Το επιχείρημα είναι ότι από τη Θεσσαλονίκη περνούσε ο τουρκικός αυτοκρατορικός συρμός, διαγράφοντας το μακρύ και πολυτελές, σχεδόν παραμυθένιο, ταξίδι του, από την Κωνσταντινούπολη προς τη Δυτική Ευρώπη. Και η αφορμή για το αίτημα της επιστροφής είναι η συμπλήρωση φέτος 100 χρόνων από την προσάρτηση της Μακεδονίας στον ελλαδικό κορμό.

Εκείνος που το προσδοκά περισσότερο από όλους είναι ο Ευθύμης Κοντόπουλος, ο 83χρονος συνταξιούχος σιδηροδρομικός, ψυχή του Μουσείου Σιδηροδρόμου στη Θεσσαλονίκη και ο άνθρωπος που έμεινε για να διηγείται μια γλυκιά ιστορία 145 ετών.

Το 1867 σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν ο Αμπντούλ Αζίζ, ηγέτης ενός χαώδους κράτους χωρίς τη στοιχειώδη συγκοινωνιακή υποδομή. Γοητευμένος από την τεχνολογική επανάσταση των ευρωπαϊκών κρατών, ο σουλτάνος επισκέφτηκε τη διεθνή έκθεση στο Παρίσι και όταν επέστρεψε είχε ήδη αποφασίσει την κατασκευή σιδηροδρομικού δικτύου που θα συνέδεε την Κωνσταντινούπολη με τη Δυτική Ευρώπη.

Εκτός από τη συνοχή της αυτοκρατορίας, το έργο θα ήταν ένα πολιτικό άνοιγμα προς τον ανεπτυγμένο κόσμο.

Τα σχέδια του σουλτάνου Αμπντούλ Αζίζ ταυτίζονταν με τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών κρατών εκείνη την εποχή. Με πρόσχημα το μεγάλο έργο, οι Ευρωπαίοι θα ασκούσαν επιρροή στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας, ενώ παράλληλα ανέμεναν τη διάνοιξη της διώρυγας του Σουέζ για να συνδεθούν εμπορικά με την Ινδία και την Απω Ανατολή.

Μέχρι τότε, δεν υπήρχε συγκοινωνιακή σύνδεση της Δυτικής Ευρώπης με τη Θεσσαλονίκη και το λιμάνι της τελευταίας ήταν το πιο κοντινό στη διώρυγα της Αιγύπτου.

Το κανάλι του Σουέζ ολοκληρώθηκε το 1869. Ανάμεσα στους επίσημους καλεσμένους της τελετής εγκαινίων ήταν και η αυτοκράτειρα Ευγενία της Γαλλίας. Ταξιδεύοντας η ίδια για την Αίγυπτο, είχε σταματήσει ενδιάμεσα στην Κωνσταντινούπολη, όπου τη φιλοξένησε στα παλάτια του ο σουλτάνος Αμπντούλ Αζίζ. Και η Ευγενία έμεινε τόσο ευχαριστημένη από τη φιλοξενία, ώστε, όταν επέστρεψε στο Παρίσι, έστειλε ένα πανάκριβο δώρο στον σουλτάνο: έναν αυτοκρατορικό συρμό πέντε βαγονιών, εκ των οποίων ένα ήταν καπνιστήριο.

Το περίτεχνο βαγόνι ήταν κατασκευασμένο από μπρούντζο, διακοσμημένο εξωτερικά με χρυσά αραβουργήματα και εσωτερικά με κεντήματα. Οι σουλτάνοι θα μπορούσαν να γλεντούν και να καπνίζουν ναργιλέδες πάνω σε αυτό, καθώς το βαγόνι ήταν ανοιχτό και η σκαλιστή οροφή του στηριζόταν σε στριφτές κολόνες.

Στο μεταξύ, το 1870 η εταιρεία του γερμανοεβραίου τραπεζίτη Μορίς Χιρς άρχισε, με εντολή του σουλτάνου, την κατασκευή του σιδηροδρομικού δικτύου μήκους 2.000 χλμ., το οποίο επρόκειτο να ενώσει την Κωνσταντινούπολη με το αυστριακό σιδηροδρομικό δίκτυο – διακλάδωση προβλεπόταν και προς τη Θεσσαλονίκη.
Οπως αναφέρεται στο βιβλίο του Δ. Παπαδημητρίου, «Οι Σιδηρόδρομοι στον βορειοελλαδικό χώρο (1871-1965)», των εκδόσεων του Μουσείου Φωτογραφίας «Χρήστος Καλεμκερής» του Δήμου Καλαμαριάς, το κεφάλαιο της εταιρείας του Χιρς ανερχόταν σε περίπου 800 εκατ. φράγκα και για τη χρηματοδότηση του έργου το οθωμανικό κράτος εξέδωσε και πούλησε ομόλογα ίσης αξίας.
Το πρώτο επιβατικό τρένο της γραμμής έφτασε τελικά στη Θεσσαλονίκη τον Μάιο του 1888, μεταφέροντας 100 ευρωπαϊκές προσωπικότητες και αριστοκράτες. Την ίδια περίοδο οι Βούλγαροι ολοκλήρωσαν το δίκτυο στο δικό τους έδαφος και τον επόμενο μήνα ο πρώτος συρμός έκανε το ταξίδι Βιέννη – Κωνσταντινούπολη, κάνοντας αληθινό ένα όνειρο απλησίαστο λίγες δεκαετίες νωρίτερα.

Τα χρόνια που ακολούθησαν, οι σουλτάνοι που διαδέχτηκαν τον Αμπντούλ Αζίζ περνούσαν συχνά πυκνά με τον αυτοκρατορικό συρμό από τη Θεσσαλονίκη. Μέχρι το 1912, οπότε η Θεσσαλονίκη απελευθερώθηκε και το βαγόνι έπεσε στα χέρια του ελληνικού στρατού στην περιοχή της Φιλαδέλφειας, έξω από την πόλη. Τα υπόλοιπα τέσσερα βαγόνια του συρμού του σουλτάνου δεν βρέθηκαν. Το καπνιστήριο μεταφέρθηκε στην αποθήκη του σιδηροδρόμου στη Μενεμένη, όπου θα παρέμενε για πολλά χρόνια.

«Θυμάμαι το βαγόνι από το 1945, όταν άρχισα να εργάζομαι στον σιδηρόδρομο, σε ηλικία 16 ετών. Επισκευάστηκε από τους μηχανικούς, όμως έμενε για χρόνια στην αποθήκη», περιγράφει ο Ευθύμης Κοντόπουλος του Μουσείου Σιδηροδρόμου Θεσσαλονίκης.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’70, ο τότε προϊστάμενος του εργοστασίου οχημάτων του ΟΣΕ Χρήστος Χριστοδούλου, μετέφερε το βαγόνι του σουλτάνου στην Αθήνα, δίνοντας την υπόσχεση ότι θα μεταφερόταν πίσω όταν η πόλη αποκτούσε ειδικό χώρο για να το φιλοξενήσει. Το Μουσείο Σιδηροδρόμου στη Θεσσαλονίκης λειτούργησε το 1996 με σημαντικά εκθέματα, όπως το αυθεντικό βαγόνι – τραπεζαρία του θρυλικού Οριάν Εξπρές, όμως το καπνιστήριο του σουλτάνου δεν επιστράφηκε ποτέ.
Από την αρχή του χρόνου, με αφορμή και τον εορτασμό των 100 χρόνων από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, έχει αρχίσει μια προσπάθεια ώστε να μεταφερθεί το βαγόνι του σουλτάνου στην πόλη. Τον περασμένο Απρίλιο, ο δήμαρχος Γιάννης Μπουτάρης έστειλε επιστολή προς τη διοίκηση του ΟΣΕ, ζητώντας την επιστροφή του στον ιστορικό του χώρο.