Τι τρέχει…

… τι συμβαίνει; ρώταγε ο τραυματισμένος Καντάφι λίγο πριν λιντσαριστεί στη Σύρτη. Περίπου την ίδια ερώτηση είχε κάνει κάποτε στον Ερικ Μαργκόλις, έναν χρόνο μετά την απόπειρα των Αμερικανών να τον σκοτώσουν στη σκηνή του με μια βόμβα 800 κιλών. Παίρνοντας από το χέρι τον δημοσιογράφο, του έδειξε το κρεβάτι που πάνω του είχε σκοτωθεί η δίχρονη κόρη του και του είπε με παράπονο: «Γιατί, κύριε Ερικ, θέλουν να με σκοτώσουν οι Δυτικοί;».

Και εκείνος…

… του απάντησε: Επειδή ξεμπρόστιασες τους άλλους άραβες ηγέτες όταν ανέβασες την τιμή του πετρελαίου και επειδή υποστηρίζεις όλα τα αντιαποικιακά κινήματα, από τον ιρλανδικό IRA και τη βασκική ΕΤΑ μέχρι τον Αμπού Νιντάλ και τον Νέλσον Μαντέλα. Ηταν τότε που ο νεαρός Καντάφι είχε ακόμη για είδωλό του τον Νάσερ και συμμεριζόταν το όνειρό του να ενώσει όλους τους Αραβες και να αποτινάξει τον δυτικό νεοαποικιακό ζυγό. Οπως ο Νάσερ, δεν άργησε να απογοητευτεί και αυτός και να στρέψει την οργή του εναντίον των άλλων αράβων ηγετών. Ομως δεν ξέχασε ποτέ τους ιταλούς αποικιοκράτες, την εποχή που οι Λίβυοι παραμέριζαν στον δρόμο όποτε τύχαινε να συναπαντηθούν με Ιταλούς, τότε που οι ήρωες της χώρας οδηγούνταν στην αγχόνη και ο αγώνας τους χαρακτηριζόταν «τρομοκρατικός». «Μέχρι τον αποτρόπαιο θάνατό του», λέει σήμερα ο Ερικ Μαργκόλις, «πιστεύω πως ποτέ δεν κατάλαβε πραγματικά γιατί προσπαθούσαν να τον σκοτώσουν τόσο πολλοί».

Οταν πήρε…

… ο Καντάφι την εξουσία, η Λιβύη δεν ήταν παρά ένας σταθμός ανεφοδιασμού στον δρόμο από την Αλεξάνδρεια στην Τύνιδα. Σχεδόν δεν υπήρχε στον χάρτη. Ο αδύναμος βασιλιάς της Ιντρίς δεν ήταν παρά ένα ανδρείκελο των Βρετανών. Και οι ΗΠΑ διατηρούσαν στη χώρα τη μεγαλύτερη υπερπόντια αεροπορική βάση τους. Παρά τα καμώματά του, τη σπασμωδική σκληρότητά του και την παρανοϊκή «πράσινη επανάστασή» του, ο Καντάφι κατόρθωσε να ενώσει αυτήν τη Λιβύη και να προσφέρει στον λαό της στέγη, νοσοκομεία, δρόμους, μια ανθηρή πετρελαϊκή βιομηχανία και πολλά στοιχεία του δυτικού πολιτισμού. Αν είχε επιλέξει μια πιο πρακτική οικονομική πολιτική αντί για τον ιδιόρρυθμο αραβικό «σοσιαλισμό» του, ίσως η Λιβύη να ήταν σήμερα μια υπολογίσιμη οικονομική δύναμη σαν το Κατάρ ή τα Εμιράτα. Αντί γι’ αυτό, ξόδεψε δισεκατομμύρια με τη φιλοδοξία να αναγνωριστεί ως αρχηγός της Μαύρης Αφρικής. Ομως, το χρήμα του δεν του αγόρασε πολλούς φίλους. «Ακόμη προσπαθώ να καταλάβω αν ο Καντάφι πράγματι άκουγε φωνές που τον καθοδηγούσαν», λέει ο Μαργκόλις, «ή αν απλώς έμεινε πάντα ένας έφηβος που του άρεσε να σκανδαλίζει τον κόσμο».

Χωρίς αυτόν…

… «οι πετρελαιάδες και τα παλικάρια και οι υποτακτικοί του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ελπίζουν ότι θα περάσουν καλύτερες μέρες στη Λιβύη», λέει ένας άλλος δημοσιογράφος, ο Ρόμπερτ Φισκ. «Ομως, η ιδέα πως οι φυλές που κατοικούν τη χώρα θα «παγκοσμιοποιηθούν» και θα αλλάξουν μονομιάς», είναι γελοία».