Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χαιρέτισε τις δηλώσεις της Καγκελαρίου της Γερμανίας Ανγκελα Μέρκελ η οποία τάχθηκε υπέρ μιας ευρωπαϊκής ρύθμισης για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, στον απόηχο των αποκαλύψεων για τις παρακολουθήσεις μέσω Διαδικτύου (πρόγραμμα Prism της NSA κ.ά.).

Παράλληλα, η Κομισιόν κάλεσε τις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης να υιοθετήσουν τις προτάσεις αυτές.

«Χαιρετίζω τη δέσμευση της κυρίας Μέρκελ για την υιοθέτηση ισχυρών και ενιαίων κανόνων προστασίας των δεδομένων στο Διαδίκτυο» ανέφερε σε ανακοίνωσή της η Επίτροπος για θέματα Δικαιοσύνης Βίβιαν Ρέντινγκ.

«Τέτοιου είδους κοινοί ευρωπαϊκοί κανονισμοί είναι στην πραγματικότητα ο καλύτερος τρόπος για να διασφαλίσουμε την ισχυρή προστασία των προσωπικών δεδομένων των Ευρωπαίων πολιτών», συνέχισε.

Την Κυριακή η γερμανίδα Καγκελάριος εξέφρασε την άποψη ότι οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον χώρο του Διαδικτύου, όπως το facebook η Google και άλλες, θα πρέπει να υποχρεωθούν να δηλώνουν στις ευρωπαϊκές χώρες σε ποιους μεταφέρουν τα δεδομένα των χρηστών τους. Το μέτρο αυτό θα πρέπει, κατά την Μέρκελ, να αποτελέσει «τμήμα μιας ευρωπαϊκής συμφωνίας».

Η κυρία Ρέντινγκ τόνισε ότι «η Ευρώπη θα πρέπει να εμφανίζεται ενωμένη στο θέμα αυτό, το οποίο βρίσκεται στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών αξιών».

Κάλεσε, επίσης, όλες τις ευρωπαϊκές χώρες «να ακολουθήσουν το παράδειγμα της κυρίας Μέρκελ όσον αφορά στην προστασία των δεδομένων, προκειμένου η μεταρρύθμιση που παρουσιάστηκε από την Κομισιόν στις 25 Ιανουαρίου 2012 για το θέμα αυτό να έχει ολοκληρωθεί πριν από τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τον ερχόμενο Μάιο».

Η Επίτροπος συναντά μεγάλες δυσκολίες στην προώθηση αυτής της μεταρρύθμισης, στην οποία αντιδρούν πολλές χώρες-μέλη της ΕΕ.

Στη Σύνοδό τους στις αρχές Ιουνίου στο Λουξεμβούργο – προτού ξεσπάσει το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων από τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών – οι περισσότεροι υπουργοί Δικαιοσύνης των «27» εξέφρασαν σοβαρές επιφυλάξεις για τις ρυθμίσεις που αφορούν στην προστασία των δεδομένων στο Διαδίκτυο. Εντονες αντιρρήσεις εξέφρασαν κυρίως οι υπουργοί Δικαιοσύνης της Βρετανίας και της Ολλανδίας, επικαλούμενοι το υψηλό κόστος που θα είχε για τις επιχειρήσεις η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.