Οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες του Σότσι είναι κάτι περισσότερο από αθλητική διοργάνωση για τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Ο ρώσος πρόεδρος φιλοδοξεί να κάνει στο κοινό μια επίδειξη δύναμης, αλλά και να κλείσει έναν κύκλο που άνοιξε με την άνοδό του στην εξουσία το 1999 και τον δεύτερο πόλεμο της Τσετσενίας και σηματοδότησε την επαναφορά της Ρωσίας, μετά τα χρόνια της παρακμής και της γεωπολιτικής αποσύνθεσης επί προεδρίας Γέλτσιν.

Επτά δεκαετίες από τη Μάχη του Στάλινγκραντ η τύχη της Μόσχας παίζεται για μία ακόμη φορά στη Νότια Ρωσία, μια περιοχή από την οποία περνούν οι αγωγοί πετρελαίου και φυσικού αερίου που εγγυήθηκαν τη ρωσική οικονομική ανάπτυξη της εποχής Πούτιν. Το Σότσι απέχει λιγότερο από 500 χιλιόμετρα από το Γκρόζνι, την πρωτεύουσα της Τσετσενίας που ισοπεδώθηκε από τα ρωσικά κανόνια κατά τη σκληρή πολιορκία τον χειμώνα του 1999. Δεκαπέντε χρόνια από τότε ο ρώσος πρόεδρος έφτιαξε τη δική του αψίδα του θριάμβου, χρηματοδοτώντας τους πιο ακριβούς αγώνες στην Ιστορία. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Πεκίνου στοίχισαν 43 δισεκατομμύρια δολάρια, 8 δισ. λιγότερα από τους χειμερινούς του Σότσι.

Ο θρίαμβος του Βλαντίμιρ Πούτιν θα ολοκληρωθεί το καλοκαίρι του 2018, με τη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου (κάποιοι αγώνες θα φιλοξενηθούν στο Σότσι), ενώ θα έχει προηγηθεί ένα γκραν πρι της Φόρμουλα 1 στις όχθες της Μαύρης Θάλασσας. Στα μάτια του νέου τσάρου ο αθλητισμός μετατρέπεται σε ένα γεωπολιτικό εργαλείο στη διεθνή σκακιέρα και ένα μήνυμα ισχύος στο εσωτερικό.

Ο ρώσος πρόεδρος δεν έκρυψε ποτέ τη φιλοδοξία του να αποκαταστήσει το κύρος της Ρωσίας ανάμεσα στους μεγάλους του κόσμου. Αλλά θέλει να το κάνει με τους δικούς του όρους. Το αποτέλεσμα είναι μια κατάσταση συνεχούς τριβής με τις Ηνωμένες Πολιτείες και συχνών αντεγκλήσεων με την Ευρώπη, με τελευταία την ουκρανική κρίση. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν θέλει να επιβάλει ακόμη περισσότερο τους όρους του στο εσωτερικό. Η αντιπολίτευση βρίσκεται υπό διωγμόν, οι αντίπαλοι στοχοποιούνται, τα ατομικά δικαιώματα τσαλαπατιούνται στο όνομα της διαφύλαξης της παράδοσης και των αξιών.

ΑΠΟΥΣΙΕΣ ΗΓΕΤΩΝ. Ο συνδυασμός των δύο είναι ο λόγος για τον οποίο έλειψαν από την χθεσινή τελετή έναρξης ο αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα και κορυφαίοι ευρωπαίοι ηγέτες, όπως η γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ, ο γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ και ο βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον. Αντίθετα, το «παρών» έδωσε ο πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ, ο ιταλός πρωθυπουργός Ενρίκο Λέτα, ο έλληνας Πρόεδρος Κάρολος Παπούλιας αλλά και ο τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν. Ο κινέζος πρόεδρος απέδωσε τα εύσημα στον ρώσο ομόλογό του για τη διοργάνωση των Αγώνων και χαιρέτισε την ενίσχυση των διμερών σχέσεων. Πρόσθεσε ωστόσο ότι οι δύο πλευρές πρέπει να εντείνουν τη συνεργασία τους σε θέματα όπως η κρίση στη Συρία.

Το ραντεβού με τον Ταγίπ Ερντογάν είχε διαφορετικό χαρακτήρα. Η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής φυσικού αερίου της Τουρκίας και τον τούρκο πρωθυπουργό το άθλημα που τον ενδιαφέρει είναι η ενέργεια και όχι το σκι. Το θέμα ενδιαφέρει εξόχως και το Κρεμλίνο, καθώς ο όγκος των συναλλαγών φτάνει τα 2 δισ. δολάρια τον μήνα. Ωστόσο η πτώση της τουρκικής λίρας και η πολιτική αναταραχή στο εσωτερικό της Τουρκίας δημιουργούν νέα δεδομένα. Υπό αυτές τις συνθήκες το ρεκόρ που θέλει να πετύχει ο Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι στις χιονοδρομικές πίστες του Σότσι αλλά στη μείωση των τιμών του φυσικού αερίου.