Ηταν, που λέτε, μια φορά όπου ‘χαμε έναν γυμνασιάρχη, καλό ανθρωπάκι. Οπως οι περισσότεροι επί χούντας γυμνασιάρχες, ήταν κι αυτός κουτσός, τούτο όμως διόλου δεν τον εμπόδιζε από το να προλαβαίνει την παραμικρή μας παραβατικότητα και να την επιβραβεύει με επιτόπιες σφαλιάρες. Τον αγαπούσαμε γιατί παρ’ όλα αυτά διέθετε μια μάλλον παιγνιώδη προσωπικότητα. Σ’ αυτό συνέτεινε και η ρουμελιώτικη προφορά του που στα καλαματιανά μας αυτάκια ηχούσε σαν διαρκές ακέκδοτο. Μου τον έφερε στη μνήμη η πρόσφατη αναταραχή με τις παρακολουθήσεις και τις υποκλοπές γιατί, στην εποχή του, ήταν ο προνομιακός χρήστης μιας μικροφωνικής εγκατάστασης που του επέτρεπε να μας σέρνει τον αναβαλλόμενο μέσα από μεγάφωνα. Ηταν δε τέτοια η ένταση και οι μικροφωνισμοί που οι εντολές του γίνονταν εις επήκοον όλης της συνοικίας, του εκκλησιάσματος των Αγίων Ταξιαρχών και των καφενόβιων της διπλανής πλατείας. Τι να μας πουν τώρα ο Πάγκαλος, η Μέρκελ και ο Ομπάμα ο ίδιος; Ο άνθρωπος ήταν μακράν, ιδίως όταν ξέχναγε να πατήσει το κουμπάκι του off και στο καπάκι τηλεφωνούσε στη γυναίκα του: «Πού ‘σαι, μωρή; Εχω πάρει κάτι ψάρια και χόρτα για του μεσημέρ’. Θα ‘ρθεις να τα πάρεις ή να σ’ τα στείλω με κανά πιδί;». Μέχρι να πέσει η επόμενη ατάκα κρατούσαμε την κοιλιά μας απ’ τα γέλια ενώ ο καθηγητής μας αμήχανος έκανε ότι σημειώνει κάτι στο βιβλίο ύλης.

Την κρατάω πεντακάθαρη μέσα μου αυτή την ηχητική μπάντα και κατά βάθος την ευγνωμονώ που μ’ έσωσε από τον φόβο των ισχυρών. Πώς να φοβηθείς έναν γυμνασιάρχη με μια σακούλα ψάρια κι έναν αμερικανό πρέσβη που λέει what is this motherfucker Pangalos doing?