Για παπουτσωμένο είχαμε ακούσει. Για μαύρο, πονηρό, ο οποίος κάθε που νύχτωνε ντυνόταν γαμπρός, είχαμε ακούσει. Αλλά γάτος θαλαμηπόλος, γάτος μαθητευόμενος ζαχαροπλάστης, γάτος σερβιτόρος ή γάτος μαυριτανός δεν είναι και οι πρώτοι που μας έρχονται στον νου, ακόμη και αν είμαστε φανατικοί των κινουμένων σχεδίων.

Τούτοι εδώ όμως οι γάτοι δεν είναι συνηθισμένοι. Θα πείτε, «ο παπουτσωμένος είναι συνηθισμένος;». Οχι. Αλλά ούτε και οι προαναφερθέντες είναι. Διότι για να έχουν δικά τους πορτρέτα, να ποζάρουν ντυμένοι με κοστούμια του 18ου και του 19ου αιώνα, να κυκλοφορούν ανενόχλητοι σε ένα από τα λαμπρότερα (πρώην) παλάτια του κόσμου συναναστρεφόμενοι καθημερινά με ταναγραίες και γυμνόστηθες γυναίκες από την Ταϊτή (διά χειρός Γκογκέν), να «προστατεύουν» πίνακες του Λεονάρντο ντα Βίντσι και του Πικάσο, και να έχουν χριστεί φύλακες πολύτιμων τσαρικών θησαυρών, ε, τότε μάλλον δεν είναι απλοί κεραμιδόγατοι.

Ο λόγος για τους τετράποδους φρουρούς του Μουσείου Ερμιτάζ στην Αγία Πετρούπολη, οι οποίοι κυκλοφορούν ελεύθεροι σε κάθε γωνιά του μουσείου, από τα υπόγεια έως τις κυρίως αίθουσες, ανενόχλητοι. Ουδείς μπορεί να τους σταματήσει, δεν έχουν κανέναν περιορισμό. Και μπορεί τα καθήκοντά τους να μην είναι ούτε στην κουζίνα –με την ιδιότητα του ζαχαροπλάστη –ούτε στα ιδιαίτερα δώματα, είναι όμως υπεύθυνοι για να εξοντώνουν τους αρουραίους που θα μπορούσαν να απειλήσουν τα περίπου τρία εκατομμύρια πολύτιμα έργα τέχνης τα οποία φυλάσσονται στο μουσείο.

Οι γάτες του Ερμιτάζ φέρουν ειδική ταυτότητα. Ζουν χάρη σε δωρεές πολιτών και χορηγίες εταιρειών παρασκευής γατοτροφών. Και παρότι τη δουλειά τους πλέον μπορούν να την κάνουν οι μυοκτονίες με χημικά προϊόντα, εκείνες όχι μόνο δεν έχουν χάσει το βασίλειό τους, αλλά έχουν δική τους ημέρα –γιορτάζεται στις 28 Μαρτίου κάθε χρόνο -, ένα παιδικό βιβλίο αφιερωμένο ειδικά σε αυτές και δικό τους μιούζικαλ με τζαζ υπόκρουση.

Και τώρα έξι εξ αυτών «ντύθηκαν» με στολές εποχής και απέκτησαν και τα δικά τους πορτρέτα, τα οποία φιλοξενούνται στο περιοδικό του Μουσείου Ερμιτάζ και τα υπογράφει ο 30χρονος ουζμπέκος καλλιτέχνης Ελνταρ Ζακίροφ, εμπνευσμένος από τις δημιουργίες ρώσων συναδέλφων του προηγούμενων αιώνων.

Ανώτατο όριο: 70

Ο αριθμός τους σήμερα φθάνει στις 70 και με τη φροντίδα τους είναι επιφορτισμένοι δύο υπάλληλοι και τρεις εθελοντές πλήρους απασχόλησης. Μάλιστα, αυτό θεωρείται και το ανώτατο όριο που μπορεί να φτάσουν, διότι περισσότερες ούτε μπορούν να συντηρηθούν –δεν υπάρχει ειδικό κονδύλι για τη φροντίδα τους –αλλά και επειδή οι ειδικοί έχουν διαπιστώσει ότι οι ίδιες οι γάτες όταν καταλάβουν ότι καλύπτεται η δουλειά τους από άλλες τεμπελιάζουν και δεν αποδίδουν.

Δεν ήταν πάντα όμως τόσες. Οι πρώτοι γάτοι που ανέλαβαν δράση στον συγκεκριμένο χώρο ήταν τον 18ο αιώνα, επί Μεγάλου Πέτρου, αλλά επισήμως καθήκοντα τους ανατέθηκαν επί Αικατερίνης της Μεγάλης. Και μπορεί να μην εκδιώχθηκαν μαζί με τους τσάρους από τους μπολσεβίκους, όταν όμως έπεσε λιμός στην πόλη αποτέλεσαν τροφή για τους κατοίκους, με αποτέλεσμα οι αρουραίοι να απλωθούν ανεξέλεγκτα και να χρειαστεί να έρθουν γάτες-μετανάστες από την Κεντρική Ρωσία για να καλύψουν το κενό μετά τη λήξη της πολιορκίας του Λένινγκραντ.

Εκτοτε γίνεται προσπάθεια ο αριθμός τους να είναι ελεγχόμενος και αποτελούν πλέον μαζί με τους πολύτιμους θησαυρούς και αυτές εκθέματα –και μάλιστα από τα αγαπημένα –του μουσείου για τους περίπου δυόμισι εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως.