Πριν από έναν χρόνο, του έδιναν έναν χρόνο ζωής. Ο Κρίστοφερ Χίτσενς λέει πως ο χρόνος αυτός ήταν μάλλον καλός. Κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Περιοδικών (National Magazine Award), εξέδωσε μια συλλογή δοκιμίων («Arguably», «Με επιχειρήματα»), επισκέφθηκε άλλες δύο πολιτείες των ΗΠΑ: «Μου λείπουν οι δύο Ντακότες και η Νεμπράσκα», λέει στους «Νιου Γιορκ Τάιμς», «αν και μπορεί να μην πάω ποτέ εκεί, εκτός αν βρει κάποιος μια αντικαρκινική θεραπεία με βάση την αιθανόλη στην Ομαχα».

Μόλις έχει τελειώσει άλλη μία, πιο παραδοσιακή, αντικαρκινική θεραπεία. Βρίσκεται σ’ ένα δωμάτιο νοσοκομείου στον δωδέκατο όροφο του Αντικαρκινικού Κέντρου Αντερσον στο Χιούστον. Εχει γύρω του βιβλία και ένα λάπτοπ στο κομοδίνο, όπου συνεχίζει να πληκτρολογεί άρθρα. Την περασμένη εβδομάδα τον επισκέφθηκε ο μεγάλος φίλος του, ο Μάρτιν Εϊμις. «Ο Χιτς έχει εντυπωσιακά καλή διάθεση», είπε στη συνέχεια ο συγγραφέας στους «Νιου Γιορκ Τάιμς». «Ζηλεύω αυτή τη μεγάλη αγάπη του για τη ζωή. Ακούγεται παράξενο, αλλά είναι σχεδόν σαν ένας θιβετιανός μοναχός. Σαν να έγινε θρήσκος».

Αν δεν προερχόταν από τον Εϊμις, η δήλωση θα ακουγόταν ιερόσυλη – για έναν πεπεισμένο και μαχητικό άθεο όπως ο Χίτσενς, συγγραφέα του βιβλίου «Ο Θεός δεν είναι μεγάλος», θα μπορούσε να αποτελέσει ακόμη και αιτία για μονομαχία. Η Συμμαχία Αθεϊστών Αμερικής (AAA) του απένειμε το βραβείο του «Στοχαστή της Χρονιάς» – ήταν η πρώτη δημόσια έξοδος του συγγραφέα έπειτα από μήνες. Χωρίς μαλλιά από τη χημειοθεραπεία, αδυνατισμένος, αλλά πάντα ιδιοφυής. Μίλησε για μία ώρα σε μια κατάμεστη αίθουσα, αν και, όπως είπε, «δεν είμαι σίγουρος ότι χρησιμεύει ένα τέτοιου είδους βραβείο». Αθεϊστής είναι κάτι που είσαι, εξήγησε, όχι κάτι που κάνεις. Πρέπει όμως και να προωθηθεί η υπόθεση, «ιδιαίτερα στο Τέξας όπου διά νόμου, αν δεν πιστεύεις στον Ιησού Χριστό, δεν μπορείς να θέσεις υποψηφιότητα για σερίφης».

Στα 62 του, ο Κρίστοφερ Χίτσενς πεθαίνει: «Στην κούρσα της ζωής βρίσκομαι στον τελικό», έλεγε πέρυσι. Σήμερα η κούρσα αυτή μοιάζει με ένα σπριντ των 100 μέτρων μάλλον, παρά με μαραθώνιο. «Είχα μερικές μαύρες νύχτες φυσικά, αλλά το να παραδοθώ στην κατάθλιψη θα ήταν ένα ξεπούλημα, μια ήττα», λέει.

ΤΣΙΓΑΡΑ ΚΑΙ ΟΥΙΣΚΙ. «Δεν ξέρω γιατί αρρώστησα τόσο. Ισως ήταν τα τσιγάρα, ίσως τα γονίδια. Ο πατέρας μου πέθανε από το ίδιο πράγμα. Είναι άσκοπο να μετανιώνεις». Από τον Ιούλιο τρέφεται με σωλήνα που είναι ενωμένος με το στομάχι του και δεν πίνει ούτε γουλιά ουίσκι, που άλλοτε τον έτρεφε. «Το πιο καταθλιπτικό είναι ότι έχει πάψει να μου αρέσει. Είναι απίστευτο πώς συνηθίζουμε μερικά πράγματα». Η ιδέα του θανάτου, προσθέτει, «είναι χρήσιμη για έναν συγγραφέα, αλλά πρέπει να μένει λανθάνουσα. Προσπαθώ να μην τη σκέφτομαι».

Το μότο στην τελευταία συλλογή δοκιμίων του Κρίστοφερ Χίτσενς είναι από τους «Πρεσβευτές» του Χένρι Τζέιμς: «Ζήσε όλα όσα μπορείς: είναι σφάλμα να μην το κάνεις». Κατά τη βράβευσή του από τη Συμμαχία Αθεϊστών, ένα 8χρονο κορίτσι τον πλησίασε και του ζήτησε να το συμβουλεύσει ποια βιβλία να διαβάσει. Τους κλασικούς μύθους, απάντησε εκείνος, Σαίξπηρ, Ντίκενς, την «Ιστορία δύο πόλεων»…