Ενα πιπεράτο στιγμιότυπο στο βιβλίο είναι το παραλίγο ερωτικό τρίγωνο που δημιουργήθηκε στο βουνό ανάμεσα στον Νίκο Ζαχαριάδη, τον Μάρκο Βαφειάδη και τη Ρούλα Κουκούλου. Βέβαια, οι δύο άνδρες δεν το έμαθαν. Η Ρούλα Κουκούλου ήταν ερωτευμένη με τον Ζαχαριάδη, γράφει ο Γιώργος Λεονταρίτης, και εκείνος επίσης αισθανόταν να δένεται μαζί της. Ο έρωτας αυτός φούντωσε εκεί που είχε φουντώσει και ο εμφύλιος πόλεμος, πάνω στο Βίτσι. Η Ρούλα Κουκούλου που αργότερα παντρεύτηκε τον Ζαχαριάδη, «ήταν όμορφη, δυναμική γυναίκα… Την είχε όμως βάλει στο μάτι και ο Μάρκος Βαφειάδης, τον οποίο εκείνη ούτε ζωγραφιστό δεν ήθελε να τον βλέπει. Πώς να του το έλεγε όμως; Δεν μπορούσε κανείς να αγνοήσει ατιμώρητα τις διαταγές του αρχηγού του Δημοκρατικού Στρατού… Κάποιο βράδυ είχαν μαζευτεί αντάρτες και αντάρτισσες γύρω από ένα τραπέζι ξύλινο και γλεντούσαν με τραγούδια και χορούς. Ο Μάρκος είπε στην Κουκούλου να κάτσει δίπλα του. Εκείνη αγωνιούσε, ήθελε να φύγει. Ο Ζαχαριάδης την περίμενε σε μια ερημιά. Πώς να σηκωθεί να φύγει; Με ποια δικαιολογία;».
Η ίδια περιέγραψε αργότερα την ιδιόμορφη κατάσταση ως εξής: «Ο Μάρκος μού χάρισε το ρολόι του… Πώς να πήγαινα στον Νίκο με το ρολόι του Μάρκου στο χέρι; Κάποια στιγμή ο Μάρκος έβαλε το χέρι του κάτω από το τραπέζι και ακούμπησε το πόδι μου. Επάνω εκεί σηκώθηκα να φύγω. Πέφτουν πάνω μου οι άλλοι: “Τώρα που αρχίζει το γλέντι φεύγεις; Θα πούμε και τραγούδια αντάρτικα…”. Ημουν σε αναμμένα κάρβουνα! Ο Νίκος με περίμενε κι εγώ έπρεπε να κάθομαι δίπλα στον Μάρκο. Τον σιχαινόμουν. Δεν μπορούσα όμως να φύγω. Μου περνούσε η ιδέα ότι θα πουν: “Πάει να βρει τον Ζαχαριάδη”. Ετσι έμεινα ώς αργά και όταν πήγα στο καλύβι ο Νίκος κοιμόταν. Μιλήσαμε το άλλο μεσημέρι. Μου λέει: “Τι έγινε το βράδυ; Γιατί δεν ήρθες;”. Δεν του είπα τίποτε για τον Μάρκο. Δεν μπορούσα να σπείρω έχθρα ανάμεσα στους δύο αρχηγούς. Του λέω: “Δεν με άφηναν να φύγω”. Με κοίταξε και μου είπε απλά: “Καλά”. Περίμενα. Ηταν θυμάμαι 8 του μήνα, η επομένη του Αϊ-Γιαννιού. Και κάποια στιγμή μου λέει: “Πρέπει να σου πω ότι μπήκες στη ζωή μου παραπάνω από όσο θα ήθελα… Και τώρα πια μπήκες”. Μου είπε ότι είχε χωρίσει από την πρώτη του γυναίκα, τη Μάνια. “Πιστεύω ότι δεν σου είμαι αδιάφορος. Θες να παντρευτούμε;” (…) Κείνη τη μέρα αγκαλιαστήκαμε και φιληθήκαμε για πρώτη φορά. Τίποτα παραπάνω…».
Σχόλια







