Δεκαετίες ολόκληρες Ούγκο Τσάβες και ΗΠΑ συμπεριφέρονταν σαν ένα ζευγάρι, όπου ο ένας μισεί τον άλλον, αλλά δεν χωρίζει επειδή θα του κόστιζε το διαζύγιο πολύ ακριβά.

Εκφράσεις, όπως «Γάιδαρος», «Σατανάς» ή «Χίτλερ» διάνθισαν το λεξικό οπλοστάσιο κάθε πλευράς, ενώ από το μήνυμα του Μπάρακ Ομπάμα λείπει κάθε συλλυπητήρια αναφορά και γίνεται μόνον λόγος για «ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία της Βενεζουέλας», που θα περιλαμβάνει «δημοκρατικές αρχές και σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων».

Η σχιζοφρενική σχέση μεταξύ Τσάβες και ΗΠΑ αποτυπώνεται στο κήρυγμα μίσους των Ρεπουμπλικάνων με την αναγγελία του θανάτου του, που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την γοητεία που ασκούσε ο ηγέτης της Βενεζουέλας σε πολλούς σταρ του Χόλιγουντ.Κορυφώθηκε δε την Τρίτη με την απέλαση δύο αμερικανών στρατιωτικών ακόλουθων από την πρεσβεία των ΗΠΑ στη Βενεζουέλα, δηλαδή μόλις μία ημέρα πριν χάσει ο Τσάβες τη μάχη με τον καρκίνο.

Το 1992 αποτυγχάνει να καταλάβει ο Τσάβες με πραξικόπημα την εξουσία και οι ΗΠΑ τον χαρακτηρίζουν οι ΗΠΑ «ανεπιθύμητο πρόσωπο» (Persona non grata). Έξι χρόνια αργότερα νικά στις προεδρικές εκλογές και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ του χορηγεί ταξιδιωτική βίζα.

Ο Τσάβες εκμεταλλεύεται αμέσως την ευκαιρία και ταξιδεύει στις ΗΠΑ με τον ενθουσιασμό του νεοφώτιστου τουρίστα. Χτυπά το καμπανάκι στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, εκπληρώνει το όνειρό του να ρίξει την πρώτη μπαλιά (Pitch) στο στάδιο της ομάδας μπέιζμπολ των Γιάνκις και γίνεται δεκτός από τον Κλίντον στον Λευκό Οίκο. Η Ουάσινγκτον τον ανέχεται, όσο συνεχίζονται οι μπίζνες με τα πετρέλαια της Βενεζουέλας.

Όμως ο Τσάβες τραβάει το σχοινί, φτάνει στα άκρα και γίνεται κόκκινο πανί για τους Αμερικανούς. Τον Αύγουστο του 2000 είναι ο πρώτος ηγέτης χώρας, που τιμά μετά τον Πόλεμο του Κόλπου τον δικτάτορα του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεϊν. Το 2002 διακόπτονται οριστικά οι σχέσεις του με την Ουάσινγκτον, όταν επιχειρείται πραξικόπημα εναντίον του, χάνει την εξουσία για ένα σύντομο διάστημα και επανέρχεται με τη βοήθεια του στενότερου φίλου του, του Κουβανού Φιντέλ Κάστρο.

Ο Τσάβες το κράτησε μανιάτικο στις ΗΠΑ, καθώς πίστευε ότι το πραξικόπημα είχε γίνει εν γνώσει τους, αν όχι και με την κρυφή υποστήριξή τους.

Με την έλευση του Τζορτζ Μπους στον Λευκό Οίκο ανεβαίνει η αδρεναλίνη του βενεζουαλού Προέδρου στα ύψη. Χαρακτηρίζει τον αμερικανό Πρόεδρο «γάιδαρο» και «ρατσιστή», τον κατηγορεί για πολεμοκάπηλο και ότι σχεδιάζει να τον δολοφονήσει. Βάζει λουκέτο στην πρεσβεία και στα προξενεία των ΗΠΑ στη Βενεζουέλα, απαγορεύει την πτήση των αεροσκαφών της αμερικανικής Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών στον εναέριο χώρο της πατρίδας του και προβοκάρει την Ουάσινγκτον συνάπτοντας στενές σχέσεις με το ισλαμικό Ιράν.

Οι αμερικανοί πολιτικοί αντιδρούν σπάνια, αλλά με με σφοδρότητα. Ο υπουργός Άμυνας της κυβέρνησης Μπους συγκρίνει τον Τσάβες με τον Χίτλερ, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ βάζει τη Βενεζουέλα στη λίστα των κρατών, που θεωρεί «μη συνεργάσιμα» στον πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας.

Όλο αυτό το διάστημα καλλιεργεί ο Τσάβες σχέσεις με σημαντικούς αμερικανούς δημοσιογράφους, όπως ο Τζον Λι Άντερσον, τον οποίο μετέφερε μάλιστα μία φορά με το προεδρικό αεροσκάφος του. Επισκέπτεται μάλιστα επτά φορές τις ΗΠΑ, περνώντας συνήθως απαρατήρητος με εξαίρεση την επεισοδιακή συνέλευση του ΟΗΕ το 2006 στη Νέα Υόρκη.

Εκεί λοιδωρεί ο Τσάβες τον Μπους, που είχε μιλήσει την προηγούμενη ημέρα, λέγοντας ενώπιον όλων, ότι «χθες ήταν εδώ ο Σατανάς. Σήμερα μυρίζει ακόμη θειάφι», ενώ ολοκληρώνει την πρόταση κάνοντας τον σταυρό του!

Παρόλα αυτά το Χόλιγουντ τον λατρεύει μέχρι την τελευταία ώρα. Ο ηθοποιός και ακτιβιστής Σον Πεν συμμετέχει τον Δεκέμβριο στη Βολιβία σε εκδήλωση προς τιμήν του βαριά ασθενούντος Τσάβες και τον περιγράφει ως «μία από τις σημαντικότερες δυνάμεις, που έχουμε σε αυτόν τον πλανήτη».

Ενδεικτικές είναι και οι δηλώσεις δύο γερουσιαστών του Κογκρέσου μετά τη γνωστοποίηση του θανάτου του Τσάβες. Ο Δημοκρατικός Ζοζέ Σεράνο εξήρε «τον ηγέτη, που γνώριζε τις ανάγκες των φτωχών», ενώ ο Ρεπουμπλικάνος Εντ Ρόις ανέβασε στο twitter ότι «απαλλαχτήκαμε από αυτόν τον δικτάτορα».