Η ελπίδα νίκησε τον φόβο. Για πρώτη φορά στην ιστορία της Ελλάδας η Αριστερά έρχεται στην εξουσία. Η σημειολογία δεν στερείται σημασίας: το μέλλον ξεκίνησε αναδυόμενο από τις στάχτες της οικονομικής κρίσης ακριβώς 1.732 ημέρες μετά τη μοιραία ανακοίνωση για το πρώτο Μνημόνιο από το Καστελλόριζο.

«Αλλαγή και ό,τι γίνει» είναι το μήνυμα της κοινωνίας που έδινε ύστερα από ολονύκτιο θρίλερ 149-150 έδρες στον ΣΥΡΙΖΑ και μαζί με αυτές καθαρή εντολή προς τον Αλέξη Τσίπρα να προχωρήσει σε αλλαγή πολιτικής καθώς προσφέρει για πρώτη φορά την ευκαιρία στην Αριστερά να κυβερνήσει.

Με βασικό όπλο το δίπολο αποδοκιμασίας της πολιτικής σκληρής λιτότητας και ταυτόχρονα της προσδοκίας για ένα καλύτερο αύριο, καθώς και με την υπόσχεση για την αλλαγή που θυμίζει το ελπιδοφόρο «ψηφίστε για την αλλαγή» του Μπαράκ Ομπάμα το 2008, ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα κατάφερε χθες να θριαμβεύσει και να γυρίσει σελίδα στα πολιτικά πράγματα της χώρας.

Η αλλαγή, την οποία ολόκληρη η Ευρώπη παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα, αποτελεί σαφή αποδοκιμασία της οικονομικής πολιτικής που ακολουθήθηκε τα τελευταία χρόνια με βάση τη συνταγή της αιματηρής λιτότητας και αφουγκράζεται τις ευρωπαϊκές φωνές, από τον Μάριο Ντράγκι και τη μάχη για την ποσοτική χαλάρωση μέχρι τους Podemos της Ισπανίας που ζητούν στροφή στην πολιτική της ευρωζώνης.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, που λίγο πριν το Μνημόνιο έδινε μάχη για να μπει στη Βουλή, πάτησε πάνω στο αντιμνημονιακό κύμα, μεταλλάχθηκε, ωρίμασε και κατάφερε να το μετατρέψει σε πλειοψηφικό ρεύμα εξουσίας. Η μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων είχε ήδη διαφανεί από τις ευρωεκλογές του Μαΐου 2014 που ανέδειξαν τον ΣΥΡΙΖΑ σε πρώτο κόμμα με διαφορά σχεδόν 4 μονάδων από τη ΝΔ.

ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ. Τα ποσοστά που πέτυχε ο ΣΥΡΙΖΑ και η διαφορά του από τη ΝΔ, η οποία κινήθηκε τελικά κάτω από τις 10 μονάδες, προσδίδουν στη νίκη του οριακά χαρακτηριστικά πολιτικής ηγεμονίας, ενώ θα καθορίσουν εν πολλοίς την κυβερνητική πολιτική που θα ασκήσει την επόμενη ημέρα και το μπρα-ντε-φερ με τους ευρωπαίους εταίρους. Θα καθορίσουν όμως και τις εξελίξεις στη ΝΔ και την αντιπολιτευτική της τακτική, ενώ θεωρείται βέβαιο ότι θα δρομολογήσουν διαδικασίες σε όλους τους πολιτικούς χώρους.

Το βέβαιο είναι ότι η ζαριά του φόβου που έπαιξε η ΝΔ δεν έπιασε, ενώ και η δεξιά στροφή που επιχειρήθηκε προκύπτει ότι λειτούργησε αποτρεπτικά για τους κεντρώους ψηφοφόρους, που είχαν στηρίξει τη ΝΔ τον Ιούνιο του 2012. Η Ντόρα Μπακογιάννη και ο Ευάγγελος Μεϊμαράκης ήδη τις προηγούμενες ημέρες χτυπούσαν το καμπανάκι με αιχμές για την προεκλογική στρατηγική και το δεξιό άνοιγμα, ενώ υπήρξαν και άλλες εσωκομματικές φωνές που επέκριναν το τελευταίο διάστημα τη στρατηγική η οποία ακολουθήθηκε ως «αλλοπρόσαλλη».

Ο Αντώνης Σαμαράς και οι στενοί του συνεργάτες πίστευαν μέχρι την τελευταία στιγμή ότι οι αναποφάσιστοι θα μπορούσαν να αντιστρέψουν το ρεύμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, να μειώσουν τη διαφορά μεταξύ των δύο κομμάτων και να οδηγήσουν σε μια ήττα με μικρή διαφορά ενισχύοντας το σενάριο του στενού πρωθυπουργικού κύκλου περί «αριστερής παρένθεσης». Η ευρεία δυσαρέσκεια για τα σκληρά μέτρα που εφαρμόστηκαν σφράγισε την ήττα της ΝΔ, η οποία, ωστόσο, κατάφερε να συγκρατήσει τις δυνάμεις της και να κινηθεί λίγο παρακάτω από τα ποσοστά που κατέγραψε τον Ιούνιο του 2012.

Η ΑΚΡΟΔΕΞΙΑ. Την ίδια ώρα, όπως προκύπτει από τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής, η μετατόπιση της πολιτικής ατζέντας προς τα δεξιά τελικά ευνόησε την Ακροδεξιά και τους επίσημους κομματικούς σχηματισμούς της. Η επιρροή της Χρυσής Αυγής, η οποία κατάφερε να συγκεντρώσει ποσοστό 6,3% (μόλις 0,6% κάτω από το 6,92% του 2012) προφανώς υποτιμήθηκε προεκλογικά λόγω της επικοινωνιακής της αφωνίας. Ομως το ότι η Χρυσή Αυγή, αν και ακέφαλη και με τα βασικά στελέχη της στον Κορυδαλλό, αναδείχθηκε σε τρίτο κόμμα αποτελεί πλήγμα για τη δημοκρατία, το οποίο πρέπει να προβληματίσει σοβαρά τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας στον δρόμο προς την αξιοποίηση των διερευνητικών εντολών για τον σχηματισμό κυβέρνησης που θα δώσει ο Κάρολος Παπούλιας.

Στον αντίποδα, αν και τις τελευταίες εβδομάδες οι δημοσκοπήσεις κατέγραφαν την είσοδο του κόμματος του Πάνου Καμμένου ως θρίλερ, τελικά οι ΑΝΕΛ, αν και με αισθητά μικρότερη δύναμη από το 7,5% του 2012, κατάφεραν να μπουν στη Βουλή με άνεση, βάζοντας σοβαρή υποψηφιότητα ως πιθανή κυβερνητική εφεδρεία του ΣΥΡΙΖΑ. Ούτε το Ποτάμι ούτε το ΠΑΣΟΚ κατάφεραν να περάσουν τον πήχη της τρίτης θέσης που είχαν θέσει ως στόχο συμπιεζόμενοι από τις συσπειρώσεις των δύο μεγάλων κομμάτων. Το κόμμα του Σταύρου Θεοδωράκη τερμάτισε στο 6,0%, πάνω από μισή μονάδα χαμηλότερα (0,6%) από το ποσοστό που πέτυχε ως πρωτοεμφανιζόμενο κόμμα στις ευρωεκλογές του Μαΐου, δημιουργώντας ερωτηματικά για την αποτυχία ενός άφθαρτου κόμματος να σημειώσει καλύτερες επιδόσεις. Το 4,7% που πέτυχε το ΠΑΣΟΚ είναι πολύ χαμηλότερο και από το 8% που πέτυχε η Ελιά στις ευρωεκλογές και φέρνει το κόμμα του Βαγγέλη Βενιζέλου στην έβδομη θέση, πίσω από το ΚΚΕ και τους ΑΝΕΛ.

Στελέχη της Χαριλάου Τρικούπη επέρριπταν την ευθύνη για τις χαμηλές επιδόσεις του ΠΑΣΟΚ στην πρωτοβουλία του Γιώργου Παπανδρέου, καθώς, έλεγαν, δεν επέτρεψε στο ΠΑΣΟΚ να διεκδικήσει ενωμένο ένα καλύτερο αποτέλεσμα –ψόγος που προήλθε και επισήμως από τα χείλη του προέδρου του. Σε κάθε περίπτωση, το χθεσινό αποτέλεσμα δρομολογεί εσωκομματικές εξελίξεις και στο ΠΑΣΟΚ. Αυτές θα κριθούν σε μεγάλο βαθμό και από τη σύνθεση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και από τη σταυροδοσία των βουλευτών.

ΕΚΤΟΣ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ. Το Κίνημα του Γ. Παπανδρέου δεν αναδείχθηκε τελικά σε καταλύτη των εκλογών. Η είσοδος του Κινήματος Δημοκρατών Σοσιαλιστών στη Βουλή θα μπορούσε να αλλάξει το παιχνίδι την τελευταία στιγμή, επιδρώντας καταλυτικά στα ποσοστά των υπόλοιπων κομμάτων, στη δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να πετύχει αυτοδυναμία και στον σχηματισμό κυβέρνησης. Ομως έμεινε στο 2,5%, στη διακήρυξη του προέδρου του ότι η χώρα πρέπει κάποια στιγμή να αποφασίσει την τύχη της σε δημοψήφισμα και στέρησε «από ένα καπρίτσιο» –κατά τη διαπίστωση του Βαγγέλη Βενιζέλου –τις ελπίδες του ΠΑΣΟΚ να αναδειχθεί σε ρυθμιστή των εξελίξεων.