Τώρα που οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα πλησιάζουν στο τέλος τους για το νέο πακέτο μέτρων που θα καθορίσει τη ζωή μας τα επόμενα χρόνια, αυτό που αξίζει να συγκρατήσει κανείς είναι ότι κάθε ημέρα και περισσότερο αποκαλύπτεται το έλλειμμα αξιοπιστίας της χώρας, αυτό που κάνει ακόμη πιο δύσκολη τη ζωή όλων μας.

Αυτό επιβεβαιώθηκε από δύο γεγονότα:

1. Η τρόικα από την πρώτη στιγμή αυτού του γύρου των συζητήσεων απέρριψε τις προβλέψεις του υπουργείου Οικονομικών για την αύξηση των φορολογικών εσόδων από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής περίπου κατά 700 εκατομμύρια ευρώ την προσεχή διετία. Κι αυτό με το απλούστατο επιχείρημα «μα τα δύο προηγούμενα χρόνια δεν κάνατε τίποτε».

2. Απέρριψε την πρόβλεψη του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης ότι θα εξοικονομήσει 350 εκατομμύρια ευρώ από το κλείσιμο δημόσιων φορέων και οργανισμών και τον περιορισμό των δαπανών των αμέτρητων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου. Κι αυτό το μέτρο δεν μέτρησε στον λογαριασμό με το ίδιο επιχείρημα «μα γιατί δεν έκλεισαν τα τελευταία δύο χρόνια».

Αυτό είναι η ωμή πραγματικότητα. Ακόμη και αν η κυβέρνηση έχει την πρόθεση να εφαρμόσει τα μέτρα που σχεδίασε προσεκτικά και προτείνει στους ξένους, το έλλειμμα αξιοπιστίας που δεν έχει ακόμη εξαλειφθεί επηρεάζει τις διαπραγματεύσεις και θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό το τελικό μείγμα του πακέτου των 11,88 δισ. ευρώ.

Και στη θέση των μέτρων που απορρίφθηκαν η τρόικα απαιτεί άλλα άμεσης απόδοσης, όπως απολύσεις στο Δημόσιο και αύξηση των γενικών ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης.

Ενα είναι βέβαιο, ότι τα μέτρα που απορρίπτονται θα αντικατασταθούν με άλλα, κοινής αποδοχής, που όμως θα είναι ακόμη πιο σκληρά για όλους.