Η ξεκάθαρη στήριξη που παρείχε στα ελληνικά αιτήματα ο Μπαράκ Ομπάμα δίνει το μέτρο της επιτυχίας του ταξιδιού Σαμαρά στις ΗΠΑ: η Ελλάδα βγαίνει αναβαθμισμένη από την επίσκεψη αυτή, αλλά βεβαίως ακόμα τίποτα δεν έχει κριθεί.

Η ηχηρή δήλωση του Προέδρου των ΗΠΑ για την ανάγκη να μην περιορίζεται η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στις πολιτικές λιτότητας που έχουν επιβάλει οι ισχυρές χώρες της ευρωζώνης αποτελεί ασφαλώς προάγγελο θετικών εξελίξεων.

Είναι δε σημαντικό ότι η αμερικανική οπτική για την έξοδο από την κρίση δεν έχει να κάνει μόνο με την ανακούφιση της Ελλάδας από ένα μέρος του χρέους, αλλά και με την εξεύρεση πόρων για την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.

Αυτή είναι και η μόνη εφικτή – και ρεαλιστική – πολιτική διεξόδου από την κρίση. Οχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για όλες τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου.

Βεβαίως δεν είναι οι ΗΠΑ που χρηματοδοτούν τη χώρα μας, αλλά οι εταίροι – με επικεφαλής τη γερμανική κυβέρνηση, η οποία έχει τη δική της οικονομική πολιτική και τις δικές της προεκλογικές σκοπιμότητες. Και πέρα από τις δηλώσεις Ομπάμα, είναι σαφές ότι ώς τις γερμανικές εκλογές, η Ελλάδα δεν μπορεί να περιμένει το παραμικρό.

Προφανώς, η κυβέρνηση οφείλει τώρα να κεφαλαιοποιήσει τη – δεδομένη πια – αμερικανική στήριξη για ελάφρυνση των οικονομικών βαρών που έχει επωμισθεί. Ωστόσο, αυτό πρέπει να γίνει παράλληλα με την τήρηση των ισορροπιών με τους δανειστές.

Πέρα όμως από τον διεθνή παράγοντα, υπάρχει και το εσωτερικό της χώρας: το βασικό ζητούμενο σε κάθε περίπτωση παραμένει η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος στον προϋπολογισμό, με κάθε (πολιτικό) κόστος. Μόνον έτσι η Ελλάδα μπορεί να ελπίζει!