Είναι ο δημιουργός του ακριβότερου πίνακα που έχει πωληθεί έως σήμερα, 250 εκατ. δολάρια. Οσο ζούσε όμως έλεγε ψέματα στους συναδέλφους του ότι πουλούσε τα έργα του ενώ εκείνος τα χάριζε σε περαστικούς όταν δεν τα φόρτωνε σε ένα καροτσάκι περιφέροντάς τα στους δρόμους του Παρισιού.

Αγενής και ακοινώνητος, προτιμούσε να σκοτωθεί παρά να αφήσει κάποιον να του πιάσει το χέρι. Παιδί του μπαμπά, δεν τολμούσε να αποκαλύψει στον πατέρα του ότι είχε γυναίκα και παιδί, με αποτέλεσμα να διανύει σχεδόν 40 χλμ. ημερησίως ανάμεσα στο πατρικό του και το σπίτι όπου είχε κρύψει τη σύντροφό του.

Διότι μπορεί ο Πολ Σεζάν να θεωρείται ο καλλιτέχνης που επηρέασε όσο λίγοι τη σύγχρονη τέχνη και ο Πάμπλο Πικάσο να τον αναγνώριζε ως δάσκαλό του, όμως στην προσωπική του ζωή δεν φαίνεται να ήταν εξίσου επιτυχημένος.

Γιος τραπεζίτη, ήρθε σε ρήξη με τον πατέρα του όταν δήλωσε πως θέλει να γίνει καλλιτέχνης και όχι να ασχοληθεί με τα νομικά που σπούδαζε. Ο δρόμος όμως δεν ήταν διόλου εύκολος για τον αλλόκοτο Πολ που έβλεπε τα πάντα με στραβό μάτι. Ατημέλητος και μονόχνοτος, εμφανιζόταν μεν στα στέκια που κυκλοφορούσαν οι ζωγράφοι του καιρού του, αλλά δεν τους πλησίαζε. Με τα λερωμένα ρούχα της δουλειάς, καθόταν απόμερα και παρακολουθούσε τις κουβέντες περί τέχνης που είχαν ο Ντεγκά με τον Μονέ και τον Μανέ, αλλά όχι μόνο απέφευγε να συμμετάσχει θεωρώντας πως θα τον ειρωνεύονταν, αλλά δεν ήταν λίγες οι φορές που αποχωρούσε βρίζοντάς τους.

Ανθρωποφοβικός σε βαθμό που δεν άφηνε κανέναν να τον αγγίζει με αποτέλεσμα να μη χαιρετά διά χειραψίας κανέναν –μια φορά μάλιστα που γλίστρησε σε μια πλαγιά και κόντεψε να σκοτωθεί, τσακώθηκε άσχημα με τον φίλο του που τόλμησε να τον αρπάξει από το χέρι για να τον σώσει –και παρά το γεγονός ότι έδειχνε απέχθεια προς το γυναικείο φύλο, έκανε σχέση με μια μοδίστρα με την οποία απέκτησε παιδί. Θα πρέπει να ήταν γύρω στα 30.

Για γάμο όμως ούτε κουβέντα με τη φτωχή γυναίκα, λόγω επιδόματος. Οχι, στη Γαλλία του Σεζάν δεν υπήρχε κάποιο επίδομα για τους ανύπανδρους γιους, όπως μέχρι πρόσφατα για τις ανύπανδρες κορασίδες στρατιωτικών. Απλώς ο Σεζάν ζούσε με τα χρήματα που του έστελνε ο πατέρας του. Και στην περίπτωση που δεν ενέκρινε τη νύφη –πράγμα διόλου απίθανο –θα κοβόταν η οικονομική ενίσχυση και ο καλλιτέχνης με την οικογένειά του θα πέθαιναν από την πείνα, καθώς ο Σεζάν δεν είχε γίνει αποδεκτός. Ούτε οι συνάδελφοι του καταλάβαιναν καλά καλά τα έργα του, ενώ τέτοιος ήταν ο καημός του να πει ότι πούλησε κι εκείνος έναν πίνακα, ώστε έφτασε να πει ψέματα. Ηταν όταν ένας περαστικός τον είδε να περπατά με ένα τελάρο στο χέρι. Ζήτησε να δει το έργο, ενθουσιάστηκε –λέγεται ότι απεικόνιζε ένα τοπίο –αλλά δεν είχε χρήματα μαζί του. Ο καλλιτέχνης του το προσέφερε κι ύστερα είπε στους φίλους του πως είχε «δώσει» το πρώτο του έργο!

Υπ’ αυτές τις συνθήκες, σύντροφος και παιδί έπρεπε να μείνουν κρυφοί από τον αυστηρό πατέρα. Και είχε πατήσει τα 40 όταν επέλεξε να μένει εκείνος στο πατρικό του και το παιδί με τη μητέρα του σε μια απόσταση κάπου 40 χλμ. την οποία έκανε επί καθημερινής βάσης ο καλλιτέχνης. Οταν δεν πήγαινε από το ένα σπίτι στο άλλο, έψαχνε φίλους και γνωστούς για να δανειστεί χρήματα καθώς ο πατέρας είχε κόψει το επίδομα εφόσον το… παιδί έμενε στο σπίτι.

Ενα γράμμα που απευθυνόταν στη σύντροφο του Σεζάν όμως ήταν εκείνο που λειτούργησε ως από μηχανής θεός. Ο σκληρός πατέρας κατάλαβε τι συνέβαινε, αποφάσισε να αποδεχθεί την κοπέλα και το παιδί και λίγο αργότερα πέθανε αφήνοντάς τους μια τεράστια περιουσία.

Ωστόσο ούτε αυτό ήταν αρκετό για να μειώσει τις παραξενιές του καλλιτέχνη, που δεν δίσταζε να σκίζει τους καμβάδες του όταν δεν του άρεσε ό,τι είχε φτιάξει και δεν ήθελε ούτε ανθρώπους, αλλά ούτε και λουλούδια ως μοντέλα για τις νεκρές του φύσεις. Τα μεν λουλούδια μαραίνονταν γρήγορα σε σχέση με το πόσο αργά ζωγράφιζε εκείνος. Οι δε άνθρωποι δεν άντεχαν τις ατελείωτες ώρες χωρίς διάλειμμα κατά τις οποίες τους ζητούσε να ποζάρουν ακίνητοι. Ενα από τα «θύματά» του, άλλωστε, αποκοιμήθηκε ύστερα από 16 ώρες και έπεσε από την καρέκλα προκαλώντας την οργή του καλλιτέχνη ο οποίος αποφάσισε ύστερα από τρεις μήνες να παρατήσει το έργο στη μέση!

– Γεννήθηκε το 1839 και πέθανε το 1906 από πνευμονία

– Ο πατέρας του ξεκίνησε την καριέρα του με ένα κατάστημα καπέλων και όντας ικανός διαπραγματευτής κατέληξε με δική του τράπεζα

– Υπήρξε στενός φίλος του Εμίλ Ζολά. Η φιλία τους τελείωσε όταν ο συγγραφέας τον «φωτογράφισε» στο βιβλίο του «Το έργο» ως έναν ιδιόρρυθμο καλλιτέχνη που αυτοκτονεί

ΑΥΡΙΟ:

Ο Γκάμπριελ Ντάντε Ροσέτι