Στο απολαυστικό βιβλίο του «Ο δικηγόρος», ο Τρύφων Κουταλίδης κατέγραψε, μεταξύ άλλων, και αυτό που ο ίδιος αποκαλεί «αξία της προληπτικής νομικής». «Την αξία της προληπτικής νομικής οι μεγάλοι του κόσμου όχι απλά την έχουν εκτιμήσει αλλά την ακολουθούν σχολαστικά, αντιγράφοντας ο ένας τον άλλον», έλεγε.
Και περιγράφει εκεί πώς άνθρωποι όπως ο Αριστοτέλης Ωνάσης και ο Σταύρος Νιάρχος μπορούσαν να ρυθμίζουν ακόμη και τις οικογενειακές τους υποθέσεις φτιάχνοντας νόμους που τους βόλευαν, είτε υπήρχε λ.χ. κυβέρνηση χούντας είτε ΝΔ είτε ΠΑΣΟΚ.
Γράφει χαρακτηριστικά: «Λίγες μέρες μετά τον γάμο Ωνάση – Κένεντυ, ο Ωνάσης, ανεμίζοντας ένα χαρτί στον δικηγόρο, λέει: “Ξέρεις, υπογράψαμε με τη γυναίκα μου ένα pre-marital agreement (προγαμιαίο σύμφωνο). Κάτι κοινό για τους Αγγλοσάξονες. Ετσι κάνουν όλοι οι πλούσιοι πριν παντρευτούν. Υπογράφουν μια συμφωνία που ρυθμίζει τα της περιουσίας των μελλονύμφων κατά τη διάρκεια του γάμου, αν χωρίσουν, καθώς και τα κληρονομικά τους”.
“Κύριε Ωνάση, ξέρετε, κατά τον ελληνικό νόμο αυτό είναι άκυρο και ανίσχυρο, το απαγορεύει ο Αστικός Κώδικας. Για να γίνει ισχυρό, πρέπει να τροποποιήσουμε με νόμο τον Αστικό Κώδικα. Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα”.
“Πάλι τις γκρίνιες και τις αρνήσεις άρχισες, κύριε Δικηγόρε. Κάνε τον νόμο να τον δούμε αύριο και θα σου πω”.
Οι εντολές του Ωνάση δεν ξέρανε από προθεσμίες. Ο, τι ζήταγε το ήθελε χτες και το εννοούσε. Ο νόμος έγινε την επομένη και ήταν “φωτογραφικός”. Είχε ένα άρθρο και δύο παραγράφους. Η πρώτη φωτογράφιζε τον γαμπρό (Ελλην του εξωτερικού και ορθόδοξος), τη νύφη (αλλοδαπή και ετερόδοξος) και όριζε ότι αυτοί μπορούν να κάνουν νόμιμα προγαμιαία σύμφωνα. Η δεύτερη, πιο απλή και σύντομη, όριζε ότι, αν τέτοια σύμφωνα έχουν γίνει προ του νόμου, είναι και αυτά ισχυρά.
Το διάβασε δυο τρεις φορές ο Ωνάσης, και λέει:
“Καλό, κράτα τον και θα σου πω”.
Αργησε μερικά χρόνια ο Ωνάσης να του πει του δικηγόρου. Δούλευαν στη Νέα Υόρκη και αθώα τον ρωτά ο Ωνάσης:
“Πότε γυρίζεις στην Αθήνα;”.
“Απόψε φεύγω, κύριε Ωνάση”.
“Τέλεια, γιατί αύριο το απόγευμα έχεις ραντεβού με τον πρωθυπουργό, ξέρεις, για τον νόμο”.
Το γραφείο του πρωθυπουργού της δεύτερης χούντας, που έριξε την πρώτη, ήτανε στο κτίριο της Βουλής. Ο δικηγόρος έφτασε 10 λεπτά νωρίτερα και ο χώρος αναμονής ήτανε άδειος. Σε λίγο έφτασαν κάτι κύριοι που είπανε πως είναι ο Σύλλογος Συμβολαιογράφων κάποιας επαρχιακής πόλης. Σοβαροφανής και κορδωμένος ο χουντικός Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος, δέχτηκε τον δικηγόρο αρχίζοντας με ερωτήσεις και φιλοφρονήσεις για τον πατέρα του• δικηγόρος και Πελοποννήσιος κι αυτός, τον γνώριζε. Χωρίς να χάσει χρόνο, ο δικηγόρος, εκμεταλλευόμενος το καλό κλίμα, μπήκε στο θέμα:
“Ξέρετε, κύριε Πρόεδρε, οι Ελληνες του εξωτερικού που ζουν και μεγαλουργούν εκεί και προς δόξαν και της Πατρίδος μας είναι φυσικό να βιώνουν το νομικό πλαίσιο των χωρών αυτών. Εκεί οι μελλόνυμφοι μπορούν να συνάπτουν προγαμιαία σύμφωνα, στην Ελλάδα όμως ο Αστικός Κώδιξ δεν τα επιτρέπει, χρειάζεται αυτή η συμπλήρωση”.
Με τις τελευταίες λέξεις ο δικηγόρος έδωσε στον πρωθυπουργό τη συμπλήρωση που, φυσικά, έπρεπε να γίνει με νόμο. Κι αυτός μετά από σύντομη ανάγνωση απεφάνθη σε άπταιστο χουντική καθαρεύουσα:
“Η Πατρίς έχει υποχρέωσιν να προστατεύση τους απανταχού Ελληνας οι οποίοι διαδίδουν το ελληνικό πνεύμα και την Ορθοδοξίαν, ιδιαίτερα μάλιστα όταν αυτοί οι αγνοί Ελληνες έρχονται εις γάμου κοινωνίαν μετά ετεροδόξων αλλοδαπών. Αυτό θα γίνει νόμος του Κράτους”.
Πού να φανταστεί ο δικηγόρος ότι έτσι εύκολα άλλη μια δύσκολη αποστολή είχε τελειώσει, χωρίς καν να χρησιμοποιηθούν τα νομικά επιχειρήματα που είχε μαζέψει και είχε κατατάξει ο καημένος περιμένοντας αντιρρήσεις από τον νομομαθή πρωθυπουργό».