Με αφορμή τη συζήτηση στη Βουλή του νομοσχεδίου για τις μεταρρυθμίσεις στα ΑΕΙ και στα ΤΕΙ είναι ανάγκη να υπενθυμίσω ορισμένες αλήθειες:

1 Στις συνθήκες βαθιάς και σύνθετης κρίσης, η εξυγίανση στον χώρο της Παιδείας είναι εξίσου επιτακτική με τη δημοσιονομική εξυγίανση. Η ανάταξη της οικονομίας μας συνδέεται ασφαλώς με τις διαρθρωτικές αλλαγές στην οικονομία και στη δημόσια διοίκηση. Μακροπρόθεσμα όμως συνδέεται με την ποιότητα της εκπαίδευσης. Παιδεία υψηλής ποιότητας αποτελεί και τη μόνη ασπίδα προστασίας των νέων μας από την πλημμυρίδα των φτηνών εργατικών χεριών.

2 Οπως σε όλα τα ανοιχτά μέτωπα που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα, το μείζον πρόβλημα της Παιδείας είναι πολιτικό. Τα κόμματα έχουν μετατρέψει τη δημόσια εκπαίδευση σε «πεδίο βολής», όπου ασκούνται τα υπό εκκόλαψη κομματικά στελέχη. Από τις κομματικά, κατά κανόνα, καθοδηγούμενες καταλήψεις και απεργίες, η δημόσια Παιδεία βγήκε πολλαπλά ζημιωμένη και απαξιωμένη. Ωφελημένα βγήκαν μόνο τα κομματικά στελέχη, όλων των αποχρώσεων, που πρωτοστάτησαν. Αναδείχθηκαν σε αρχηγούς κομμάτων, υπουργούς και βουλευτές.

3 Τα εκφυλιστικά συμπτώματα στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση έχουν την αφετηρία τους στον νόμο του πρώιμου ΠΑΣΟΚ 1268/1982, για τον οποίο οι εμπνευστές του, μεταγενέστερα, παραδέχθηκαν «mea culpa». Πέρα από τις θετικές διατάξεις, όπως η κατάργηση της έδρας, ο νόμος θεσμοθέτησε το Ασυλο (άγραφο μέχρι τότε ακαδημαϊκό θεσμό) και την ψήφο των φοιτητών (στην πράξη των κομματικών παρατάξεων), στις εκλογές για την ανάδειξη των πανεπιστημιακών οργάνων. Η «ψήφος των φοιτητών» εκφυλίστηκε σε χυδαία συναλλαγή ανάμεσα στους υποψήφιους πανεπιστημιακούς και τις κομματικές νεολαίες. Το Ασυλο, από την κατοχύρωση της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών μεταλλάχθηκε σε θερμοκήπιο αριστερίστικης ιδεολογικής τρομοκρατίας, παρανομίας και πολιτικού χουλιγκανισμού. Ο κομματισμός απαξίωσε τη δημόσια εκπαίδευση προς όφελος της ιδιωτικής και των ξένων πανεπιστημίων. Σ’ αυτά κυρίως προσφεύγουν τα παιδιά πολιτικών, πανεπιστημιακών και συνδικαλιστών που αντιδρούν στις μεταρρυθμίσεις.

4 Είναι αναμφισβήτητες οι ευθύνες και των δύο κομμάτων εξουσίας, που συνδιαμόρφωσαν τις συνθήκες σε ΑΕΙ και ΤΕΙ. Είναι όμως εξίσου μεγάλες οι ευθύνες των κομμάτων της Αριστεράς. Η Αριστερά, από μοχλός πίεσης για εκδημοκρατισμό και προοδευτικές μεταρρυθμίσεις κατά το παρελθόν, συγκαλύπτει σήμερα τον εκφασισμό που επιβάλλουν ακραία στοιχεία και υπερασπίζεται τα κάθε λογής συντεχνιακά συμφέροντα.

5 Η ποιότητα της Παιδείας δεν είναι μόνο ζήτημα χρηματοδότησης και πόρων, όπως υπερθεματίζουν κόμματα και συνδικάτα. Είναι εξίσου ζήτημα διοίκησης και οργάνωσης των εκπαιδευτικών μονάδων, ώστε να επιτυγχάνεται η μέγιστη αξιοποίηση των πόρων που διατίθενται. Με δεδομένη τη στενότητα που επιβάλλει η κρίση, η επιδίωξη της μέγιστης αποτελεσματικότητας συνδέεται με τον εκσυγχρονισμό των οργάνων διοίκησης των πανεπιστημίων και του εκπαιδευτικού συστήματος γενικότερα.

6 Οι απαντήσεις που δίνει το νομοσχέδιο στα κρίσιμα ζητήματα της διοίκησης των πανεπιστημίων, του Ασύλου, της ψήφου των φοιτητών και της αναδιάρθρωσης των σπουδών, με τη δημιουργία Σχολών και ένταξης σ’ αυτές των ομοειδών Τμημάτων, είναι βήματα τολμηρά, προς τη σωστή κατεύθυνση. Δεν ισχυρίζομαι ότι οι ρυθμίσεις που προβλέπονται δεν επιδέχονται βελτιώσεων. Σίγουρα όμως είναι μια ειλικρινής προσπάθεια εξόδου των πανεπιστημίων από το τέλμα και απαλλαγής τους από την κομματική κηδεμονία και τη συντεχνιακή λογική, που έχουν πολλαπλασιάσει τα φαινόμενα αναξιοκρατίας, οικογενειοκρατίας και διαφθοράς.

7 Αυταπατώνται όμως όποιοι πιστεύουν ότι η αποκατάσταση της ομαλής λειτουργίας των πανεπιστημίων μπορεί να γίνει συναινετικά. Οι κομματικές νεολαίες, κυρίως της Αριστεράς, καθώς και τα ακραία στοιχεία, που έχουν δημιουργήσει «άβατα» και «στέκια» μέσα στα πανεπιστήμια με την ανοχή ή και την προτροπή των προερχόμενων από την κομματική διαπλοκή πανεπιστημιακών οργάνων, θα αντιδράσουν. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αντί να υπερθεματίζει σε μέτρα που αναμορφώνουν τα πανεπιστήμια, σέρνεται σε μια μεμψίμοιρη και υποκριτική αποδοχή της αρχής του νομοσχεδίου, ενώ «κλείνει το μάτι» στους φοιτητοπατέρες και στις πανεπιστημιακές συντεχνίες, με τις δήθεν βελτιωτικές προτάσεις τους.

8 Αποτελεί πεποίθησή μου ότι η κοινωνία και οι υγιείς δυνάμεις πανεπιστημιακών και φοιτητών είναι ώριμες να στηρίξουν τις μεταρρυθμίσεις, που επιχειρούν να απαλλάξουν την Παιδεία από την κομματική κηδεμονία και τη συντεχνιακή λογική. Αλλαγές που στοχεύουν να προσδώσουν ουσιαστικό περιεχόμενο στις σπουδές και να συνδέσουν τα πανεπιστήμια με την κοινωνία και την οικονομία. Μόνο έτσι θα απελευθερωθούν οι δημιουργικές και παραγωγικές δυνάμεις του λαού μας, οδηγώντας και πάλι τη χώρα στον δρόμο της ανάπτυξης και της εθνικής αυτοπεποίθησης.

Ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος είναι πρώην υπουργός Παιδείας