Χολιγουντιανοί αστέρες ενώθηκαν με το κίνημα «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ». Οι πολιτικοποιημένοι, από τη Σούζαν Σάραντον και τον Σον Πεν μέχρι τον Μάικλ Μουρ, που ποτέ δεν έκρυψαν την ευαισθησία τους απέναντι στις αδικίες του συστήματος, το οποίο και οι ίδιοι υπηρετούσαν. Τα ονόματά τους, ανάμεσα στους διαδηλωτές, έκαναν τον γύρο του κόσμου πολύ περισσότερο από το ίδιο το κίνημα των αμερικανών πολιτών που έχει περισσότερο συμβολικό στόχο, ως φαίνεται. Αλλά μικρή σημασία έχει.

Το παγκόσμιο βλέμμα στράφηκε στην αμερικανική «αγανάκτηση», την εμβαπτισμένη στη λάμψη του Χόλιγουντ, αλλού ειρωνικό, για τους καλοβολεμένους που κάνουν μόδα την επαναστατικότητα, αλλού συγκαταβατικό, ότι είναι κάτι σαν υποχρεωτική παράδοση του Χόλιγουντ αυτά τα μηνύματα δημοκρατίας και ισότητας από τα σύμβολα του αμερικανικού ονείρου – όπως η φιλανθρωπία, η υιοθεσία παιδιών από χώρες του Τρίτου Κόσμου κ.λπ. Είναι μιντιακή περισσότερο η συμβολή τους παρά ουσιαστική; Ωστόσο για μια χώρα που στηρίζει τη συνοχή και την εθνική της συνείδηση στο θέαμα – και που η μεγαλύτερη βιομηχανία παραγωγής και διαμόρφωσης των ιδεών που στήριξαν την παγκόσμια δύναμή της ήταν και παραμένει ο κινηματογράφος, με τη μουσική βιομηχανία να ακολουθεί -, όλες αυτές οι χολιγουντιανές ευαισθησίες αποκτούν την ισχύ ηθικών παραδειγμάτων.

Παντού βέβαια καλλιτέχνες όλων των ειδών σπεύδουν να στηρίξουν λαϊκά κινήματα. Και είναι αναπόφευκτο να αποκτούν εκείνοι μεγαλύτερη δημοσιότητα από τους σκοπούς του κινήματος. Υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά στη χολιγουντιανή δημοκρατική παράδοση, ότι η λάμψη των αστεριών της που κατατίθεται σε έναν ευγενή αγώνα είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς και αντικειμενικών κριτηρίων. Με εξαίρεση τον εφιάλτη της μακαρθικής περιόδου που επιχειρήθηκε με μικρότερη πλην επίσης πείσμονα ένταση να επαναληφθεί την εποχή του μπουσισμού, το Χόλιγουντ κατάφερε να θεωρείται ένας πυρήνας δημοκρατικής ευαισθησίας, ένας θύλακας προστασίας των ιδανικών του αμερικανικού Συντάγματος. Τα κουτσομπολιά, τα καπρίτσια, τα πάθη και τα μίση παραμένουν μια παράπλευρη βιομηχανία για λαϊκή κατανάλωση. Και το παγκόσμιο κοινό είναι ελεύθερο να επιλέξει τι θα καταναλώσει, τα κουτσομπολιά για τον γάμο των Ντέμι Μουρ και Αστον Κούτσερ ή την πολιτική στράτευση της Σάραντον, του Σον Πεν και του Μάικλ Μουρ. Αλλωστε και η φρίκη του μακαρθισμού ουδόλως άγγιξε το σουξέ και την ιδεολογική αυτοκρατορία του Ντίσνεϊ, που υπήρξε εκ των φίλα προσκείμενων στο μακαρθικό καθεστώς, ούτε την αξία και την ιδεολογική δύναμη του Μπέρτολτ Μπρέχτ που ως πολιτικός εξόριστος, τότε, βρέθηκε στο στόχαστρο.