Σε λογιστικά τεχνάσματα που χρησιμοποίησαν στο παρελθόν χώρες της ζώνης του ευρώ προκειμένου να εξωραΐσουν τα στοιχεία για το χρέος τους αναφέρεται χθεσινό δημοσίευμα των «Sunday Times», με τον τίτλο «Ο δούρειος ίππος της Goldman». Το δημοσίευμα κάνει εκτενή αναφορά στις συμφωνίες ανταλλαγής χρέους (swaps) που συνομολόγησε η Ελλάδα με την Goldman Sachs το 2001, αλλά και στον ευρύτερο ρόλο που διαδραμάτισαν οι επενδυτικές τράπεζες στην «αναβάπτιση» των δημοσιονομικών στοιχείων μεγάλων ευρωπαϊκών κρατών όπως η Ιταλία και η Γερμανία. Φιλοξενεί μάλιστα απόψεις χρηματιστών σύμφωνα με τους οποίους ακόμη και σήμερα, εν μέσω της γενικευμένης οικονομικής κρίσης χρέους, υπάρχουν χώρες που καταφεύγουν σε παρόμοιες μεθόδους για να «καλλωπίσουν» τα δημοσιονομικά μεγέθη τους.

«Ολες οι χώρες της ευρωζώνης ήταν περισσότερο από ευτυχείς να πληρώνουν μεγάλες προμήθειες για οτιδήποτε μπορούσε να κάνει το χρέος τους να φαίνεται μικρότερο. Σε κάθε περίπτωση, παίρναμε τις μελλοντικές εισπράξεις και τις μετατρέπαμε σε κεφάλαιο που χρησιμοποιούνταν για να πληρώνονται τα χρέη. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει και πάλι σε χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία, οι οποίες αναζητούν τρόπο οι ιδιωτικοποιήσεις και οι τιτλοποιήσεις (μελλοντικών εσόδων) να τους βοηθήσουν να βγουν από το χάος», δηλώνει στη βρετανική εφημερίδα χρηματιστής που δεν κατονομάζεται, αλλά σύμφωνα με τους «Sunday Times» συμμετείχε ενεργά σε πολλές από τις μεγάλες συμφωνίες απόκρυψης των κρατικών ελλειμμάτων.

Δεν ήταν παράνομο. Η εφημερίδα υποστηρίζει πως «ούτε η Goldman ούτε η Ελλάδα έκαναν κάτι παράνομο». Ωστόσο, εστιάζει στον ρόλο που διαδραμάτισαν οι επενδυτικές τράπεζες στη δημιουργία της ζώνης του ευρώ, αλλά και στους κινδύνους που οι χώρες είναι πρόθυμες να αναλάβουν για να παραμείνουν στο ενιαίο νόμισμα. «Πριν ενταχθεί στο ευρώ, η Ελλάδα έπρεπε να καταβάλλει επιτόκια της τάξης του 18% για να δανειστεί χρήματα στις διεθνείς αγορές. Μετά την προσχώρησή της στο ευρώ, το επιτόκιο μειώθηκε σε περίπου 5%. Ηταν απόλυτα λογικό να κάνει κάθε είδους ακροβατικά για να κρατήσει την Ευρώπη ευτυχισμένη», τονίζεται χαρακτηριστικά.

Μεγάλες προμήθειες. Το δημοσίευμα δεν κομίζει κανένα νέο στοιχείο για το θέμα των ελληνικών swaps, το οποίο από τις ευρωπαϊκές υπηρεσίες και ειδικά την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat) θεωρείται πως πλέον έχει διευκρινιστεί πλήρως. Επικεντρώνεται μάλιστα στις μεγάλες προμήθειες που φέρεται να έλαβε η επενδυτική τράπεζα καθώς και στα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν στις διαπραγματεύσεις με το ελληνικό Δημόσιο (παρασκήνιο που έχει αποτυπωθεί και στο βιβλίο του γάλλου δημοσιογράφου Μαρ Ρος, «Η Τράπεζα: πώς η Goldman Sachs κυβερνά τον κόσμο»).

Η Αντιγόνη Λουδιάδη. Ειδική αναφορά γίνεται στο πρώην στέλεχος της Goldman Sachs Αντιγόνη (Addy) Λουδιάδη, η οποία φέρεται να αξιοποίησε τα παράθυρα των ευρωπαϊκών κανόνων λογιστικής για να «βοηθήσει» την Ελλάδα να περιορίσει το χρέος της. Οπως υποστηρίζει το δημοσίευμα, το αντίτιμο για τις υπηρεσίες αυτές φημολογείται πως ανήλθε σε 300 εκατ. δολάρια, ποσό τεράστιο για το σύνολο των συναλλαγών. Σήμερα η Λουδιάδη είναι διευθύνουσα σύμβουλος της βρετανικής ασφαλιστικής εταιρείας Rothesay Life, 100% θυγατρικής της Goldman Sachs, που διαχειρίζεται κεφάλαια 9 δισ. λιρών.

Ελλειψη διαφάνειας. Η βρετανική εφημερίδα ξεκαθαρίζει πως η Goldman «δεν προκάλεσε οικονομική κρίση στην Ελλάδα» και πως τα ποσά που σχετίζονται με τις συμφωνίες ανταλλαγής χρέους αντιστοιχούν περίπου στο 0,02% του συνολικού χρέους της χώρας. Ωστόσο, τονίζει πως η φύση και ο σκοπός των συναλλαγών ήταν που ενόχλησαν. «Αυτή η έλλειψη διαφάνειας είναι σύμπτωμα ενός ευρύτερου προβλήματος στην καρδιά της κρίσης της ευρωζώνης», αναφέρει χαρακτηριστικά το δημοσίευμα.

Υπογραμμίζεται μάλιστα πως η Ελλάδα δεν ήταν μόνη στο μαγείρεμα των βιβλίων της, καθώς ακόμη και οι Γερμανοί προέβησαν σε τιτλοποιήσεις προκειμένου να χρησιμοποιήσουν μελλοντικές πληρωμές για να μειώσουν τα επίπεδα χρέους. «Ηταν όλα μέρος μιας απεγνωσμένης προσπάθειας για να συρραφεί το εγχείρημα του ευρώ και να ισιώσει εξαρχής από τις άκρες», επισημαίνει ο συντάκτης των «Sunday Times».

Τα ελληνικά swaps. Το γιεν ήταν αυτό που οδήγησε την Ελλάδα στις συμφωνίες ανταλλαγής χρέους το 2001. Η χώρα την περίοδο 1993-1994 είχε λάβει πολλά δάνεια σε γιεν. Μετά την ένταξή της στο ευρώ, η αξία του γιεν άρχισε να αυξάνεται έναντι του ευρώ και η ανατίμησή του διόγκωνε αυτόματα το χρέος. Ετσι, αποφασίστηκε να μετατραπεί το χρέος από γιεν σε ευρώ μέσω swap, κάτι σύνηθες καθώς όλες οι χώρες του ευρώ επιδίωκαν τα χρέη τους να είναι εκπεφρασμένα σε αυτό το νόμισμα. Στο πλαίσιο αυτό η Goldman Sachs ανέλαβε να πληρώσει το μελλοντικό χρέος σε γιεν και η Ελλάδα να πληρώσει στην επενδυτική τράπεζα το ποσό αυτό σε ευρώ, σε ισοτιμία που καθορίστηκε την ημέρα της συμφωνίας. Παράλληλα, συμφωνήθηκε η αποπληρωμή του νέου χρέους σε ευρώ από το 2014 μέχρι το 2019, δηλαδή σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από εκείνο που ίσχυε για το παλαιότερο χρέος σε γιεν ώστε να εξυπηρετηθεί η αποπληρωμή του χρέους.

Με στοιχεία του 1998-1999. «Η είσοδος της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ έγινε βάσει των στοιχείων των ετών 1998 και 1999. Η χώρα έγινε μέλος της ΟΝΕ το καλοκαίρι του 2000. Η συμφωνία ανταλλαγής χρέους έγινε το 2001 και δεν έχει απολύτως καμία σχέση με τη διαδικασία ένταξης της Ελλάδας στην ευρωζώνη», δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο πρώην υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Γιάννος Παπαντωνίου, ο οποίος ξεκαθαρίζει πως πριν αποσαφηνιστούν από τη Eurostat οι σχετικοί λογιστικοί κανόνες για τις ανταλλαγές χρέους σχεδόν οι περισσότερες χώρες της ευρωζώνης είχαν ακολουθήσει αυτή την πρακτική για τη διαχείριση του δημόσιου χρέους τους.