Έξι χρόνια πριν από το ναυάγιο στο Φαρμακονήσι ο τότε Συνήγορος του Πολίτη και νυν δήμαρχος Αθηναίων Γιώργος Καμίνης ζητούσε από τον τότε υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας Γιώργο Βουλγαράκη να μεριμνήσει ώστε να ερευνηθούν καταγγελίες για επαναπροώθηση παράνομα εισερχόμενων μεταναστών στα ελληνικά χωρικά ύδατα.

Το περιεχόμενο εκείνης της επιστολής με ημερομηνία 22 Νοεμβρίου 2007 παραμένει επίκαιρο. «Στις καταγγελλόμενες υποθέσεις είναι ιδιαίτερα δυσχερής η εξακρίβωση των πραγματικών περιστατικών», έγραφε ο Συνήγορος του Πολίτη. «Οι ισχυρισμοί των καταγγελλόντων αντιπαρατίθενται με τους ισχυρισμούς των εμπλεκόμενων οργάνων, χωρίς να υπάρχει, τις περισσότερες φορές, ασφαλές κριτήριο επαλήθευσης των ισχυρισμών των δύο πλευρών. Αυτό σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στο γεγονός ότι τα περιστατικά αυτά συμβαίνουν στη μεθόριο, σε χώρους δηλαδή όπου η δημοσιότητα και ο ‘‘κοινωνικός έλεγχος’’ της δράσης των αρχών είναι εκ των πραγμάτων ανύπαρκτος», κατέληγε.

Σε αυτή τη διαπίστωση συνοψίζονται όσα παρακολουθούμε να εκτυλίσσονται τις τελευταίες ημέρες μετά το ναυάγιο στο Φαρμακονήσι και τον θάνατο 12 ανθρώπων. Οι επιζήσαντες υποστηρίζουν ότι το σκάφος του Λιμενικού επιχείρησε να τους ρυμουλκήσει προς την Τουρκία. Μιλούν για πυροβολισμούς εκφοβισμού στον αέρα, για κλωτσιές και βρισιές από τους άνδρες του Λιμενικού. Λένε ότι η ρυμούλκηση έγινε με μεγάλη ταχύτητα προκαλώντας το ναυάγιο. Η άλλη πλευρά αντιπαραθέτει τους δικούς της ισχυρισμούς. Το Λιμενικό Σώμα αποδίδει τους πνιγμούς στις κακές καιρικές συνθήκες και σε βλάβη που παρουσίασε μηχανή του δικού του σκάφους. Αρνείται ότι επιχειρήθηκε απώθηση των μεταναστών. Ο αρχηγός του, Δημήτρης Μπαντιάς, ζήτησε χτες «συγνώμη» για την τραγωδία μιλώντας σε αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή.

Είναι γεγονός πως το Λιμενικό Σώμα έχει εμπλακεί κατά το παρελθόν σε υποθέσεις επαναπροώθησης μεταναστών. Το έχουν καταγράψει σε αναφορές τους για ενδεχόμενες παραβιάσεις των δικαιωμάτων μεταναστών μέλη της FRONTEX, αλλά και σε εκθέσεις του το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Αμνηστίας.

Στην περίπτωση του ναυαγίου στο Φαρμακονήσι όμως, όπως γινόταν και το 2007, κυριαρχεί η αντιπαράθεση των δύο πλευρών στο δημόσιο λόγο. Σε σπάνιες περιπτώσεις δημοσιογράφοι επιχείρησαν κρατώντας την απαραίτητη απόσταση (σε ρεπορτάζ ή αρθρογραφία) να προσεγγίσουν τα γεγονότα χωρίς να προδικάσουν το αποτέλεσμα της έρευνας που διεξάγει το Ναυτοδικείο Πειραιά. Τα περισσότερα ελληνικά ΜΜΕ κρατούν όπως φαίνεται μέχρι στιγμής δύο στάσεις: είτε υποβαθμίζουν το γεγονός, είτε σιγοντάρουν τη μία ή την άλλη πλευρά.

Η ψυχραιμία και πάλι χάθηκε. Ο υπουργός Ναυτιλίας Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης έσπευσε να καλύψει το Λιμενικό Σώμα ενώ δεν είχε ακόμη ξεκινήσει η έρευνα για τις συνθήκες του ναυαγίου. Υπονόησε στην αμετροεπή τοποθέτησή του διεθνή συνομωσία δυσφήμησης της Ελλάδας.

Από την άλλη, επιζήσαντες του ναυαγίου στήθηκαν για πολλά λεπτά στην Πλατεία Συντάγματος, ακίνητοι, κυκλωμένοι από φωτογράφους, με πρόσωπα κουρασμένα από το θρήνο. Ήταν δική τους απόφαση να μιλήσουν. Στη συνέντευξη Τύπου όμως που ακολούθησε φάνηκε πως δεν υπήρχε επαρκής μέριμνα από μη κυβερνητικές οργανώσεις για την προστασία τους. Άνθρωποι που είδαν τα παιδιά τους να πνίγονται και δεν μπορούσαν να συγκρατήσουν τα δάκρυά τους εκτέθηκαν στον κανιβαλισμό των Μέσων. Μόλις ένας εξ’ αυτών ολοκλήρωσε τη μαρτυρία του για το πώς πνίγηκαν η γυναίκα και τα παιδιά του και ξέσπασε σε λυγμούς, δημοσιογράφος τον ρώτησε αν μπορούσε να επαναλάβει τη διήγηση για να σημειώσει στο μπλοκάκι του τις λεπτομέρειες που έχασε. Τι θα γινόταν αν υπό το βάρος της θλίψης και την πίεση των ΜΜΕ σε μια συνέντευξη Τύπου σε ανοιχτό χώρο οι μετανάστες έπεφταν σε αντιφάσεις στις περιγραφές τους; Σαφώς και οι επιζήσαντες έπρεπε να μιλήσουν και να προβληθούν οι ιστορίες τους από όσο το δυνατόν περισσότερα ΜΜΕ, όχι όμως με αυτόν τον τρόπο.

Πριν από έξι χρόνια ο Συνήγορος του Πολίτη έγραφε σε εκείνη την επιστολή το αυτονόητο για παρόμοιες υποθέσεις: «Η συστηματικότητα των καταγγελιών, η διασταύρωση και η συνάφεια των μαρτυριών υποδηλώνουν τουλάχιστον ότι η αποτροπή- ανάσχεση της παράνομης εισόδου αλλοδαπών που εκτυλίσσεται στη μεθοριακή ζώνη της χώρας, ιδίως στη θαλάσσια, αποτελεί από τις πλέον αμφιλεγόμενες δράσεις των ελληνικών αρχών (…) Η Ελλάδα θα πρέπει να εξετάζει ενδελεχώς κάθε υπόθεση σοβαρής καταγγελίας παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων στους επίμαχους τομείς διοικητικής δράσης και να κοινοποιεί ικανοποιητικά πορίσματα ελέγχου στην κοινή γνώμη».