Το Τροπάριο της Κασσιανής, σε στίχους και μελωδία που έγραψε η ίδια η βυζαντινή ποιήτρια μετά το 830, μεταδόθηκε από στόμα σε στόμα κι από ψάλτη σε ψάλτη. Πάνω σε εκείνη την αρχική εκδοχή «πάτησε» ο Πέτρος Πελοποννήσιος λαμπαδάριος (ήτοι, αριστερός ψάλτης) της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας και γύρω στο 1770 έγραψε μια αντίστοιχη μελωδία, διάρκειας 24 λεπτών, που ψάλλεται ακόμη και σήμερα. Μαζί όμως συνέγραψε και μία πιο σύντομη εκδοχή, διάρκειας 10-12 λεπτών, η οποία επικράτησε τα τελευταία χρόνια.

Η επιστροφή κάποιων –παλαιότερων αλλά και νεότερων που υπηρετούν τη βυζαντινή μουσική παράδοση –στην αρχική εκδοχή φαίνεται πως βοήθησε τη δημοφιλία του Τροπαρίου, η οποία τα τελευταία χρόνια μοιάζει να πλησιάζει εκείνην των Εγκωμίων της Μεγάλης Παρασκευής, η μελωδία των οποίων θεωρείται η ωραιότερη και λυρικότερη που γνωρίζει το ευρύτερο κοινό από το βυζαντινό μέλος.

Εκτιμάται ότι, καθώς φωτίστηκε στην πληρότητά του, ο ύμνος της ποιήτριας που απευθύνεται στο θείον εντάθηκε και ο λυρισμός αναγνωρίστηκε από μεγαλύτερο μέρος του κοινού –και από εκείνο που δεν εκκλησιάζεται συχνά –όπως και η καλλιτεχνική του αξία.

Για την ιστορία, ηΚασσιανήήΚασ(σ)ία ήΕικασία ήΙκασία (γεννήθηκε μεταξύ 805 και 810) υπήρξε ηγουμένη, ποιήτρια, συνθέτρια και υμνογράφος.

«Υπάρχει πάντα η εξής σύγχυση: οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η Κασσιανή ταυτίζεται με το πρόσωπο της πόρνης που περιγράφεται από την περικοπή του Ευαγγελίου. Ενώ στο Τροπάριο της Κασσιανής περιγράφεται το επεισόδιο που αναφέρεται στην Αγία Γραφή, όπου μια πόρνη πήγε κοντά στο Χριστό και ζήτησε να του αλείψει τα πόδια.

Οι μαθητές Του το θεώρησαν ντροπή για την κοινωνία, εκείνος όμως τη δέχτηκε για να αποδείξει ότι η Ορθοδοξία και η θρησκεία είναι ανοιχτές προς όλους», εξηγεί στα «ΝΕΑ» η Νεκταρία Καρατζή, η νεότερη γυναίκα ψάλτρια στην Ελλάδα, ηοποία έχει ηχογραφήσει βυζαντινή μουσική από τα 14 χρόνια της και ενεργό θητεία στο αναλόγιο εκκλησιών ως ιεροψάλτρια από τα εννέα της.

ΣΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΜΟΡΦΗ. Η Νεκταρία Καρατζή ανήκει στη νεότερη γενιά των ψαλτών που επανέφεραν και φωτίζουν στην πλήρη του μορφή το λυρικό Τροπάριο της Κασσιανής. Ομως η δημοφιλία του τα τελευταία χρόνια οφείλεται και στην επιμονή παλαιότερων του βυζαντινού μέλους, όπως ο Λυκούργος Αγγελόπουλος, ιδρυτής και πρωτοψάλτης της Ελληνικής Βυζαντινής Χορωδίας (μαζί με «ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο» οι αναγνώστες μπορούν να αποκτήσουν το CD με τα Εγκώμια από την «πιο διάσημη βυζαντινή χορωδία στον κόσμο», όπως έχει χαρακτηριστεί), ο οποίος και απόψε στην Αγία Ειρήνη της οδού Αιόλου, στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας, θα αποδώσει το Τροπάριο στην αρχική εκδοχή του Πέτρου Πελοποννήσιου λαμπαδάριου.

«Η πρώτη, ή αργή, όπως λέγεται, εκδοχή», εξηγεί ο Λυκούργος Αγγελόπουλος στα «ΝΕΑ», «είναι ένα μελισματικό κομμάτι, γύρω στα 24 λεπτά, που σε κάθε συλλαβή μπορεί να υπάρχουν πολλοί φθόγγοι, δηλαδή νότες, κατά τη βυζαντινή ορολογία. Η μικρή σύνθεση κρατάει κάτι λιγότερο από τον μισό χρόνο. Κάποιοι ψάλτες επιλέγουν τη σύντομη εκδοχή, γιατί είναι πολύ πιο εύκολη. Η πρώτη έχει μεγαλύτερες απαιτήσεις, φωνητικές και μουσικές», προσθέτει (οπότε ο ψάλτης πρέπει να είναι καλός για να μπορέσει να την αποδώσει).

ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ. Η «επιστροφή» στη δύσκολη, αλλά πιο γοητευτική και πιο δεξιοτεχνική, εκδοχή είναι εκείνο που μπορεί να εξηγήσει το γεγονός ότι το –διόλου αυτοβιογραφικό, αντίθετα απ’ ό,τι πιστεύεται –Τροπάριο της Κασσιανής αποτελεί όλο και περισσότερο καλλιτεχνική (και όχι μόνον θρησκευτική, λατρευτική) επιλογή για το ευρύ κοινό.

«Ο κόσμος ανυπομονεί να το ακούσει, οι ψάλτες έχουν μεγάλη λαχτάρα να το ψάλουν», εξηγεί από την πλευρά της και η παλιά γνώριμη –από άλλον μουσικό χώρο –Μαρίζα Κωχ, η οποία έχει συμβάλει στην ηχογράφηση του Τροπαρίου πριν από μερικά χρόνια και στη ζωντανή παρουσίασή του σε ναούς και σε αίθουσες συναυλιών. «Συνδέθηκα μαζί του με έναν τρόπο που με ακολουθεί αδιάλειπτα. Αλλωστε η μυστηριακή αυτή σύνδεση με τον ύμνο έχει τις βαθιές ρίζες της στα παιδικά μου χρόνια στη Σαντορίνη, δίπλα στον ιερέα παππού μου και στις γερόντισσες αδελφές του, όπου βίωσα τη μέθη και το μεγαλείο του βυζαντινού μέλους».

Ο αξέχαστος Μάνος Χατζιδάκις υπήρξε καταλύτης σε αυτή την δισκογράφηση του Τροπαρίου –ανάλογες κατανυκτικές ηχογραφήσεις υπάρχουν από την Ελληνική Βυζαντινή Χορωδία και από χορωδίες μονών του Αγίου Ορους, αλλά και από την υπόλοιπη Ελλάδα.

Στις ημέρες μας το Τροπάριο έχει μεγάλη απήχηση σε ναούς, όπως τηςΠαναγίας της Χρυσοκαστριώτισσαςστην οδό Θρασυβούλου στην Πλάκα και σε αρκετούς άλλους –από χορωδίες και ψάλτες –στη Θεσσαλονίκη και σε ολόκληρη την Ελλάδα, στον αντίποδα της σύντομης εκδοχής, που κυριαρχεί όλο και λιγότερο.

Μητρόπουλοςκαι Παλαμάς

Ο Γεώργιος Σκλάβος συνέθεσε τέσσερα μελοδράματα πάνω σε λιμπρέτα του Στέλιου Σπεράντσα υπό τον τίτλο «Κασσιανή» (1929-1936), εμπνευσμένα από το τροπάριο. Ο δε Δημήτρης Μητρόπουλος συνέθεσε έργο αφιερωμένο στη μούσα και φίλη του Κατίνα Παξινού, το 1919, πάνω στο ποίημα «Η Κασσιανή» του Κωστή Παλαμά (που φέτος συμπληρώνονται 70 χρόνια από τον θάνατό του), έργο το οποίο ενορχήστρωσε μάλιστα ο Νίκος Σκαλκώτας.