Είναι η αρχηγός ενός μικρού κόμματος, η οποία κερδίζει την εμπιστοσύνη των απογοητευμένων ψηφοφόρων από τους δεινόσαυρους της πολιτικής σκηνής. Πρέπει να εμφανιστεί στην τηλεόραση. Ψάχνει βιαστικά στην ντουλάπα της ένα φουστάνι που τουλάχιστον δεν έχει φορέσει πολύ. Αυτό αρκεί. Καμιά επιτήδευση. Ούτε στρατιές από γραμματείς ούτε εντυπωσιακά σακάκια και ειδικοί μακιγιέζ. Σε αυτή την πολιτική σκηνή το ένα «κάστρο» πέφτει μετά το άλλο και σε αυτού του είδους την τηλεόραση το λάιφσταϊλ καταργείται υπέρ της ουσίας.

Γι’ αυτό το «Borgen» (ΝΕΤ, κάθε Πέμπτη), όπου συμβαίνουν όλα αυτά, είναι κατά τη γνώμη μας η καλύτερη σειρά από όσες προβάλλονται φέτος στην ελληνική τηλεόραση. Ισως η λιγότερο λαμπερή, σύμφωνα με τους όρους του θεάματος στο οποίο έχει εθιστεί το ελληνικό κοινό.

Αλλά σε μια Ευρώπη, όπου η πολιτική μοιάζει να χάνει τα νοήματά της στο εξουθενωτικό κυνήγι των χρεών και τις ατέρμονες διαβουλεύσεις των πολιτικών κεφαλών της, αυτό το τηλεοπτικό, αριστουργηματικό «Κάστρο» («Borgen») μοιάζει να διασώζει τουλάχιστον την έννοια της ελπίδας. Για ένα διαφορετικό ήθος που καταφέρνει να επιβληθεί μέσα από τους παραδοσιακούς δαιδάλους της πολιτικής ίντριγκας, παραμερίζοντας τους αυτάρεσκους επαγγελματίες της εξουσίας.

Αν και το γεγονός ότι είναι γυναίκα, η πολιτικός που κομίζει την «άλλη αντίληψη» για την πολιτική, η Μπριγκίτε Νάιμποργκ (Μπαμπέτ Κνούντσεν), είναι αποτέλεσμα μάλλον της κουλτούρας τής χώρας παραγωγής, της Δανίας, που απλώς συνάντησε τη σύγχρονη τάση της αμερικανικής παραγωγής να είναι γυναικείοι οι ρόλοι προσώπων εξουσίας.

Πάντως τονίζεται από τους δανούς παραγωγούς της σειράς ως «απλή σύμπτωση» το γεγονός ότι πέρυσι η Δανία εξέλεξε την πρώτη γυναίκα Πρωθυπουργό στην ιστορία της, τη Χέλε Θόρνινγκ-Σμιτ, επικεφαλής και αυτή κυβέρνησης συνεργασίας.

Στην ιστορία τής Μπριγκίτε Νάιμποργκ δεν υπάρχουν ούτε καλές νεράιδες ούτε φουστάνια για χορό. Υπάρχει η μιντιακη-πολιτική ίντριγκα, η ανερχόμενη δημοσιογράφος που έχει σχέση με πολιτικό και μένει έγκυος ενώ εκείνος πεθαίνει, η αξιοποίηση του γεγονότος από τους επιτήδειους spin doctors –υπεύθυνους επικοινωνίας.

Η ίδια η Μπριγκίτε, μητέρα και σύζυγος όπως όλες, δεν διαθέτει κανένα από τα εντυπωσιακά χαρακτηριστικά που θέλει ο μύθος για τις γυναίκες εξουσίας. Μια στιγμιαία γυναικεία «λιποψυχία» μόνο την κάνει συμπαθητικά οικεία, μόλις φοράει το παλιό μαύρο φουστανάκι της και συνειδητοποιεί ότι τα χρόνια και οι γέννες τής πρόσθεσαν μερικούς πόντους στη μέση και την κοιλιά.

Θα σταματήσει να μασουλάει κουλουράκια κατά τις ατέλειωτες πολιτικές συσκέψεις, όχι όμως για να μειώσει τους πόντους στη μέση της αλλά γιατί την εκνευρίζει η «νοικοκυρίστικη» επίδειξη της ξανθιάς, μόνιμης «συνοδού – συνεργάτιδας» του ανταγωνιστή της για τη θέση του πρωθυπουργού, που κουβαλάει τα σπιτικά της κουλουράκια στις συναντήσεις.

Συναρπαστικές οι σκηνές με τις διαβουλεύσεις για να συσταθεί κυβερνητική συνεργασία κομμάτων. Πολύ περισσότερο σε έναν τόπο όπως ο δικός μας που μόλις αποκτά την εμπειρία αυτού του είδους των κυβερνήσεων. Θαυμάζει κανείς τη μαεστρία των μηνυμάτων του ρόλου τής Μπριγκίτε. Εμφανίζεται να θεωρεί πολύ φυσικό να μοιραστούν οι άνδρες εκπρόσωποι του παλιού πολιτικού κατεστημένου τις πιο ισχυρές θέσεις, για να αναδιπλωθεί, διαπιστώνοντας πόσο προσκολλημένοι είναι στις καρέκλες τους, και με ευφυΐα να κερδίσει εκείνη τη θέση του πρωθυπουργού.

Και δεν μπορεί παρά να θαυμάσουμε οι Ελληνες τα ήθη μιας άλλης πολιτικής κουλτούρας με βάση την οποία χάνει το χρίσμα του πρωθυπουργού ένας πολιτικός ο οποίος χρησιμοποίησε την πιστωτική κάρτα που του δίνει η Βουλή για να καλύψει τα ψώνια της συζύγου του και «ξέχασε» να συμπληρώσει το ποσό. (Προτείνουμε στην ΕΡΤ να επαναλάβει τα πρώτα επεισόδια για όσους τα έχασαν και επειδή με τις απεργίες χάθηκε ο ειρμός).