Οι σχέσεις του ΠΑΣΟΚ με τους συνδικαλιστές είναι σαν τα ρούχα διπλής όψης: εξαρτάται από ποια πλευρά τα φοράς. Στην ιστορία του, τα συνδικαλιστικά στελέχη του βρέθηκαν εναλλάξ και από τις δύο όχθες. Αλλοτε είχαν τόση επιρροή ώστε έκριναν ακόμη και την ανάδειξη ηγεσίας. Και άλλοτε εξελίσσονταν σε σφοδρούς αντιπάλους των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και ακύρωναν την πολιτική τους. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις: για το πρώτο, οι εσωκομματικές διεργασίες το 1996 και το 2004. Για το δεύτερο, η συνδικαλιστική κρίση το 1985 και η απόπειρα ασφαλιστικής μεταρρύθμισης το 2001.

ΟΙ ΚΑΤΑΒΟΛΕΣ. Οι πράσινοι συνδικαλιστές έγιναν υπολογίσιμη κομματική συνιστώσα κυρίως μετά το 1981. Δίκαια αιτήματα των εργαζομένων έγιναν προσχήματα για προσωπική σταδιοδρομία. Η συνδικαλιστική δράση απέκτησε επαγγελματικά χαρακτηριστικά καθώς εξασφάλιζε πλέον προσόδους. Καλοί μισθοί για τους επικεφαλής των συνδικάτων, γενναίες κρατικές επιχορηγήσεις για τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, αμειβόμενες θέσεις σε διοικητικά συμβούλια, διευθετήσεις κάτω από το τραπέζι. Επιπλέον αλληλοϋποστήριξη με κομματικά στελέχη και υπουργούς, με αμοιβαίο όφελος.

Η δισυπόστατη ιδιότητα συνδικαλιστή και κομματικού παράγοντα θεωρήθηκε θεμιτή. Επικεφαλής των μεγάλων συνδικαλιστικών οργανώσεων ετέθησαν επώνυμα κομματικά στελέχη. Και αντιστρόφως η ιδιότητα του συνδικαλιστή εξασφάλιζε θέση στα κομματικά όργανα. Στη ΓΣΕΕ, κατ’ εξοχήν οργάνωση των εργατών, κανείς πρόεδρος δεν ήταν εργάτης πλέον. Η ΠΑΣΚΕ ήλεγχε τη συνδικαλιστική αριστοκρατία, την οποία στήριζαν οι καλοπληρωμένοι υπάλληλοι των ΔΕΚΟ και των τραπεζών.

Σ’ αυτήν τη διαδρομή αναδείχθηκαν πρόσωπα που απασχόλησαν την κοινή γνώμη πολύ έντονα, όχι όμως πάντα με θετικό τρόπο. Αυτοί που βρίσκονται σήμερα στο προσκήνιο είναι οι επίγονοί τους. Για παράδειγμα, οι σημερινοί «ασυμβίβαστοι» επικεφαλής όπως ο Νίκος Φωτόπουλος, ο Θέμις Μπαλασόπουλος , ο Γιάννης Παναγόπουλος και πολλοί ακόμη αρχισυνδικαλιστές του δημόσιου τομέα προέρχονται από το κομματικό εργαστήριο της Χαρ. Τρικούπη. Απλώς επί των ημερών του ο Ανδρέας Παπανδρέου τούς αποκεφάλιζε όταν υπερέβαιναν τα εσκαμμένα. Ο Κρόνος τότε έτρωγε τα παιδιά του. Από την εποχή Σημίτη και μετά, τα παιδιά απειλούν να κατασπαράξουν τον Κρόνο.

Το πρώτο συνέδριο της ΓΣΕΕ επί Αλλαγής έφερε στην ηγεσία της τον Γιώργο Ραυτόπουλο και κυρίαρχο τον επικεφαλής της ΠΑΣΚΕ Γιώργο Δασκαλάκη. Δίπλα τους άρχισαν να σταδιοδρομούν στελέχη προερχόμενα από τη Σπουδάζουσα της Νεολαίας ΠΑΣΟΚ. Το – αποτυχημένο – εγχείρημα των κοινωνικοποιήσεων και άλλες ανάλογης τύχης πολιτικές εκείνης της εποχής κατέστησαν τους συνδικαλιστές καριέρας διαμορφωτές και των κομματικών των εξελίξεων. Και συχνά χρησιμοποιούσαν για να κυριαρχήσουν το μόνο όπλο που είχαν: τις μεγάλες απεργίες στις τράπεζες και τις ΔΕΚΟ και την ακινητοποίηση της χώρας.

Οταν ο Ανδρέας Παπανδρέου κατάλαβε ότι τα συνδικάτα είχαν γίνει πλέον αυτόνομες συντεχνίες επιχείρησε να τους ανακόψει. «Δεν θα επιβάλουν του όρους τους τα ρετιρέ» διακήρυξε. Ηταν αργά. Πολλοί είχαν αρχίσει ήδη να αμφισβητούν ακόμη και τις επιλογές του, όπως φάνηκε στα γεγονότα του 1985. Συσπειρωμένοι οι ανερχόμενοι συνδικαλιστές της εποχής περί τον Γεράσιμο Αρσένη συγκρότησαν ισχυρό εσωκομματικό πόλο. Και όταν διαπιστώθηκε ότι η πλουσιοπάροχη πολιτική της πρώτης τετραετίας είχε αδειάσει τα ταμεία αρνήθηκαν να περιορίσουν τις αξιώσεις τους και επέλεξαν τη σύγκρουση.

ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ. Το καλοκαίρι του 1985 ο Ανδρέας Παπανδρέου κατάργησε την κυβέρνηση που είχε σχηματίσει μόλις είκοσι ημέρες πριν και ανέθεσε το υπουργείο Συντονισμού στον Κώστα Σημίτη, για να εφαρμόσει ένα διετές σταθεροποιητικό πρόγραμμα. Οι πρώτοι που εξεγέρθηκαν ήταν οι συνδικαλιστές. Με επικεφαλής γνωστά στελέχη της ΓΣΕΕ (Ροβέρτος Σπυρόπουλος, Χρήστος Κοκκινοβασίλης, Δημήτρης Πιπεριάς, Κώστας Μπακιρτζής κ.ά.) ανέτρεψαν τη διοίκηση Ραυτόπουλου στη ΓΣΕΕ και έβαλαν στη θέση του τον Γ. Παπαμιχαήλ. Αλλά το ξημέρωμα τους βρήκε εκτός ΠΑΣΟΚ, με ένα απλό τηλεφώνημα στον Δημήτρη Παγουρόπουλο. Το ίδιο συνέβη τον Μάρτιο του 1986 με τον Αρσένη. Και εν τω μεταξύ η ανατραπείσα διοίκηση Ραυτόπουλου αποκαταστάθηκε με απόφαση του Πρωτοδικείου.

Ακολουθεί μια ταραγμένη περίοδος. Ο Στέφανος Τζουμάκας, αρμόδιος για τα συνδικαλιστικά στο Εκτελεστικό Γραφείο, κατήγγειλε διαρκώς τις μεθοδεύσεις και τις συμπεριφορές ορισμένων συνδικαλιστών της εποχής. «Αυτοί έχουν κλέψει μέχρι και τα πόμολα». Από τη σύγκρουση της παλιάς ομάδας που επιχειρούσε να επανακάμψει και τη νέας γενιάς που ήθελε να πάρει τη θέση της, προσωρινά επικράτησε η πρώτη.

Ενα βράδυ ο Γ. Ραυτόπουλος επισκέπτεται στο Καστρί τον Ανδρέα Παπανδρέου και του εξηγεί ότι η πολιτική Σημίτη εξοντώνει του εργαζόμενους και βλάπτει το ΠΑΣΟΚ.

«Σύντομα θα έχει νέα μου ο κύριος Σημίτης», του λέει ο πρωθυπουργός.

Μερικές εβδομάδες αργότερα ανατρέπει από το βήμα της Βουλής την εισοδηματική πολιτική. Ο Σημίτης παραιτείται και το συνδικαλιστικό ΠΑΣΟΚ διχάζεται. Το τμήμα που επικράτησε τότε μπήκε στο περιθώριο μετά το 1989. Το άλλο συνδέθηκε με τον Σημίτη και έγινε η αιχμή του εκσυγχρονιστικού δόρατος. Εν τω μεταξύ οι παλαιοί διαγραφέντες σταδιακά άρχισαν να επιστρέφουν στο ΠΑΣΟΚ, μεταφέροντας και τις συγκρούσεις τους. Στην ηγεσία της ΓΣΕΕ προωθήθηκε ο Λάμπρος Κανελλόπουλος που μετακινήθηκε στην πολιτική για να αφήσει τη θέση του στον Χρήστο Πρωτόπαπα ο οποίος έκανε το ίδιο με τη σειρά του. Στην αναιμική ΑΔΕΔΥ πήρε να ηνία ο Σπύρος Παπασπύρος και άρχισε να παίζει ενεργό εσωκομματικό ρόλο.

Το 1996 είναι η χρόνια των συνδικαλιστών. Με εντυπωσιακή εκπροσώπηση στο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ έγειραν την πλάστιγγα υπέρ του Σημίτη και ανταμείφθηκαν γι’ αυτό με θέσεις στην κυβέρνηση, το κράτος και τα κομματικά όργανα και την επίσημη πολιτική. Μέχρι τη μοιραία σύγκρουση του 2001 για το Ασφαλιστικό που άλλαξε το κλίμα στην ΠΑΣΚΕ. Τα στελέχη της στη συνέχεια προσχώρησαν στη γραμμή υποστήριξης του Γιώργου Παπανδρέου. Στη ΓΣΕΕ το τιμόνι πέρασε στα χέρια του Γιάννη Παναγόπουλου. Τάχθηκε υπέρ του Γ. Παπανδρέου, όπως και οι περισσότεροι από τους σημερινούς πολέμιους της πολιτικής του, στην εσωκομματική αναμέτρηση του 2007. Και όπως και οι προκάτοχοι του στον «αδέσμευτο συνδικαλισμό» της ΓΣΕΕ, κατέχει πάντα μια θέση στο Εθνικό Συμβούλιο του κόμματος.