Τι είναι αυτό που κάνει ένα βιβλίο αξιανάγνωστο; Κάποιοι επιλέγουν βάσει θέματος. Αλλοι, αλκοολικοί της πλοκής, ενδιαφέρονται κυρίως για τη δράση. Ομως το μυθιστόρημα, με το ανθρωπογνωστικό του έρμα, είναι σπουδή στην ανθρώπινη κατάσταση. Μια γυναίκα που πλήττει μέσα στον γάμο της και ερωτεύεται κάποιον άλλον είναι από μόνο του ένα θέμα μπανάλ. Γέννησε όμως μία Μαντάμ Μποβαρί και μία Καρένινα.

Ο Τζούλιαν Μπαρνς έχει αποδειχθεί μάστορας της ατμόσφαιρας. Κεντάει τις λέξεις του, κουρδίζει τον ρυθμό της αφήγησης, σπουδάζει τους ανθρώπους. Καταγράφει τις μικρές λεπτομέρειες: ένα στραβοφορεμένο ρούχο, ένα βλέμμα που στάθηκε λίγο παραπάνω απ’ ό,τι έπρεπε, μια ατάκα που τσούζει. Αλλωστε, όταν ο Μπαρνς έλαβε το Μπούκερ, οι κριτές εστίασαν ακριβώς σε αυτό: το βραβευμένο βιβλίο του, είπαν, εστιάζει στην ανθρώπινη φύση και την ανθρώπινη εμπειρία. Μα αυτό δεν είναι η λογοτεχνία;

Στο μυθιστόρημα «Πριν εκείνη με γνωρίσει» ο Μπαρνς καταπιάνεται με το θέμα του γάμου. Καλύτερα: με το θέμα του έρωτα μέσα στον γάμο. Ενός έρωτα εμμονικού, που σε παίρνει και σε σηκώνει. Εχουμε τόσο πολύ συνηθίσει να συναντούμε αυτό το είδος της παμφάγας ερωτικής εμμονής εκτός γάμου που η ελαφρά μετακίνηση του πρίσματος προκαλεί κι ενδιαφέρει.

Ο Γκράχαμ είναι ακαδημαϊκός δάσκαλος. Διδάσκει Ιστορία στους φοιτητές του. Στα τριάντα οχτώ του αισθάνεται λιγάκι σαν συνταξιούχος. Τα δέκα τελευταία χρόνια το κορμί του χρησίμευε όλο και λιγότερο. «Οταν κάποια φοιτήτρια σταύρωνε απέναντί του τα πόδια της δείχνοντάς του το κιλοτάκι της, η αντίδρασή του ήταν να της δώσει τα πιο δύσκολα θέματα για την εργασία της, κι εκείνες είχαν διαδώσει ότι ήταν κρυόκωλος». Χαντακωμένος σε έναν γάμο που έχει καταλήξει ναρκοπέδιο, με μία σύζυγο που έχει ακονίσει τα μαχαίρια της και κατέχει την υψηλή τέχνη να προκαλεί ενοχές, μπλέκεται σε μια εξωσυζυγική σχέση. Η Αν είναι όλα αυτά που δεν υπήρξε ποτέ η Μπάρμπαρα. Πρώην ηθοποιός, έχει ζήσει τη ζωή της στη διαπασών. Λέει αυτό που εννοεί και εννοεί αυτό που λέει. Δεν κάνει κορδελάκια, δεν είναι χειριστική. Ετσι λοιπόν, ο Γκράχαμ παίρνει τη μεγάλη απόφαση. Αυτός ο τέλεια οχυρωμένος άντρας («Ζώντας κανείς μαζί σου, Γκράχαμ, είναι σαν να παίζει σκάκι με κάποιον που έχει δύο σειρές αξιωματικούς», τον κατηγορεί η Μπάρμπαρα) χωρίζει «με τον τρόπο του δειλού» και ξαναπαντρεύεται.

Η συμβίωση με την Αν μοιάζει, στην αρχή, ειδυλλιακή. Μόνο που η λατρεμένη νέα σύζυγος είχε ζωή και πριν από τον Γκράχαμ. «Γιατί δεν το έζησες αυτό μαζί μου;» θέλει να τη ρωτήσει κάθε φορά που αποκαλύπτεται πως η Αν έχει ταξιδέψει, γλεντήσει, δοκιμάσει πράγματα και με άλλους άντρες. Μ’ αυτά τα μυαλά, τα ταξίδια καταλήγουν καταστροφή. Ο Γκράχαμ αναζητεί τόπους όπου η γυναίκα του δεν τριγύρισε αγκαλιά με κάποιον άλλον: «Ο Μπένι του είχε αφαιρέσει μια μεγάλη φέτα της Ιταλίας. Θα μπορούσε να πάρει ένα ψαλίδι, να κόψει τον χάρτη ευθεία από την Πίζα μέχρι το Ρίμινι, να ψαλιδίσει παράλληλα την Ασίζη και έπειτα να κολλήσει το κάτω τμήμα της Ιταλίας σε ό,τι είχε απομείνει από το επάνω τμήμα. Να τη μετατρέψει σε μποτίνι, όπως αυτά με τα κουμπάκια στο πλάι».

Στον χορό των προσώπων προστίθεται ο Τζακ Λάπτον, συγγραφέας, κοινός φίλος των δύο και κρυφός πρώην αγαπητικός της Αν, ο οποίος συναντά τους δύο συζύγους σε χωριστές συνεδρίες, ακούει τον καημό και το δράμα τους, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού να το κάνει κάποια στιγμή ιστορία. Και δεν διστάζει να το ξεστομίσει καθαρά: «Φρόντισε μόνο ό,τι μου πεις να μπορώ με τη μεταπλαστική μου δύναμη να το μετατρέψω σε ιστορία αξίας τουλάχιστον διακοσίων λιρών –αυτό είναι το αστειάκι μου. Ρίχ’ το».

Σιγά σιγά, οι μικρές λεπτομέρειες αποκτούν βάθος και βάρος, η εμμονή γίνεται σκοτάδι και άβυσσος. Αυτό που στην αρχή φαντάζει κωμικό και ευτράπελο έχει μια δεύτερη όψη, ζοφερή. Η μετάφραση του Θωμά Σκάσση αποδίδει τον αφηγηματικό ρυθμό, που χτίζει σιγά σιγά την ατμόσφαιρα, αλλά και την κεντημένη γλώσσα, που αναδεικνύει τη φωνή του αφηγητή και την ιδιαίτερη όρασή του.

Ετσι, λοιπόν, ο Γκράχαμ που «αισθανόταν μες στον γάμο του ανύπαντρος, ευτυχισμένος μεν αλλά όχι παντρεμένος», μαθαίνει με τον δύσκολο τρόπο ότι ο γάμος, όπως και ο έρωτας, έχουν «ένα σφάλμα στον σχεδιασμό». Κι αυτό που σε κάνει να χαίρεσαι μπορεί να σε κάνει να πονάς, ταυτόχρονα. Πολύτιμη γνώση. Δυστυχώς στερνή.

Δεν ξέρω αν συμφωνώ με το τέλος που επιφυλάσσει στους ήρωές του ο Μπαρνς. Από μια άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί κι αυτό μπανάλ. Ομως δεν είμαι σίγουρη πως είχαν άλλα περιθώρια. Ετσι όπως έστρωσαν, η ζωή τους κατέληξε μονόδρομος.