Πώς μπορεί να αμυνθεί μια δημοκρατία απέναντι σε έναν πολίτη που εκμεταλλεύεται μια θεμελιώδη αξία της, την ελευθερία της έκφρασης, για να διασπείρει με άλλοθι τη σάτιρα μήνυμα μίσους, ρατσισμού και αντισημιτισμού; Η γαλλική κυβέρνηση δοκιμάζει έναν τρόπο: να τον «ταράξει στη νομιμότητα». Αλλά όταν η νομιμότητα περνάει από την απαγόρευση, ξεσηκώνει μεγάλη συζήτηση

Στη ζωή του Ντιεντονέ Μ’μπάλα Μ’μπάλα, ή Ντιεντονέ σκέτο όπως είναι γνωστός, υπάρχει ένα «πριν» και ένα «μετά». Το «πριν» τελειώνει κάπου το 1997, όταν ο γεννημένος το 1966 από γαλλίδα μητέρα και καμερουνέζο πατέρα κωμικός διαλύει τη συνεργασία του με τον Ελί Σεμούν, έναν εβραίο (σημειώστε το αυτό) παιδικό του φίλο. Μαζί είχαν ξεκινήσει την… καριέρα τους ως ερασιτέχνες κωμικοί, μετά το σχολείο, σε τοπικά καφέ και μπαρ του Φοντενέ-ο-Ροζ. Μαζί συνέχισαν την επαγγελματική τους καριέρα, αρχές της δεκαετίας του 1990, σε σκηνές του Παρισιού και στην τηλεόραση, με βασική πρώτη ύλη της σάτιράς τους τα φυλετικά στερεότυπα. Αλλά το 1997, την ίδια χρονιά που ο αριστερός, αντιρατσιστής, φανατικός υπερασπιστής των μεταναστών χωρίς χαρτιά Ντιεντονέ κατέβηκε υποψήφιος βουλευτής στο Ντρε ενάντια σε έναν ακροδεξιό, το ντουέτο χώρισε. Το γιατί, άγνωστο. Πάντως ο Ντιεντονέ, που στο μεταξύ είχε παίξει και διάφορα ρολάκια στον κινηματογράφο, ήταν ξανά υποψήφιος στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2001, πάλι στο Ντρε, πάλι εναντίον του Εθνικού Μετώπου. Ισως λοιπόν το «πριν» στη ζωή του να σταματάει εδώ.

ΝΤΥΜΕΝΟΣ ΙΣΡΑΗΛΙΝΟΣ. Το «μετά» πάντως ξεκινάει το 2002. Οταν περιέγραψε τους Εβραίους ως «μια σέχτα, μια απάτη, τη χειρότερη από όλες, γιατί ήταν η πρώτη». Την ίδια χρονιά επιχείρησε να θέσει υποψηφιότητα για τη γαλλική προεδρία –δεν κατάφερε να συγκεντρώσει τις απαιτούμενες υπογραφές. Και το 2003 εμφανίστηκε στην τηλεόραση ντυμένος, υποτίθεται, ισραηλινός έποικος, με στρατιωτική στολή και καπελάκι ορθόδοξου Εβραίου∙ το «κωμικό σκετσάκι» κορυφωνόταν με έναν ναζιστικό χαιρετισμό και την κραυγή «Isra-heil».

Ο Ντιεντονέ άρχισε να συγχρωτίζεται όλο και περισσότερο γνωστούς αρνητές του Ολοκαυτώματος, να έρχεται όλο και πιο κοντά στο Εθνικό Μέτωπο. Το 2008, μάλιστα, ο Ζαν-Μαρί Λεπέν έγινε νονός του τρίτου από τα πέντε παιδιά που έχει αποκτήσει με τη Νοεμί Μοντάιν, σύζυγο και παραγωγό του. Αλλά ο ρατσισμός και ο αντισημιτισμός του Ντιεντονέ συνδυάζονται, μοναδικά για τη Γαλλία, με έναν ριζοσπαστικό ισλαμισμό. «Τον χρηματοδοτεί το Ιράν», ακούστηκε να λέει πρόσφατα ο Μανουέλ Βαλς, ο υπουργός Εσωτερικών του Φρανσουά Ολάντ, ο άνθρωπος που έστειλε τη Δευτέρα εγκύκλιο προς όλους τους περιφερειάρχες της Γαλλίας υποδεικνύοντάς τους το νομικό οπλοστάσιο που μπορούσαν να επιστρατεύσουν ώστε να ακυρώσουν ουσιαστικά την επικείμενη περιοδεία του. Η ταινία που κυκλοφόρησε το 2012, με τίτλο «Ο αντισημίτης», φέρεται πράγματι να χρηματοδοτήθηκε με κεφάλαια προερχόμενα κατευθείαν από το περιβάλλον τού τότε προέδρου του Ιράν, Μαχμούτ Αχμαντινετζάντ. Ο Ντιεντονέ διατηρεί επίσης αγαστές σχέσεις με τη λιβανέζικη Χεζμπολάχ και τον σύρο δικτάτορα Μπασάρ αλ Ασαντ. Στο βιογραφικό του να προστεθούν και συνολικά οκτώ καταδίκες, από το 2006 έως το 2010, για υβριστικά σχόλια και υποκίνηση φυλετικού μίσους.

Συνολικά χρωστάει σε πρόστιμα στο γαλλικό κράτος 65.000 ευρώ και στην αντιρατσιστική οργάνωση Licra άλλα 25.000 ευρώ. Χρωστάει επίσης στο κράτος 887.135 ευρώ για φοροδιαφυγή –είχε «ξεχάσει» να πληρώσει μέρος των φόρων του επί 12 συναπτά έτη, έως το 2009. Δεν έχει πληρώσει όμως τίποτα. Κι ας είναι συνήθως γεμάτο, χρόνια τώρα, από το 1999, το θέατρο Main d’ Or του Παρισιού όπου δίνει τα σόου του. Κι ας πουλάει καλά, μέσω διαφόρων αναμνηστικών, τη «μάρκα» του μέσω Ιντερνετ. Δεν έχει πια τίποτα στο όνομά του. Πρόσφατα βέβαια διαπιστώθηκε ότι από το 2009 έχουν μεταβιβαστεί από λογαριασμούς οικείων του σε εταιρεία που του ανήκει στο Καμερούν περισσότερα από 400.000 ευρώ. Ηδη έχουν αρχίσει έρευνες, μεταξύ άλλων και για ξέπλυμα μαύρου χρήματος.

Αλλά ο Ντιεντονέ κατηγορεί για όλες αυτές τις «δολοπλοκίες» εναντίον του, και για όλα τα δεινά του κόσμου βασικά, το παντοδύναμο «αμερικανοσιωνιστικό σύστημα». Αρνείται επίσης τον χαρακτηρισμό «αντισημίτης», απλός «αντισιωνιστής» δηλώνει, κι ας έχει αποκαλέσει τις τελετές μνήμης για το Ολοκαύτωμα «πορνογραφία της μνήμης». Οχι, δεν είναι αντισημίτης, όπως δεν είναι αντισημιτική αλλά «αντισυστημική» η διαβόητη quenelle, η χειρονομία που πατένταρε και αναπαράγουν διάφοροι ανόητοι στο Ιντερνετ αλλά και στα ποδοσφαιρικά γήπεδα, με τον Νικολά Ανελκά πιο πρόσφατο παράδειγμα. Το ένα χέρι τεντώνει προς το έδαφος, το άλλο πιάνει τον αντίθετο ώμο. «Αντίστροφος ναζιστικός χαιρετισμός» θεωρείται.

Πάντως η κρίσιμη σταγόνα για τη σοσιαλιστική γαλλική κυβέρνηση δεν ήταν η quenelle, ήταν ένα (ακόμα) απαράδεκτο «σατιρικό» σχόλιο που έκανε αρχές Δεκεμβρίου ο Ντιεντονέ, όταν, αναφερόμενος σε έναν εβραϊκής καταγωγής γάλλο δημοσιογράφο, είπε πως «όταν τον ακούω να μιλάει σκέφτομαι, οι θάλαμοι αερίων… κρίμα». Στην εγκύκλιό του ο Βαλς ζητούσε από τους περιφερειάρχες να απαγορεύσουν τα σόου του, επικαλούμενοι «απειλή για τη δημόσια τάξη». Εκείνοι άρχισαν να ανταποκρίνονται, ο Ντιεντονέ άρχισε να προσφεύγει στα τοπικά δικαστήρια, προσέφυγε και εναντίον του Βαλς για συκοφαντική δυσφήμηση. Το πρωί της Πέμπτης φάνηκε να κερδίζει την πρώτη του νίκη. Το διοικητικό δικαστήριο της Νάντης, όπου είχε προσφύγει εναντίον της απόφασης του περιφερειάρχη να απαγορεύσει την παράσταση με την οποία θα ξεκινούσε, το ίδιο εκείνο βράδυ, την περιοδεία του, έδωσε δίκιο στον κωμικό επιχειρηματολογώντας πως το επίμαχο σόου παιζόταν μήνες στο θέατρό του στο Παρίσι και «δεν διαταράχθηκε η δημόσια τάξη». Αλλά ο Βαλς προσέφυγε άμεσα στο Συμβούλιο της Επικρατείας, το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της Γαλλίας, κι αυτό, μόλις μία ώρα πριν από την προγραμματισμένη έναρξη της παράστασης, ενώ τα εισιτήρια είχαν σχεδόν εξαντληθεί και ο κόσμος σχημάτιζε ουρές, επικύρωσε την απαγόρευση.

ΦΙΛΟΙ ΣΤΟ FACEBOOK. Επιθέσεις και αντεπιθέσεις θα κρατήσουν καιρό. Και δεν λείπουν αυτοί που κατηγορούν τον Βαλς ότι συμπεριφέρεται άθελά του (ή και ηθελημένα, για όσους βλέπουν πίσω από όλα αυτά μια προσπάθεια αλίευσης ψήφων) ως «χρήσιμος ηλίθιος» ή και «ιμπρεσάριος» του Ντιεντονέ, κάνοντάς τον να διαπρέπει στον ρόλο του «αντισυστημικού παρία» που του έχει εξασφαλίσει 50.000 ακόλουθους στο twitter, 480.000 φίλους στο facebook και ακόμα περισσότερους υποστηρικτές στην πραγματική ζωή, κυρίως μεταξύ των απογοητευμένων από όλα νέων της χώρας με αραβική ή αφρικανική καταγωγή. Η έκβαση του πειράματος που κάνει η γαλλική κυβέρνηση, η αποτελεσματικότητα ή μη των νομικών εργαλείων που χρησιμοποιεί, θα είναι ένα χρήσιμο μάθημα. Αν μπορεί πάντως κανείς να βγάλει ήδη ένα συμπέρασμα, είναι πως το επονομαζόμενο «αντισύστημα» είναι συχνά πιο βρώμικο και από τον αντίπαλό του.