Η ύφεση έχει αλλάξει τις τάσεις στην κατανάλωση των γαλακτοκομικών προϊόντων. Μειώθηκε η κατανάλωση του παστεριωμένου γάλακτος, του συμπυκνωμένου, αλλά και του γιαουρτιού. Αντιθέτως αυξήθηκε η κατανάλωση του γάλακτος υψηλής παστερίωσης.

Ειδικότερα, σύμφωνα με έρευνα της Icap, «ο κλάδος των γαλακτοκομικών προϊόντων παραμένει ένας από τους πιο ανθεκτικούς της ελληνικής οικονομίας, καθώς τα γαλακτοκομικά εντάσσονται στα βασικά είδη διατροφής για τους έλληνες καταναλωτές». Ωστόσο σύμφωνα με δήλωση της κ. Σταματίνας Παντελαίου, διευθύντριας Οικονομικών – Κλαδικών Μελετών της Icap Group, «η συνολική εγχώρια κατανάλωση γάλακτος σε όγκο κατέγραψε μικρές ετήσιες μειώσεις την τελευταία διετία» – στη διάρκεια του 2011 μειώθηκε κατά 2,3% έναντι του 2010 και το 2010 1,2% έναντι του 2009. Και συμπλήρωσε πως «βασικό χαρακτηριστικό της αγοράς τα τελευταία έτη είναι η μείωση της κατανάλωσης στις κατηγορίες του φρέσκου λευκού γάλακτος κατά 1,4% το 2010 έναντι του 2009 και του γάλακτος εβαπορέ κατά 4% το 2010 έναντι του 2009».

Αντιθέτως, αύξηση αν και με συνεχώς μειούμενο ρυθμό στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων παρατηρείται στην κατανάλωση του γάλακτος υψηλής παστερίωσης – το 2010 αυξήθηκε κατά 2,7% έναντι του 2009. Ανάλογες τάσεις παρατηρήθηκαν και το 2011, στη διάρκεια του οποίου η κατανάλωση του φρέσκου μειώθηκε κατά 1,2%, του εβαπορέ κατά 4,5%, ενώ του γάλακτος υψηλής παστερίωσης αυξήθηκε κατά 2%. Ωστόσο το φρέσκο παστεριωμένο γάλα εξακολουθεί να αποτελεί την κυριότερη κατηγορία γάλακτος και το ποσοστό συμμετοχής του στο σύνολο της κατανάλωσης υπολογίζεται στο 41,8% το 2011. Ομως η πορεία του είναι φθίνουσα στο διάστημα των τελευταίων επτά χρόνων ενώ στο σύνολο της κατανάλωσης η συμμετοχή του γάλακτος υψηλής παστερίωσης αυξάνεται και πέρυσι διαμορφώθηκε στο 29,4%. Το αντίστοιχο ποσοστό για το ισοδύναμο του συμπυκνωμένου γάλακτος διαμορφώθηκε στο 26,1% το 2011.

Με βάση τα στοιχεία της μελέτης, η συνολική εγχώρια κατανάλωση γιαουρτιού σε ποσότητα υποχώρησε κατά 2,8% το 2010, ενώ το 2011 εκτιμάται ότι η μείωση της κατανάλωσης ήταν 4%. Η εγχώρια παραγωγή καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της ζήτησης, ενώ σημαντικές είναι οι εξαγωγές του – το 2010 εξήχθη το 24% της παραγωγής.

Οπως επισημαίνεται η πρωτογενής παραγωγή αγελαδινού γάλακτος υπολείπεται κατά πολύ των εθνικών ποσοστώσεων τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με την έρευνα των ισολογισμών 16 παραγωγικών επιχειρήσεων του κλάδου, στη διάρκεια του 2010 το σύνολο του ενεργητικού τους μειώθηκε κατά 7,6% και τα συνολικά ίδια κεφάλαια υποχώρησαν κατά 4,4%. Κι ενώ οι συνολικές πωλήσεις των εταιρειών του δείγματος παρέμειναν στα ίδια επίπεδα το 2010 σε σχέση με το 2009, ωστόσο το συνολικό τελικό αποτέλεσμα ήταν ζημιογόνο το 2010 εν αντιθέσει με το 2009 που ήταν κερδοφόρο.