Είναι ακόμη μία νίκη που πιστώνεται στον Ματέο Ρέντσι: η Ιταλία απέκτησε έναν εκλογικό νόμο που θα δίνει σταθερές κυβερνήσεις, παρά τις αντιδράσεις της αριστερής πτέρυγας του κόμματός του και τις παλινωδίες του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο οποίος διαπραγματεύτηκε τη στήριξή του κάτω από το πρίσμα των προσωπικών του συμφερόντων. Ο Italicum έγινε νόμος του ιταλικού κράτους με τις θετικές ψήφους 344 βουλευτών. Κατά ψήφισαν 61, τέσσερις ήταν οι αποχές, ενώ ο νόμος είχε περάσει από τη Γερουσία στις 27 Ιανουαρίου. Σε ισχύ θα τεθεί τον Ιούλιο του 2016. Από του χρόνου το καλοκαίρι, δηλαδή, η Ιταλία θα απαλλαγεί και τυπικά από το παρελθόν της «αγνής και άδολης αναλογικής» που είχε ως αποτέλεσμα τον σχηματισμό βραχύβιων κυβερνήσεων και τη διεξαγωγή αλλεπάλληλων εκλογικών αναμετρήσεων.

Ο νέος νόμος διατηρεί την αρχή της αναλογικής κατανομής των εδρών, αλλά δίνει το 55% των εδρών στο κόμμα που θα αποσπάσει πάνω από το 40% των ψήφων. Σε αντίθετη περίπτωση, τα δύο πρώτα κόμματα θα οδηγηθούν σε δεύτερο γύρο. Παράλληλα, το όριο εισόδου στη Βουλή ορίστηκε στο 3%. Λίγες ώρες νωρίτερα ο ιταλός πρωθυπουργός είχε υπερασπιστεί το δημιούργημά του με την εξής αποστροφή: «Ο εκλογικός νόμος που απόψε ελπίζω να εγκριθεί από τη Βουλή ξεκαθαρίζει τα πράγματα: για πέντε χρόνια θα υπάρχει μια σταθερή κυβέρνηση και θα είναι εκείνου που κερδίζει τις εκλογές». Ο Ρέντσι έκανε λόγο, επίσης, για μια μεταρρύθμιση η οποία θα μετατρέψει την Ιταλία σε σημείο αναφοράς της πολιτικής σταθερότητας. Αυτή η τελευταία, προσέθεσε, είναι προαπαιτούμενο της οικονομικής ανάπτυξης. «Δίνουμε σάρκα και οστά σε μεταρρυθμίσεις που επί δεκαετίες ήταν μόνο λόγια. Κάνουμε τον εκλογικό νόμο για να πούμε ότι αυτός που έρχεται πρώτος στις εκλογές τις κερδίζει κιόλας. Δεν μιλάμε για κάτι ιδιοφυές» κατέληξε.

Ο Italicum οφείλει το όνομά του στον ίδιο τον πρωθυπουργό. Η ουσία, πάντως, είναι ισπανικής προέλευσης με τις απαραίτητες προσαρμογές στο ιταλικό πολιτικό σύστημα. Οι έδρες κατανέμονται αναλογικά με βάση τις ψήφους που έλαβε κάθε κόμμα, ενώ ο υπολογισμός της κατανομής γίνεται με βάση τα αποτελέσματα της επικράτειας και όχι των περιφερειών. Αυτή η διαφορά σε σχέση με το ισπανικό μοντέλο θεωρείται ότι ευνοεί τα μικρότερα κόμματα. Αντίθετα, δεν πέρασε η διάταξη που έγινε γνωστή ως «Σώστε τη Λέγκα του Βορρά» και προέβλεπε ότι τα κόμματα που θα λάμβαναν το 9% σε τουλάχιστον τρεις περιφέρειες θα έμπαιναν στη Βουλή ακόμη και αν δεν αποσπούσαν το 3% σε εθνικό επίπεδο. Ενα άλλο σημαντικό στοιχείο του νέου εκλογικού νόμου είναι το σπάσιμο των περιφερειών σε μικρότερες, περίπου 600.000 ψηφοφόρων η καθεμία.

Ως προς το ποσοστό που απαιτείται για το μπόνους των εδρών, ορίστηκε τελικά στο 40%, αν και αρχικά είχε οριστεί στο 35% και στη συνέχεια στο 37%. Με το 40% των ψήφων το κόμμα ή ο συνασπισμός κομμάτων θα κατακτά αυτομάτως τις 340 από τις 617 της Βουλής, δηλαδή το 55%. Σε περίπτωση διεξαγωγής δεύτερου γύρου, ο νικητής θα λαμβάνει το 53% των εδρών, δηλαδή θα αριθμεί 327 βουλευτές.

ΔΙΑΦΩΝΙΕΣ

Εκβιασμοί και οπισθοδρομικές αλλαγές

«Αυτός ο νόμος διαχωρίζει οριστικά τη Δεξιά από την Αριστερά στην Ιταλία και δίνει τέλος στις κυβερνήσεις συνασπισμού που δεν επέτρεπαν παρά την επίτευξη των μικρότερων κοινών παρονομαστών, δηλαδή τίποτε απολύτως» έγραψε ο Ετσιο Μάουρο, διευθυντής της κεντροαριστερής εφημερίδας «Λα Ρεπούμπλικα». Η μειοψηφία του Δημοκρατικού Κόμματος, ωστόσο, έχει διαφορετική άποψη. «Ο νέος εκλογικός νόμος και ο περιορισμός των εξουσιών της Γερουσίας συνιστούν οπισθοδρομικές αλλαγές» δήλωσε ένας από αυτούς, ο Στέφανο Φάσινα, κάνοντας λόγο για εκβιασμό. Τη διαφωνία του εξέφρασε και ο πρώην ηγέτης του PD Πιερ Λουίτζι Μπερσάνι.

Το tweet του πρωθυπουργού

«Τηρήσαμε τη δέσμευσή μας, σεβαστήκαμε την υπόσχεσή μας. Η Ιταλία έχει ανάγκη από εκείνους που δεν λένε πάντα όχι. Προχωράμε με ταπεινότητα και θάρρος» έγραψε ο Ματέο Ρέντσι στο twitter μετά την υπερψήφιση του νέου εκλογικού νόμου από την ιταλική Βουλή.