Αν ήταν λογοτεχνικός ήρωας θα θύμιζε τον κεντρικό χαρακτήρα του «Ησυχου Αμερικανού». Δεν είναι πράκτορας των Αμερικανών στο Βιετνάμ ο Ντέιβιντ Πιρς. Αλλά, όπως ο ήρωας του Γκράχαμ Γκριν, ενάμιση χρόνο μετά την τοποθέτησή του στην Αθήνα και ενώ βρίσκεται στη μέση της θητείας του, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη βολική ουδετερότητα που έχει κρατήσει μέχρι σήμερα.

Ο προκάτοχός του Ντάνιελ Μπένετ Σμιθ ήρθε στην Αθήνα μαζί με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Για την ακρίβεια, λίγους μήνες αργότερα, το φθινόπωρο του 2010. Ο Ντέβιντ Πιρς ανέλαβε τα καθήκοντα του αμερικανού πρεσβευτή στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 2013. Ηταν η περίοδος που σηματοδότησε τη σχεδόν ολική απόσυρση των Αμερικανών από το προσκήνιο στην Ελλάδα. Ούτως ή άλλως, είδαν εξαρχής το πρώτο Μνημόνιο ως ευκαιρία για να βγουν από το κάδρο και δέχθηκαν την εξέλιξη με τη δέουσα ανακούφιση ύστερα από χρόνια έξαρσης του αντιαμερικανικού αισθήματος στην Ελλάδα.

Δεν κάνει το πρόσωπο την αμερικανική πολιτική αλλά, κατά σατανική σύμπτωση, η ιδιοσυγκρασία των ανθρώπων που έχουν καθήσει στην ηλεκτρική καρέκλα του αμερικανού πρεσβευτή στην Αθήνα αντανακλούσε και τις ενίοτε πολιτικές της Ουάσιγκτον. Υπ’ αυτό το πρίσμα, αν ο Ντάνιελ Μπένετ Σμιθ, διπλωμάτης κοινωνικός με αρκετές δημόσιες παρεμβάσεις, σηματοδότησε την απαρχή αυτής της αλλαγής, ο Ντέιβιντ Πιρς έγινε σήμα κατατεθέν της σιωπής των Αμερικανών.

Ο αμερικανός διπλωμάτης, που έχει θητεύσει σε δύσκολα και κρίσιμα για την Ουάσιγκτον πόστα, αν και δημοσιογράφος στα χρόνια της νιότης του, έχει επιλέξει μια πορεία σχεδόν μοναχική και ποτέ δεν κάνει δημόσιες παρεμβάσεις. Ο Πιρς βρίσκεται ήδη στο μέσον της θητείας του και λίγοι τον έχουν δει από κοντά. «Μια φορά μίλησε και τα είπε όλα», σχολίαζαν με δηκτικό τρόπο οι δημοσιογράφοι που βρέθηκαν την περασμένη Δευτέρα στην αμερικανική πρεσβεία για να ακούσουν live τον αποτροπιασμό της αμερικανικής κυβέρνησης σχετικά με την αποφυλάκιση του Σάββα Ξηρού.

Κι αυτό διότι έμοιαζε με πραγματική υπέρβαση για τον Πιρς, ο οποίος έχει επιλέξει να μη μιλάει στους δημοσιογράφους και να κινείται χωρίς να προβάλλει τις συναντήσεις του. Τούτων δοθέντων, δεν χρειάζεται να είναι κανείς Αϊνστάιν για να αντιληφθεί ότι το οξύ περιεχόμενο της δήλωσης ερχόταν κατευθείαν «από πάνω», είτε από το Στέιτ Ντιπάρμεντ είτε από τον Λευκό Οίκο.

Για όσους βρήκαν τη διπλωματικά ασυνήθιστη κίνηση και υπερβολική, σημειώνεται ότι δεν ήταν η μόνη. Ούτε πρόκειται για το μοναδικό διάβημα που συνδέεται με τη 17Ν κι έχει αναγκαστεί να κάνει επί των ημερών του στην Αθήνα ο Ντέιβιντ Πιρς. Σύμφωνα με μια γραμμή πληροφόρησης, εντονότατο ήταν και το διάβημα που έκανε το περασμένο καλοκαίρι στον Βαγγέλη Βενιζέλο προσωπικά για την παρουσίαση του βιβλίου του Δημήτρη Κουφοντίνα στη Νομική Σχολή Αθηνών. Τότε μάλιστα ο Αμερικανός είχε αφήσει να εννοηθεί ότι τέτοιες κινήσεις θέτουν σε κίνδυνο τα προγράμματα ανταλλαγής φοιτητών που στηρίζουν οι Αμερικανοί στην Ελλάδα.

Οσοι γνωρίζουν τον Πιρς μιλούν για άνθρωπο χαμηλών τόνων ο οποίος κάνει σοβαρά τη δουλειά του χωρίς να θεωρεί ότι πρέπει αυτό να βγαίνει προς τα έξω. Η αλήθεια είναι ότι επί των ημερών του επισκέφθηκαν την Αθήνα ο αμερικανός υπουργός Οικονομικών Τζακ Λιου (Ιούλιος 2013), αρκετές φορές υφιστάμενοι του Λιου, πιο πρόσφατα, λίγο μετά την ορκωμοσία της νέας ελληνικής κυβέρνησης, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Νταλίπ Σινγκ και λίγο αργότερα η υφυπουργός Εξωτερικών Αμάντα Σλόατ και η βοηθός ΥΠΕΞ και δεξί χέρι του Τζον Κέρι Βικτόρια Νούλαντ. Για καμιά από τις συναντήσεις δεν υπήρξε ανακοίνωση από την πρεσβεία. Τα ΜΜΕ έμαθαν ό,τι μπόρεσαν να μάθουν από τους Ελληνες που συνάντησαν τους αμερικανούς αξιωματούχους.

Μέχρι την περασμένη Δευτέρα ο αμερικανός πρεσβευτής στην Αθήνα φαινόταν στον έξω κόσμο μόνο μέσα από τον λογαριασμό του στο twitter. Οχι βέβαια ότι εκεί τολμά πολιτικά σχόλια. Οταν δεν τουιτάρει άρθρα του διεθνούς Τύπου σχετικά με την Ελλάδα, μοιράζεται με το κοινό του τις ζωγραφιές ελληνικών τοπίων που κάνει άλλοτε με νερομπογιές και άλλοτε με πενάκι.

Η Ελλάδα, εξάλλου, δεν του είναι άγνωστη. Κατά τη δεκαετία του ’80 (1985-87) υπήρξε επικεφαλής του γραφείου Ελλάδας στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Ανάμεσα στις περγαμηνές του στη γραφειοκρατία του υπουργείου συμπεριλαμβάνεται το γεγονός ότι την περίοδο 2001-2003 ήταν επικεφαλής του γραφείου για τις χώρες του Βόρειου Περσικού Κόλπου με ευθύνη για το Ιράκ και το Ιράν, ενώ το 2003 υπηρέτησε στη Βαγδάτη στο πλαίσιο της μεταβατικής Αρχής που ακολούθησε την αμερικανική εισβολή. Πριν διοριστεί στην Αθήνα, ήταν αναπληρωτής ειδικός απεσταλμένος στο Αφγανιστάν και στο Πακιστάν. Προηγουμένως είχε διατελέσει αναπληρωτής επιτετραμμένος στην Καμπούλ, ενώ την περίοδο 2008-2011 πρεσβευτής στην Αλγερία. Ο 65χρονος διπλωμάτης πριν ενταχθεί στη διπλωματική υπηρεσία των ΗΠΑ το 1982 και περίπου για μια δεκαετία εργάστηκε ως δημοσιογράφος και ξένος ανταποκριτής. Είχε δουλέψει, μεταξύ άλλων, για την «Ουάσιγκτον Ποστ» και το πρακτορείο Associated Press. Μάλιστα το 1994 εξέδωσε βιβλίο για τις σχέσεις των διπλωματών με τους δημοσιογράφους («Δύσπιστοι εταίροι: διπλωμάτες και τα μίντια»). Αυτό ίσως να εξηγεί πολλά για τη συνειδητή επιλογή του να μη μιλάει.