Ηταν κάτι σαν το ιερό δισκοπότηρο των κινηματογραφόφιλων: ένα βωβό φιλμ που ο τιτάνας της έβδομης τέχνης Ορσον Γουέλς είχε γυρίσει το 1938 για τις ανάγκες μιας θεατρικής παράστασης.

Η ιστορία μάς λέει τα εξής: το 1938 ο 23χρονος τότε Γουέλς αποφάσισε να ανεβάσει μια θεατρική παράσταση όπου θα διασκεύαζε την κωμωδία «Too much Johnson», την οποία ο Γουίλιαμ Γκιλέτ έγραψε τον 19ο αιώνα. Πριν από κάθε μέρος της παράστασης όμως (που χωρίζεται στα τρία), μια κινηματογραφική οθόνη θα κατέβαινε και εκεί οι θεατές θα απολάμβαναν από μια σλάπστικ κωμωδία μικρού μήκους που θα ήταν απολύτως ενσωματωμένη στο δραματουργικό σώμα της βραδιάς –εν είδει προλόγου.

Η παράσταση τελικά ανέβηκε χωρίς τα τρία αυτά φιλμ –τα οποία ποτέ δεν ολοκληρώθηκαν για άγνωστους λόγους (κάποιοι θεωρούσαν πως υπεύθυνη ήταν η εταιρεία Paramount που είχε τα πνευματικά δικαιώματα του θεατρικού έργου για μια μελλοντική κινηματογραφική μεταφορά του, αλλά τελικά αυτό αποδείχθηκε απλώς μια φήμη).

Ολοι νομίζαμε πως η ταινία καταστράφηκε σε μια πυρκαγιά που χτύπησε το σπίτι του Ορσον Γουέλς στη Μαδρίτη, το 1970. Ε, τελικά βρέθηκε μια κόπια σε μια… αποθήκη στο Πορντενόνε της Ιταλίας από τους υπεύθυνους του Διεθνούς Φεστιβάλ Βωβών Ταινιών της περιοχής.

Μη σας φαίνεται παράξενο. Μπορεί το «επαρχιακό» Πορντενόνε να είναι μια πόλη 60.000 κατοίκων, αλλά το κεντρικό του θέατρο θα το ζήλευαν πρωτεύουσες, για να μην πω ότι ανάλογες επαρχιακές πόλεις δεν το ονειρεύονται καν. Η πόλη διαθέτει επίσης τμήμα πανεπιστημίου και δύο, παρακαλώ, τμήματα ακαδημίας θεάτρου –ενώ ανεβάζει τον τουρισμό της με αυτό το μοναδικό φεστιβάλ, προσελκύοντας κόσμο που δεν έρχεται απλώς για να τιγκάρει στην πάστα και στην πίτσα. Κοινώς, μιλάμε για μια θρυλική διοργάνωση που συγκεντρώνει φανατικούς κινηματογραφόφιλους από όλο τον κόσμο.

Αυτοί λοιπόν, όταν ανακάλυψαν περιχαρείς την ταινία, την έστειλαν εκεί που έπρεπε, ως γνήσιοι εραστές του σινεμά: στις ΗΠΑ, στο Εθνικό Ιδρυμα Αναπαλαίωσης Ταινιών που εδρεύει στη Νέα Υόρκη.

«Αυτή είναι η πιο σημαντική αναπαλαίωση που αναλάβαμε ποτέ!», λέει ο υπεύθυνος του project, Πάολο Τσέρκι Ουσάι. «Το να κρατάς στα χέρια σου ένα φιλμ που ξέρεις πως έχει μοντάρει προσωπικά ο ίδιος ο Γουέλς πριν από 75 χρόνια, δημιουργεί μέσα σου συναισθήματα που είναι αδύνατον να περιγραφτούν. Το μεγαλύτερο κομμάτι του φιλμ ήταν σε καλή κατάσταση, αλλά ένα μέρος του ήταν κατεστραμμένο. Διασώσαμε το 96% από αυτό, χάρη στην ψηφιακή τεχνολογία!».

Ο συγγραφέας και βιογράφος Σάιμον Κάλοου που δουλεύει αυτή την περίοδο σε μια τρίτη έκδοση μιας βιογραφίας του Γουέλς δήλωσε πως «ο Γουέλς ερωτεύτηκε τον κινηματογράφο φιλμάροντας αυτές ακριβώς τις σκηνές, ανακαλύπτοντας τη δύναμη όχι μόνο της κινηματογραφικής φωτογραφίας αλλά και του μοντάζ. Η ανακάλυψή τους και μόνο είναι συγκλονιστικό γεγονός καθώς έτσι συμπληρώνεται ένα σημαντικό κομμάτι στη φιλμογραφία του κινηματογραφιστή».