Αρχές Δεκεμβρίου, ένας 75χρονος και με κλονισμένη υγεία τούρκος ιμάμης που ζει στην Πενσιλβάνια των ΗΠΑ, απηύθυνε βιντεοσκοπημένο μήνυμα προς τους οπαδούς του. Μεταξύ άλλων, τους μίλησε για ένα τηλεφώνημα που είχε λάβει πριν από χρόνια με θέμα «μια επιφανή προσωπικότητα» στην Τουρκία που πήγαινε να συναντήσει μια πόρνη. Τους είπε ότι τηλεφώνησε με τη σειρά του σε έναν φίλο, ώστε να αποτρέψει τον εν λόγω συμπατριώτη τους. «Αν ήταν παγίδα, δεν θα είχε ανέλθει ποτέ στη θέση όπου βρίσκεται σήμερα», πρόσθεσε. «Μέχρι σήμερα, δεν είχα μιλήσει ποτέ σε κανέναν για αυτό… Μπορώ όμως να μετρήσω καμιά δεκαριά παρόμοια περιστατικά».

Σχόλια όπως αυτό –που υποδηλώνουν πρόσβαση σε απόρρητες πληροφορίες χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά –μοιάζουν ασυνήθιστα για έναν ιεροκήρυκα. Αλλά ο Φετουλάχ Γκιουλέν, ο άλλοτε στενός σύμμαχος του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που απειλεί να επιφέρει σήμερα την πολιτική του πτώση, δεν είναι ένας απλός ιμάμης. Ο ίδιος είναι γνωστός στους εκατομμύρια οπαδούς του ως «χοτζαεφέντη», «δάσκαλος». Το κίνημα ή αδελφότητα ή «σέχτα» σύμφωνα με κάποιους, της οποίας ηγείται, είναι παγκόσμια, αν και έντονα χρωματισμένη από τον τουρκικό εθνικισμό: αριθμεί σήμερα 500 σχολεία σε 140 χώρες∙ έχει τη δική της ομοσπονδία εργοδοτών, την Τουσκόν, και τις δικές της εφημερίδες, τον όμιλο Ζαμάν. Διοργανώνει συνέδρια σε όλον τον κόσμο. Και τα βιβλία του Γκιουλέν μεταφράζονται σε πολλές γλώσσες.

Ο αινιγματικός όσο και χαρισματικός αυτός ιμάμης άρχισε να χτίζει τη θεολογική του σκέψη στη Σμύρνη τη δεκαετία του 1970. Εγγράφεται στην παράδοση του Σαΐντ Νουρσί, ενός κούρδου ιερωμένου των αρχών του 20ού αιώνα, και του κινήματος Νουρτσού, που φλερτάρει με τον σουφισμό αλλά αποκλείει θεωρητικά την πολιτική δραστηριοποίηση.

ΙΣΛΑΜ… ΔΥΤΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ. Ο Γκιουλέν κηρύττει ταυτόχρονα την ισλαμική πίστη και το πνεύμα του καπιταλισμού∙ προκρίνει, σύμφωνα με τον γάλλο αναλυτή Λουί Μαρί Μπιρό, «μία χαλαρή σχέση των μουσουλμάνων με τον σύγχρονο τρόπο ζωής, που θεωρείται ως ο καλύτερος τρόπος να θριαμβεύσει ένα ισχυρό Ισλάμ».

Ο Γκιουλέν ζει στις ΗΠΑ από το 1999, αναζήτησε εκεί καταφύγιο καθώς κατηγορήθηκε στην Τουρκία για συνωμοσία με σκοπό την ανατροπή του κοσμικού κράτους. Οι κατηγορίες απορρίφθηκαν, ο ίδιος όμως δεν επέστρεψε ποτέ στην πατρίδα του. Είκοσι χρόνια τώρα, το κίνημά του ανθεί στα παρασκήνια της τουρκικής πολιτικής εξουσίας∙ παρότι επισήμως είναι απολιτικό, φέρεται να ελέγχει την αστυνομία και ένα μέρος του δικαστικού μηχανισμού. Την τελευταία δεκαετία, οι οπαδοί του βοήθησαν τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να εξασφαλίσει τρεις διαδοχικές νίκες. Γκιουλέν και Ερντογάν, αν και πολύ διαφορετικές προσωπικότητες, ήρθαν κοντά χάρη στον κοινό τους εχθρό, το κεμαλικο-στρατιωτικό κατεστημένο. Μέχρι που ο Ερντογάν έπαψε να φοβάται τον στρατό. Και έπειτα, σιγά σιγά, ήρθε η ρήξη.