Στην Αριστερά, γράφει η γερμανική συντηρητική εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung, υπήρξε ευρεία συναίνεση ότι ο Αλέξης Τσίπρας, το νέο αστέρι της ελληνικής πολιτικής, θα ήταν ο καλύτερος πόλος έλξης για τις ευρωεκλογές.

Η ίδια εφημερίδα υπογραμμίζει τις δυσκολίες που συναντούν οι πολιτικές ομάδες του ευρωκοινοβουλίου στη διαδικασία αναζήτησης προσωπικοτήτων που θα ηγηθούν των ευρωψηφοδελτίων, διευκρινίζοντας ότι μόνο οι Σοσιαλδημοκράτες και η Αριστερά έχουν διευθετήσει χωρίς προβλήματα το ζήτημα: Οι Σοσιαλδημοκράτες επιλέγοντας τον Μάρτιν Σουλτς και οι Αριστεροί τον Αλέξη Τσίπρα.

«Στην Αριστερά σημειώθηκε ευρεία συναίνεση ότι ο νεαρός σταρ της ελληνικής πολιτικής θα είναι ο καταλληλότερος επικεφαλής στις ευρωπαϊκές εκλογές. Αλλωστε σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ φτάνει το 30%. Ένα τέτοιο ποσοστό μπορούν μόνο να ονειρευτούν άλλα αριστερά και κομμουνιστικά κόμματα στην Ευρώπη», γράφει η εφημερίδα και υπογραμμίζει το γεγονός ότι ο Τσίπρας αναδείχθηκε με 86% επικεφαλής του ψηφοδελτίου της Αριστεράς.

«Πολλοί ωστόσο στις Βρυξέλλες αμφιβάλλουν για το εάν τελικά ο κ.Τσίπρας πάει μόνιμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς σε τελική ανάλυση έχει ρεαλιστικές πιθανότητες να γίνει πρωθυπουργός στη χώρα του», επισημαίνει η συντηρητική εφημερίδα.

Σε ανάλογο δημοσίευμα, η εβδομαδιαία εφημερίδα Die Zeit προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει το περιορισμένο ενδιαφέρον των πολιτών για τις ευρωεκλογές χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα την ανοιχτή ηλεκτρονική ψηφοφορία που διοργάνωσαν οι Πράσινοι και η οποία ωστόσο είχε απελπιστικά μικρή ανταπόκριση.

Αναζητώντας τους λόγους του μειωμένου ενδιαφέροντος, η εφημερίδα παρατηρεί μεταξύ άλλων: «Η καλή αυτή ιδέα έρχεται αντιμέτωπη με μια σειρά πρακτικών εμποδίων. Ποιοι πολιτικοί είναι γνωστοί πανευρωπαϊκά; Ποια γλώσσα μιλάει ο Ελληνας Αλέξης Τσίπρας, που είναι υποψήφιος της Αριστεράς, όταν διεξάγει προεκλογικό αγώνα στο Παρίσι ή στην Μαδρίτη. Σε ποια δημοσιότητα απευθύνονται οι υποψήφιοι τη στιγμή που η κοινή ευρωπαϊκή δημοσιότητα βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα;»

Για να καταλήξει: «Πολύ συχνά οι εθνικές προοπτικές είναι σημαντικότερες από το κόμμα στο οποίο ανήκουν οι υποψήφιοι».