολαστικό, το μείγμα είναι εκρηκτικό εκ των πραγμάτων. Τι περιμένει κανείς όταν αντιπαρατίθενται ένας οργίλος λογοκρατούμενος μ’ έναν νηφάλιο φαντασιόπληκτο.

Οταν στον «Οιδίποδα τύραννο» του Σοφοκλή συγκρούονται ο Τειρεσίας με τον Οιδίποδα και ο Οιδίποδας με τον Κρέοντα ή στον «Αίαντα» του Σοφοκλή ο Τεύκρος με τον Μενέλαο και ο Οδυσσέας με τον Αγαμέμνονα ή στην «Αντιγόνη», πάντα του Σοφοκλή, ο Κρέων με τον Αίμονα και ο Κρέων με τον Τειρεσία ή στη «Μήδεια» του Ευριπίδη ανταλλάσσουν επιχειρήματα η Μήδεια με τον Ιάσονα ή στις «Τρωάδες» αντιμετωπίζει η Εκάβη την Ελένη, οι τραγικές εκρήξεις είναι εκκωφαντικές γιατί συναντώνται η πυρίτιδα του ήθους με τον πυρσό της διάνοιας ή το αντίθετο!

Αν μας αφορά σήμερα η αρχαία τραγωδία είναι για αυτές τις εκρήξεις. Οταν μεταθέτουμε το ενδιαφέρον στην αλαζονεία υποκατάστασης των ελλειπόντων στοιχείων, μιμούμαστε τη στρουθοκάμηλο.