Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ηταν λίγο μετά τις 21.00 όταν ο Λουκάς Καρυτινός ανέβηκε στο πόντιουμ του κατάμεστου Ωδείου Ηρώδου Αττικού, χωρίς κοστούμι, αλλά με ένα γάλαζιο ριχτό πουκάμισο, και δίχως παρτιτούρα κι έδωσε με την μπαγκέτα του το έναυσμα για να ξεκινήσει μία από τις δημοφιλέστερες όπερες του Μότσαρτ. Κι ενώ μέχρι την τελευταία στιγμή οι φιλότιμοι αλλά σαφώς άπειροι ταξιθέτες προσπαθούσαν να τακτοποιήσουν τους θεατές.
Αντ’ αυτού είδαμε την προέκταση της Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Κυβόλιθους, ίδιους με εκείνους του πεζοδρόμου που οδηγεί στο ρωμαϊκό ωδείο, στρωμένους στο δάπεδο, φωτιστικές κολόνες σαν εκείνες των εθνικών οδών και μια καντίνα, όπως εκείνες με τα «βρώμικα». Στην κορυφή της μια φωτεινή κόκκινη επιγραφή: «Il Commandatore» (Ο Διοικητής). Στο βάθος, μεταλλικές πόρτες που θυμίζουν εργοτάξιο. Γύρω – τριγύρω άστεγοι.
Ο πατέρας του θύματος, ιδιοκτήτης του μπαρ και Διοικητής-Κομαντατόρε (Δημήτρης Καβράκος) σπεύδει να υπερασπιστεί την αποπλανημένη κόρη του και δολοφονείται από τον αδίστακτο Ντον Τζοβάνι. Κι ενώ η Ντόνα Αννα και σύντροφός της Ντον Οτάβιο (Αντώνης Κορωναίος) ορκίζονται εκδίκηση, εμφανίζεται ως άλλος επιθεωρητής Κλουζό –ναι, με καμπαρντίνα και καπέλο –η εγκαταλειμμένη ερωμένη του Τζοβάνι, Ντόνα Ελβίρα (Τσέλια Κοστέα), που τον αναζητά.
Οταν αποχωριστεί την αμφίεση μυστικού πράκτορα, θα αποκαλυφθεί η «γυναικάρα με τα κόκκινα» (κι άλλη κινηματογραφική αναφορά) και θα πέσει από τα σύννεφα όταν ο Λεπορέλο θα της αποκαλύψει ότι οι κατακτήσεις του Ντον Τζοβάνι είναι όσες και οι κυρίες που παρακολουθούν την παράσταση (μίλε τρε –χίλιες τρεις ή κάτι παραπάνω), σε ένα από τα πιο έξυπνα σκηνοθετικά ευρήματα της βραδιάς: την ώρα που ο υπηρέτης απαριθμεί τους έρωτες του κυρίου του τα φώτα ανάβουν στο κοίλο.
ΚΩΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ. Η πολύπλοκη ιστορία κυλά με τους «χάρτινους» χαρακτήρες του λιμπρέτου να συναντούνται (προστίθενται η Τσερλίνα – Μαρία Μητσοπούλου και ο αρραβωνιαστικός της Μαζέτο – Πέτρος Μαγουλάς), να παρεξηγούνται και να μπλέκονται σε κωμικές καταστάσεις, που γίνονταν κάποιες φορές ακόμη πιο κωμικές από τις αστοχίες κειμένου και δράσης, όπως τη στιγμή που απειλεί ο Ντον Οτάβιο να βγάλει σπαθί (βάσει του κειμένου), αλλά κρατάει στα χέρια του πιστόλι.
Ο Ντον Τζοβάνι απολαμβάνει ένα λουκούλειο δείπνο σύμφωνα με το κείμενο. Ομως επί σκηνής, αντί για φασιανό και χοιρινό, παρελαύνουν γυναίκες. Τις αρπάζει ως άλλος κόμης Δράκουλας (κινηματογραφικό;). Και ενώ το αίμα έρρεε στους λαιμούς των θυμάτων και από τα χείλη του πρωταγωνιστή, αναστάτωση επικράτησε στην ακριανή κερκίδα, όπου μια θεατής λιποθύμησε. Η επέμβαση γιατρού ήταν αρκετή για να μην πάρει μεγαλύτερες διαστάσεις το θέμα, το οποίο ωστόσο έγινε αντιληπτό ακόμη και από τον διευθυντή της ορχήστρας.
ΑΤΥΧΗΜΑ. Λίγα λεπτά αργότερα, όμως, και σε μια γεμάτη ένταση στιγμή, ο Λούκας Καρυτινός, που δεν είχε γύρω του προστατευτικό κιγκλίδωμα, γλίστρησε και έπεσε από το πόντιουμ. Αν και η ορχήστρα πέρασε μερικές στιγμές αμηχανίας, συνέχισε και ο μαέστρος χάρη στην έγκαιρη επέμβαση του τσεμπαλίστα ανέβηκε ξανά στη θέση του.
Το φινάλε πλησιάζει. Ο Ντον Τζοβάνι έχει καταλήξει στον Κάτω Κόσμο. Και όσοι ταλαιπωρήθηκαν από την παρουσία του χορεύουν σαν να βρίσκονταν στην Βοοm Βoom στριφογυρίζοντας σακάκια και σηκώνοντας χέρια ψηλά.
Οταν η φωτεινή επιγραφή του σκηνικού μετατράπηκε σε «End» ήρθαν και τα πρώτα γιουχαΐσματα, που ανακατεύτηκαν με μπράβο. Το χειροκρότημα για τους συντελεστές ήταν δυνατό, όμως τα «ουουου» επέστρεψαν με την έλευση του Γιάννη Χουβαρδά στη σκηνή, χωρίς να λείψουν και πάλι οι επευφημίες.