Η εκατονταετηρίδα της επικής καταστροφής που είναι γνωστή ως Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος προκάλεσε σειρά αναλύσεων, σχολίων, εκθέσεων και τελετών.

Πολλοί επισκέφθηκαν τα μέρη όπου έγιναν οι μάχες, τα μνημεία και τα κοιμητήρια στην Ευρώπη, προσπαθώντας να καταλάβουν πώς πολιτισμένα έθνη συμμετείχαν σε μια σφαγή στην οποία έχασαν τη ζωή τους περίπου 20 εκατ. στρατιώτες και πολίτες. Από ένα τέτοιο γεγονός είναι δύσκολο να μην αναζητήσουμε ένα ηθικό δίδαγμα, ένα μάθημα που δεν θα μας επιτρέψει να επαναληφθεί ένας τέτοιος τρόμος.

Η επιθυμία αυτή έχει γίνει ακόμη πιο έντονη αφού ζούμε σε έναν κόσμο αλλαγμένο μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, έναν κόσμο ο οποίος έχει γίνει ξανά απρόβλεπτος και ασταθής. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα την περασμένη Δευτέρα όταν εκπρόσωποι 83 χωρών συγκεντρώθηκαν στη Λιέγη του Βελγίου όπου άρχισε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Εκεί αποδείχθηκε ότι ήταν ακαταμάχητος ο πειρασμός να γίνουν συγκρίσεις με τη σημερινή κατάσταση στον πλανήτη.

«Πώς μπορούμε να παραμένουμε ουδέτεροι σήμερα όταν άνθρωποι που δεν βρίσκονται μακριά από την Ευρώπη πολεμούν για τα δικαιώματά τους; Πώς μπορούμε να παραμένουμε ουδέτεροι όταν ένα πολιτικό αεροσκάφος καταρρίπτεται και όταν υπάρχουν συγκρούσεις στο Ιράκ, στη Συρία, στον Λίβανο και στη Γάζα;» διερωτήθηκε ο πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ. Λίγες μόνο ημέρες πριν ο Ολάντ και άλλοι χρησιμοποιήσουν την επέτειο αυτή για να επιτεθούν εμμέσως στη Ρωσία, ο Βλαντίμιρ Πούτιν παρουσίασε μία άλλη εκδοχή. Παρουσιάζοντας στη Ρωσία το πρώτο μνημείο για μια σύγκρουση που έχει σβηστεί σε μεγάλο βαθμό από τη σοβιετική ιστορία, ανέφερε ότι η Ρωσία είχε προσπαθήσει τότε για την ειρήνη αλλά παρασύρθηκε στη δίνη του πολέμου «για να προστατεύσει το σλαβικό έθνος». Ετσι, ο ξεχασμένος πόλεμος της σοβιετικής εποχής μετατράπηκε σε ευγενή αποστολή, απηχώντας την άποψη του Πούτιν ότι αναγκάστηκε να υπερασπιστεί τους Ρώσους στην Ουκρανία επειδή απειλούνταν από τη Δύση.

Αυτές οι διαφορετικές ερμηνείες δείχνουν τα προβλήματα που υπάρχουν όταν προσπαθεί να αντλήσει κάποιος μαθήματα από την Ιστορία και να αποδώσει ευθύνες.

Ομως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να μελετούμε και να μαθαίνουμε από τον Μεγάλο Πόλεμο. Τα μαθήματα μπορεί να μην είναι αυτά που παρουσίασαν οι κ.κ. Ολάντ και Πούτιν, πρέπει όμως να εξετάζονται υπό το πρίσμα της μισαλλοδοξίας, των πολιτικών σκοπιμοτήτων, των φυλετικών παθών, των φιλοδοξιών και όλων των άλλων δυνάμεων που οδήγησαν την Ευρώπη στην αυτοκαταστροφή. Επιπλέον, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο χρωστάμε στα εγγόνια και τα δισέγγονά μας, και στα εκατομμύρια όλων αυτών που υπέφεραν και πέθαναν στα πεδία μάχης της Ευρώπης, να μην ξεχάσουμε την τεράστια θυσία που έκαναν.