Πρωτοβγήκε βουλευτής το 1946 σε ηλικία 28 ετών –στα 32 έγινε υφυπουργός του Σοφοκλή Βενιζέλου –και θα μπορούσε να βγαίνει ακόμη, με σταυρό. Δεν είναι μόνο ο μακροβιότερος πολιτικός της μεταπολεμικής περιόδου εν ζωή, αλλά και το πιο ανθεκτικό μέλος της μακροβιότερης πολιτικής δυναστείας της χώρας: άρχισε με τον παππού του Κωστή Μητσοτάκη (1845 – 1898) που ίδρυσε το Κόμμα των Ξυπόλητων, το οποίο ο Ελευθέριος Βενιζέλος μετονόμασε σε Κόμμα των Φιλελευθέρων, και συνεχίζει με την τέταρτη γενιά της.
Βετεράνος πλέον στα 96 του με τις επτά δεκαετίες της συμμετοχής του στον δημόσιο βίο, παραμένει χαλκέντερος «λύκος» της πολιτικής. Οποιος μελετήσει την πολυκύμαντη διαδρομή του, καταλήγει σε αυτό που έλεγαν στην Ιταλία για τον Αντρεότι: «Είναι τόσο ικανός ώστε είναι ικανός για όλα».
Αντιλαμβανόμενος ότι η Αποστασία δεν μόνο βάρος για τον ίδιο αλλά και τμήμα του ιδρυτικού μύθου της δυναστείας των Παπανδρέου, έκανε ό,τι μπορούσε για να αναθεωρήσει στο συλλογικό υποσυνείδητο τον απόηχο εκείνων των γεγονότων, για τα οποία προσφέρει την «αυτοκριτική» του: «Εχω μετανιώσει, γιατί θα μπορούσα εκείνη την ώρα, αντί να πάω να ορκιστώ, να κοιτάξω να συμφιλιώσω και πάλι τον βασιλέα με τον Γεώργιο Παπανδρέου». Με τον Γέρο άλλωστε είχε λάβει μέρος στον πρώτο Ανένδοτο Αγώνα μετά τις εκλογές του 1961, άσχετα αν ο δεύτερος έγινε εναντίον του, μετά τα Ιουλιανά του 1965.
Οταν έθεσε τον εαυτό του αυτοβούλως εκτός Βουλής, συνέχισε τις δημόσιες εμφανίσεις του και κατάφερε να γίνει σεβαστό από όλους το δικαίωμά του στην υστεροφημία. Την άρχισε με τη ανολοκλήρωτη «Πολιτική βιογραφία» του, με δύο τόμους που έγραψαν δύο διαφορετικοί συγγραφείς. Συνέχισε με το Ιδρυμα Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και την έδρα Ελληνικών Σπουδών με το όνομά του στο αμερικανικό Πανεπιστήμιο Στάνφορντ, που χρηματοδότησε η οικογένεια Τσακοπούλου. Ακολούθησε το βιβλίο «Μπροστά από την εποχή της –Η κυβέρνηση της ΝΔ 1990-1993», που επιμελήθηκε ο Γιάννης Παλαιοκρασσάς, με το οποίο προέβαλε το «αξίωμά» του: αν η κυβερνητική θητεία του δεν είχε διακοπεί απότομα, πολλά από τα δεινά που επακολούθησαν θα είχαν αποτραπεί.
Απέδωσε την κατάρρευσή του το 1993 στα «διαπλεκόμενα εκδοτικά και οικονομικά συμφέροντα» και στην «έξαλλη πολιτική της αντιπολίτευσης». Ομως, αν άρχισε την πρωθυπουργία του σε κλίμα πολιτικής έντασης, το καλλιέργησε ο ίδιος προηγουμένως προκειμένου να νικήσει τον Ανδρέα Παπανδρέου (αξιοποιώντας υπαρκτά και ανύπαρκτα σκάνδαλα, την ασθένεια και τον προσωπικό βίο του) μέχρι να τον στείλει στο Ειδικό Δικαστήριο.
Αντιφάσεις. Αλλωστε η θητεία του από τη μια έχει πράγματι ριζοσπαστικές για την εποχή διακηρύξεις, αλλά από την άλλη κακούς χειρισμούς, σκάνδαλα και αποτυχίες. Εμφάνισε πρωτογενή πλεονάσματα, αλλά αύξησε το χρέος από 80,7% του ΑΕΠ το 1990 στο 111,6% σε τρία χρόνια! Αντικατέστησε τους «πρασινοφρουρούς» με τα «δικά μας παιδιά». Και οι αντίπαλοί του έλεγαν: «Οχι μόνο είναι ικανός να πουλήσει και την Ακρόπολη, αλλά θα την πουλήσει μισοτιμής».
Ανεξάρτητα όμως από τις επικρίσεις ή τους επαίνους που έχει δεχτεί κατά καιρούς, ο Κων. Μητσοτάκης δεν παύει να είναι ο τελευταίος των Μοϊκανών, εκπροσωπώντας ένα είδος πολιτικού που έχει εκλείψει. Αυτοί οι πολιτικοί είχαν τις αδυναμίες τους –και συχνά ήταν το μόνο… προτέρημα που είχαν –αλλά έμπαιναν στην πολιτική αφού είχαν αποκατασταθεί και πίστευαν σε αυτό που έκαναν.