«Η Ρωσία προσπαθεί να επαναχαράξει τα σύνορα της Ευρώπης του 21ου αιώνα διά της βίας. Η ρωσική επιθετικότητα προς την Ουκρανία είναι ιδιαίτερα ανησυχητική και για τα κράτη της Βαλτικής» δήλωσε χθες ο Βάλντις Ντομπρόβσκις, αντιπρόεδρος της Κομισιόν και πρώην πρωθυπουργός της Λετονίας, εκφράζοντας την έντονη ανησυχία της Ευρώπης αναφορικά με τις προθέσεις του Κρεμλίνου.

Την ίδια ώρα, ο Μάικλ Φάλον, υπουργός Αμυνας της Βρετανίας, χαρακτηρίζοντας τη Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν έναν «πραγματικό και παρόντα κίνδυνο», επισήμανε σε δημοσιογράφους την ανάγκη για τα μέλη του ΝΑΤΟ να προετοιμαστούν για το ενδεχόμενο ρωσικής επίθεσης οποιασδήποτε μορφής εναντίον της Εσθονίας, της Λετονίας και της Λιθουανίας, των τριών πρώην σοβιετικών δημοκρατιών που σήμερα ανήκουν στη Βορειοατλαντική Συμμαχία.

«Ανησυχώ για την πίεση που ασκεί στις βαλτικές χώρες, για τον τρόπο που δοκιμάζει το ΝΑΤΟ» δήλωσε ο Φάλον στους «Τάιμς», μία ημέρα αφότου μαχητικά αεροσκάφη της Βασιλικής Πολεμικής Αεροπορίας αναχαίτισαν, για δεύτερη φορά κατά τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων, δύο ρωσικά βομβαρδιστικά μεγάλου βεληνεκούς που πετούσαν ανοιχτά των ακτών της Κορνουάλης. Σύμφωνα με τον βρετανό υπουργό Αμυνας, ο πρόεδρος της Ρωσίας θα μπορούσε να εφαρμόσει την ίδια κεκαλυμμένη επιθετική στρατηγική που ακολούθησε στην ουκρανική σύρραξη και στις χώρες της Βαλτικής, με στόχο την αποσταθεροποίησή τους.

Η Ρωσία από την πλευρά της, κάνοντας λόγο για «υπέρβαση της διπλωματικής ηθικής», απέρριψε τα σχόλια του Μάικλ Φάλον ως «απαράδεκτα». Τα γεγονότα, ωστόσο, αποδεικνύουν πως η ανησυχία της Ευρώπης είναι κάθε άλλο παρά υπερβολική.

Στο μέτωπο της Ουκρανίας το κλίμα εξακολουθεί να είναι πολεμικό, παρά την πρόσφατη συμφωνία για κατάπαυση του πυρός. Χθες, έπειτα από αρκετές εβδομάδες μαχών και μία ημέρα μετά την ταπεινωτική αποχώρηση των ουκρανικών στρατευμάτων από το Ντεμπάλτσεβε, στην πόλη της Ανατολικής Ουκρανίας κυμάτιζαν οι σημαίες των αυτονομιστών. Εντύπωση, όμως, προκαλεί το γεγονός ότι οι περισσότεροι από τους μαχητές που περιφέρονταν περιχαρείς στους δρόμους της κατεστραμμένης πόλης –αγκαλιάζονταν και πόζαραν για να φωτογραφιστούν, σύμφωνα με το Ασοσιέιτεντ Πρες –ήταν Κοζάκοι.

Ούτε, ωστόσο, η κατάληψη του Ντεμπάλτσεβε, η οποία αποτελούσε στρατηγικό στόχο των αυτονομιστών, έφερε την εκεχειρία. Σύμφωνα με ουκρανούς αξιωματούχους, οι φιλορώσοι αυτονομιστές συνέχισαν να βάλλουν κατά θέσεων των ουκρανικών στρατευμάτων στην περιφέρεια του Ντεμπάλτσεβε ενώ υπήρξαν και αναφορές για ανταλλαγή πυρών και στην περιφέρεια του Ντονέτσκ, προπύργιο των αυτονομιστών.

Περισσότερη, όμως, ανησυχία στο Κίεβο προκαλεί το ενδεχόμενο οι δυνάμεις των ανταρτών να ανασυντάσσονται με στόχο να επιτεθούν στη Μαριούπολη, τη μεγαλύτερη πόλη στις επαρχίες του Ντονμπάς που παραμένει υπό τον έλεγχο των Ουκρανών. Εκπρόσωπος του ουκρανικού στρατού στην περιοχή δήλωσε ότι δεν υπήρξε απόπειρα κατάληψης θέσεων των ουκρανικών δυνάμεων. Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι «οι αντάρτες συγκεντρώνουν ενισχύσεις» στην περιοχή.

Χθες επίσης το Κρεμλίνο υπέγραψε συμφωνία με τη Νότια Οσετία, την περιοχή της Γεωργίας που έχει αυτοανακηρυχθεί ανεξάρτητη δημοκρατία, για άνοιγμα των συνόρων τους. Η κυβέρνηση της Γεωργίας έσπευσε να καταδικάσει την κίνηση αυτή, κατηγορώντας το Κρεμλίνο ότι επιδιώκει την πλήρη προσάρτηση της περιοχής στην επικράτεια της Ρωσίας. Σε δηλώσεις του ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ προσδιόρισε πως η Ρωσία πρόκειται να ετοιμάσει μια αντίστοιχη συμφωνία και με την Αμπχαζία, μια επίσης αποσχισθείσα από τη Γεωργία περιοχή.

Σύμφωνα με κάποιους αναλυτές, ανάλογη κατάληξη ενδέχεται να έχουν και οι περιφέρειες του Ντονμπάς. «Ανησυχώ πραγματικά με όλα όσα συμβαίνουν στην Ανατολική Ουκρανία. Θα έχει το ίδιο τέλος με τη Νότια Οσετία –οι άνθρωποι θα καταλήξουν να είναι απομονωμένοι και απαθείς» δήλωσε ένας πολιτικός επιστήμονας από τη Νότια Οσετία.

Οι απώλειες

Τουλάχιστον 90 στρατιωτικοί αιχμαλωτίστηκαν, ενώ 82 αγνοούνται μετά την αποχώρηση των ουκρανικών δυνάμεων από τη στρατηγικής σημασίας πόλη Ντεμπάλτσεβε στην Ανατολική Ουκρανία, ανακοίνωσε χθες

ο εκπρόσωπος Τύπου του ουκρανικού στρατού. Διευκρίνισε επίσης ότι τουλάχιστον 13 στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους και άλλοι 157 τραυματίστηκαν