Είναι τελικά η μοίρα της χώρας οι ασήμαντοι και οι ελάχιστες μειοψηφίες που τους ακολουθούν να προκαλούν γεγονότα που υπονομεύουν το δημόσιο συμφέρον και το δικαίωμα όλων των πολιτών ανεξαιρέτως να διαβιούν στο πλαίσιο μίας ώριμης δημοκρατίας και ενός λειτουργικού κράτους;

Ασφαλώς δεν περιποιεί τιμή για τη δημοκρατία να συλλαμβάνεται ένας αρχηγός και αρκετοί βουλευτές ενός κόμματος με το βαρύ κατηγορητήριο της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης. Για άλλη μία φορά αναδεικνύονται οι πολιτικές ιδιαιτερότητες και οι χρόνιες αδυναμίες της χώρας. Οπως το 1967, όταν μία ομάδα χαμηλόβαθμων αξιωματικών έκανε ρεσάλτο και κατέλαβε την εξουσία δίχως να αναχαιτισθεί με αποτελεσματικό τρόπο από τη συντεταγμένη πολιτεία και τα πολιτικά κόμματα. Είναι αυτό το ρεσάλτο στην εξουσία και στα κοινοβουλευτικά έδρανα που επανέρχεται στην ελληνική πολιτική από ομάδες με τάσεις ιδιοποίησης της εξουσίας, με διαιρετικές και αντιδημοκρατικές απόψεις. Είναι επίσης οι τάσεις τμήματος του εκλογικού σώματος που προσφέρουν πρόσφορο έδαφος και κοινωνική νομιμοποίηση στις καταστάσεις αυτές.

Οι ερμηνείες που συνδέουν την κρίση, τα Μνημόνια και τις συνέπειές τους με την άνοδο της Ακροδεξιάς έχουν τα όριά τους. Δεν εμφανίστηκε ακροδεξιό κόμμα με ανάλογη απήχηση σε άλλες χώρες που επίσης αντιμετωπίζουν κρίση, όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Κύπρος. Μόνο στην Ουγγαρία εμφανίστηκε ένας παρόμοιος κομματικός σχηματισμός (το Κίνημα για μια Καλύτερη Ουγγαρία – Jobbik), αλλά και εκεί η κρίση δεν υπήρξε η αποκλειστική αιτία. Από την άλλη πλευρά, διαπιστώνεται άνοδος της λαϊκιστικής ριζοσπαστικής Δεξιάς (δίχως βίαιο ακτιβισμό) σε χώρες που έχουν πληγεί ελάχιστα από την ύφεση στην Ευρώπη, όπως η Φινλανδία (True Finns), η Γαλλία (Εθνικό Μέτωπο) και η Αυστρία (FPÖ).

Στην Ελλάδα υπήρχαν πρόδρομα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι τμήματα του εκλογικού τμήματος δεν συμμορφώνονται με τη δημοκρατική νομιμότητα, δεν έχουν ανεκτικότητα στη διαφορετική άποψη και στον κοινωνικό πλουραλισμό, υιοθετούν μία διάκριση φίλου/εχθρού και επιλέγουν διαφορετικούς τρόπους πολιτικής συμμετοχής που συχνά φθάνουν στα όρια της λεκτικής ή της φυσικής βίας. Τα φαινόμενα αυτά έχουν προκύψει σε διαφορετικούς βαθμούς σε όλα σχεδόν τα πολιτικά κόμματα, ενώ συχνά διεκδικούν και αυτόνομη κομματική έκφραση. Δεν είναι τυχαίο ότι κατά την πολιορκία της Βουλής συναντήθηκαν «αγανακτισμένοι» από διαμετρικά αντίθετους πολιτικούς χώρους. Είναι δε λυπηρό ότι μία άλλη περίπτωση δολοφονίας, στη Marfin, δεν οδήγησε σε ανάλογη εξάρθρωση της εγκληματικής ομάδας που έδρασε.

Πρέπει να αξιοποιηθεί η διεθνής εμπειρία και τα τρία διαφορετικά παραδείγματα προάσπισης της δημοκρατίας έναντι εξτρεμιστικών ομάδων. Πρώτον, η μαχητική δημοκρατία που χρησιμοποιεί συνταγματικά και αστυνομικά μέσα, όπως στην περίπτωση που τέθηκε εκτός νόμου το SRP (Socialist Reich Party) στη Γερμανία. Δεύτερον, η αμυνόμενη δημοκρατία, η οποία παρακολουθεί στενά τη δράση τέτοιων κομμάτων και επιτηρεί τη δράση τους, όπως η περίπτωση των NPD, DVU και REP στη Γερμανία. Τρίτον, η δημοκρατία της «ανοσίας», η οποία περιορίζει στο ελάχιστο τη χρήση κρατικών μέσων και δημιουργεί αναχώματα από τα κάτω, στο πεδίο της εκπαίδευσης, των μέσων ενημέρωσης και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών που προασπίζονται τις δημοκρατικές αξίες, όπως συμβαίνει κατεξοχήν στις ΗΠΑ έναντι του National Socialist Party.

Τα πρόσφατα γεγονότα, λοιπόν, θα σηματοδοτήσουν μία απαρχή ανακαίνισης του πολιτικού συστήματος στον βαθμό που τα πολιτικά κόμματα –τα υφιστάμενα ή νέα –καταφέρουν να λειτουργήσουν διαπλαστικά προς την κοινή γνώμη, να ανακόψουν κάθε διάθεση για ρεσάλτο στην εξουσία και στη Βουλή ομάδων με αντιδημοκρατικές αντιλήψεις. Μόνο με ισχυρά πολιτικά και κοινωνικά αντίδοτα θα προστατευθεί το πολίτευμα και οι ελευθερίες των πολιτών έναντι όσων τις αμφισβητούν και επιδιώκουν να μας κάνουν διαρκώς «αδερφοφάδες». Σε διαφορετική περίπτωση αυτό το τμήμα του εκλογικού σώματος θα αναζητήσει κάποια εναλλακτική στέγη, ενδεχομένως να επιλέξει την προσωρινή μετάλλαξη, μέχρι να επανακάμψει δριμύτερο. Τελικά, η πολιτική κρίση πιθανότατα θα αποδειχθεί σοβαρότερη από την οικονομική.

Ο Μάνος Γ. Παπάζογλου είναι λέκτορας Πολιτικών Συστημάτων στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου