Η γνωστή αλυσίδα καφετεριών Starbucks ζήτησε από τους πελάτες της στις ΗΠΑ να… αφήνουν τα όπλα τους στο σπίτι προτού έρθουν στα καταστήματά της.

Η απόφαση αυτή – που παρουσιάζεται με τη μορφή παράκλησης προς τους πελάτες και όχι απαγόρευσης – είναι αποτέλεσμα της έντονης συζήτησης που διεξάγεται αυτή την εποχή στις ΗΠΑ για την οπλοχρησία, μετά τα αλλεπάλληλα περιστατικά δολοφονιών πολιτών, ακόμη και ανηλίκων, από ενόπλους.

Πολλές αλυσίδες εστιατορίων και άλλων καταστημάτων στην Αμερική δεν επιτρέπουν την είσοδο πελατών με πυροβόλα όπλα. Ωστόσο, η πολιτική των Starbucks μέχρι τώρα προέβλεπε τη συμμόρφωση με τη νομοθεσία περί όπλων που ισχύει σε κάθε αμερικανική πολιτεία. Σε πολλές πολιτείες επιτρέπεται στους πολίτες να φέρουν όπλα μέσα σε καταστήματα.

Η πολιτική αυτή οδήγησε στον «εορτασμό», τον περασμένο Αύγουστο, της «Ημέρας Ευγνωμοσύνης προς τα Starbucks» από οργανώσεις υποστηρικτών της οπλοφορίας – γεγονός που έβαλε τη γνωστή αλυσίδα στο μέσον μιας κοινωνικής και πολιτικής αντιπαράθεσης.

Η επίμαχη εκδήλωση διοργανώθηκε και στο Νιουτάουν του Κονέκτικατ, όπου τον περασμένο Δεκέμβριο ένας 20χρονος εισέβαλε σε ένα δημοτικό σχολείο και άνοιξε πυρ, σκοτώνοντας 20 παιδιά και έξι ενήλικες. Τα Starbucks έκλεισαν το εν λόγω κατάστημα πριν από την έναρξη της αμφιλεγόμενης εκδήλωσης.

Ο διευθύνων σύμβουλος της επιχείρησης Χάουαρντ Σουλτζ συνέταξε μια ανοικτή επιστολή προς τους πελάτες της αλυσίδας, στην οποία ξεκαθαρίζει ότι «δεν θέλουμε αυτές τις εκδηλώσεις στα καταστήματά μας».

«Ζητώ με σεβασμό από τους πελάτες να μην φέρουν στο εξής πυροβόλα όπλα μέσα στα καταστήματά μας ή σε εξωτερικούς χώρους όπου βρίσκονται δικά μας τραπεζοκαθίσματα» αναφέρεται στην ανοιχτή επιστολή.

Ωστόσο, τα Starbucks δεν επιβάλλουν γενική απαγόρευση των όπλων στα περίπου 7.000 καταστήματά τους, με την αιτιολογία ότι κάτι τέτοιο ενδεχομένως θα έφερνε το προσωπικό αντιμέτωπο με εξαγριωμένους ένοπλους πελάτες.

Η εταιρεία ελπίζει να δώσει στους «υπεύθυνους ιδιοκτήτες όπλων την ευκαιρία να συμμορφωθούν με την παράκλησή της» ανέφερε ο κ. Σουλτζ.

«Δεν ανησυχώ ότι θα χάσουμε πελάτες μετά από αυτό. Νιώθω ότι έλαβα την καλύτερη απόφαση προς το συμφέρον της εταιρείας μας» δήλωσε στο πρακτορείο ειδήσεων Reuters.