Ο Λέων Πόλικερ ήταν ο μόνος που δεν γνωρίζαμε μέσα στην αίθουσα. Αντίθετα, η ατμόσφαιρα θύμιζε τις παλιές καλές ημέρες της δισκογραφίας, με τους συμμετέχοντες όλους σε καλή διάθεση, τη Χάρη Αλεξίου σχεδόν συγκινημένη, τους ανέκδοτους στίχους του Ρασούλη να γεμίζουν τον χώρο. Ενας από τους συνθέτες που συμμετείχαν στον δίσκο («Τρίπλα»), o χαμογελαστός κύριος με το περίεργο όνομα Λέων Πόλικερ ή… Λεωνίδας Πολικάρης επί το ελληνικότερον. Της Σαρίνα Ατούρνο από τα Τρίκαλα και του Τζάκο Πολικάρη από τη Θεσσαλονίκη. Γεννημένος και μεγαλωμένος στη Χάιφα του Ισραήλ. Με την πρώτη ευκαιρία που του δόθηκε στην παρουσίαση της «Τρίπλας» είπε «εγκώ Ελληνας. Ο πατέρας μου πολέμησε στο αλβανικό μέτωπο, έχασε όλη του την οικογένεια στο Αουσβιτς και γύρισε στην Ελλάδα με τα πόδια».

ΛΕΩΝ, ΟΧΙ ΙΟΥΔΑΣ. Να αρχίσουμε όμως από τα τυπικά. Ο Γεχούντα Πόλικερ (έτσι είναι γνωστός στο Ισραήλ) είναι από τους δημοφιλέστερους τραγουδοποιούς και περφόρμερ στο σημερινό Ισραήλ. Συνθέτης, στιχουργός, αλλά και ζωγράφος με πολλές ατομικές εκθέσεις και πάνω από 15 δίσκους στο ενεργητικό του, έχει το παρατσούκλι «ο Ελληνας», όχι μόνο γιατί η καταγωγή του είναι ελληνική, αλλά –κυρίως –γιατί η φωνή του έγινε κανάλι πάνω στο οποίο κύλησαν οι μεγάλες ελληνικές (λαϊκές και έντεχνες) επιτυχίες των τελευταίων 25 χρόνων, κάνοντας το δικό μας Τοπ 10 να μιλήσει απταίστως και στα εβραϊκά. Οσοι έχουμε βρεθεί στο Ισραήλ, έχουμε δει –ιδίοις όμμασιν –πόσο έχει εισχωρήσει η μουσική μας στην καθημερινότητα των Ισραηλινών και σ’ αυτό έχει βάλει το χέρι του –μην πούμε και τα δύο –ο Γεχούντα.

«Λεωνίδα να με λέτε», ακούγεται –σε αξιοπρεπή ελληνικά –από την άλλη πλευρά της γραμμής. «Ο πατέρας μου έλεγε «Γεχούντα (Ιούδα) στην Ελλάδα ποτέ. Λέων ή Λεωνίδας να λες»» (και γελάει με την καρδιά του).

Γεννημένος και μεγαλωμένος στη Χάιφα το 1950, έδειξε από νωρίς κλίση στη μουσική. «Τρελαινόμαστε για τα ελληνικά τραγούδια στο σπίτι μου. Μεγαλώσαμε με Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου, Καζαντζίδη κ.λπ. Οι γονείς μου νοσταλγούσαν τα καλά χρόνια στην Ελλάδα».

Πριν προλάβω να τον ρωτήσω πώς βρέθηκαν οι γονείς του στη Χάιφα, τα ελληνικά του Λεωνίδα πάνε με… κόμπους στην ιστορία της οικογένειας. «Μετά που γύρισε ο πατέρας μου από το μέτωπο, τον έπιασαν οι Γερμανοί και τον έστειλαν στο Αουσβιτς, όπου ήταν ο μόνος απ’ όλη την οικογένεια που γλίτωσε. Στην Ελλάδα γύρισε με τα πόδια. Περπατούσε μήνες για να φτάσει… Οταν είδε ότι όλοι είχαν χαθεί, μπήκε σε ένα πλοίο που έφευγε για Χάιφα κι εκεί γνώρισε τη μητέρα μου. Η μητέρα μου ήταν η Σαρίνα Ατούρνο από τα Τρίκαλα. Είχε γλιτώσει γιατί την είχαν πάρει οι παρτιζάνοι στα βουνά».

Σε μια μικρή βόλτα στο YouTube ανακαλύπτουμε βιντεάκια όπου ο Γεχούντα και ο Νταλάρας αποδίδουν στα εβραϊκά και στα ελληνικά το «Μη μου θυμώνεις, μάτια μου» σε κοινή εμφάνισή τους στο Ισραήλ. Λίγο περισσότερο να ψάξει κανείς το θέμα, καταλαβαίνει ότι πρόκειται για έναν καλλιτέχνη ευρύτατης γκάμας που έχει κάνει επιτυχίες γράφοντας τραγούδια και σε συναδέλφους του (μία εξ αυτών, η Ντάνα Ιντερνάσιοναλ, νικήτρια στη Γιουροβίζιον). Πώς μπορεί να οριοθετήσει κανείς τη μουσική του; Δύσκολο. Το ύφος του συνδυάζει ροκ στοιχεία με ελληνικές και άλλες μεσογειακές αποχρώσεις. Παίζει κιθάρα, μπουζούκι και μπαγλαμά και τα τελευταία χρόνια έμαθε να ηχογραφεί μόνος τους δίσκους του. Ενας από αυτούς, το «Homo Sapiens», έχει γίνει σε συνεργασία και στίχους Ρασούλη.

Πώς γνωρίστηκαν άραγε; Πώς γνωρίστηκε με την Αλεξίου; Toν Νταλάρα;

Στροφή στο παρελθόν, σε εκείνα τα χρόνια που η ορμή του ταλέντου του και της νιότης του τον έκανε να ψάχνει τους στίχους και τις μουσικές των γονιών του και να οργίζεται που ό,τι ελληνικό μετατρεπόταν σε σκυλάδικο. «Σκυλάδικο, απαίσιο. Εγώ όμως ήξερα ότι υπήρχε κάτι σπουδαίο στη μουσική. Κι έτσι άρχισα να παίρνω ελληνικά τραγούδια και να τα λέω στα εβραϊκά –με τις δικές μου ενορχηστρώσεις και το δικό μου στυλ. Ο δίσκος, μάλιστα, «Μη μου θυμώνεις, μάτια μου» έκανε τεράστια επιτυχία εδώ. Τότε ήρθε και ο Νταλάρας και παίξαμε μαζί…».

Και με τη Χάρη Αλεξίου κάπως έτσι γνωρίστηκαν. Θαύμαζε τη φωνή της, τη δουλειά της, την παρακολουθούσε χρόνια, την τραγουδούσε. Κι όταν εκείνη πήγε για συναυλίες στο Ισραήλ, συναντήθηκαν κι έπαιξαν μαζί. Είχαν όμως περάσει τα χρόνια εν τω μεταξύ (το 1985 είχε κυκλοφορήσει το «Μη μου θυμώνεις, μάτια μου»), το ελληνικό τραγούδι είχε πλέον μια θέση στο συλλογικό υποσυνείδητο των Ισραηλινών. «Ξέρουν τους πάντες. Από τον Καζαντζίδη μέχρι την Πρωτοψάλτη. Εγώ είμαι μια σοβαρή αιτία».

ΜΕ ΤΗΝ ΑΛΕΞΙΟΥ. Κάποια στιγμή, σε ένα από τα ταξίδια που έκανε ο Ρασούλης στο Ισραήλ με το μεγαλόπνοο σχέδιο να λειάνει τις εντάσεις μεταξύ των δυο προαιώνιων εχθρών –«ξέρετε τον Μανώλη… ονειρευόταν να μας φέρει την ειρήνη» -, άκουσε ένα τραγούδι του Πόλικερ στο ραδιόφωνο και ρώτησε να μάθει το όνομά του. «Μετά αγόρασε όλους μου τους δίσκους κι όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, έκατσε και άκουσε τα πάντα. Ετσι γίναμε φίλοι. Οταν είδε ότι του ταίριαζα, άρχισε να μου δίνει στίχους του. Κάποια στιγμή, μάλιστα, ήρθε εδώ και κάναμε κι έναν δίσκο μαζί –πριν από τρία χρόνια, νομίζω. Εχω όμως πάνω από 60 στίχους του στο συρτάρι (στον δίσκο που κυκλοφορεί έχει μελοποιήσει τρία τραγούδια)».

Ανθρωπος εξωστρεφής, γελαστός, θετικός, είχε πάντα το κρυφό όνειρο να κάνει κάτι στην Ελλάδα κι όταν η Χάρις Αλεξίου τον συνάντησε στο Ισραήλ, δεν έχασε την ευκαιρία. «Της είπα «Χαρούλα, έγραψα τραγούδια σε στίχους του Μανώλη». Και την έβαλα να ακούσει το «Είναι κάτι στιγμές» (είναι το μόνο τραγούδι της «Τρίπλας» όπου ακούγεται και η φωνή του Μανώλη). Κάπως έτσι ξεκίνησε η ιδέα για τον δίσκο».

Πόσο εύκολη είναι η επικοινωνία όταν οι άνθρωποι θέλουν (του λέω). Δεν τους σταματάει τίποτα. Γνωρίζοντας, μάλιστα, κανείς τον Μανώλη Ρασούλη, θα μπορούσε να φανταστεί ότι θα είχαν και κοινές φιλοσοφικές ανησυχίες.

«Είχε την τρέλα του, αλλά ήταν τίμιος άνθρωπος. Πολύ τίμιος! Και τζίνιους…».

Είπε

Πάντα μου άρεσε η ελληνική μουσική. Αλλωστε είμαι Ελληνας. Το διαβατήριό μου, πάντως, έτσι γράφει

Eίπαν γι’ αυτόν

Οταν πήγα στο Τελ Αβίβ, γνώρισα έναν – δυο ανθρώπους, Εβραίους, πολύ χαριτωμένους. Ο Γεχούντα έχει βγάλει αρκετά τραγούδια, τραγουδάει στα ελληνικά και ειδικά το «Μη μου θυμώνεις, μάτια μου» είναι μια επιτυχία εδώ και είκοσι χρόνια

Γιώργος Νταλάρας