Από το ψαροχώρι τηςΝέας Μηχανιώνας Θεσσαλονίκης µετακόµισε στο Σαντάνσκι της Βουλγαρίας, όπου άνοιξε ελληνική ταβέρνα, µεσπεσιαλιτέ αρνί σούβλας. Ο Αλέξανδρος Σαραφίδης, εκτός από ιδιοκτήτης καταστήµατος, εκµεταλλεύεται και ένα ξενοδοχείο στην πόλη της Νότιας Βουλγαρίας, όπου ρίζωσε για τα καλά µαζί µε δεκάδες άλλους Ελληνες.

Η οικογενειακή βιοτεχνία παραγωγής χαρτικών ειδών στη Θεσσαλονίκη δεν πήγαινε καλά, ο ανταγωνισµός και οι ακάλυπτες επιταγές τον «έπνιγαν» και στα τέλη της δεκαετίας του ‘90 πήρε τη µεγάλη απόφαση. Εφυγε οριστικά για τη Βουλγαρία, όπου χρόνο µε τον χρόνο κατάφερε να σταθεί και πάλι όρθιος. «Το µετάνιωσα που δεν έφυγα νωρίτερα. Οι δουλειές πηγαίνουν αρκετά καλά, η ζωή εδώ είναι ήρεµη, γενικά είµαι ευτυχισµένος. ∆εν βλέπω τον λόγο να επιστρέψω στην Ελλάδα», είπε στα «ΝΕΑ». Η ταβέρνα «Αλέξανδρος», που βρίσκεται στον κεντρικό πεζόδροµο της µικρής βουλγαρικής πόλης των 35.000

περίπου κατοίκων, αποτελεί το ελληνικό άτυπο «προξενείο», αφού όσοι ταξιδεύουν εκεί για ψώνια την επισκέπτονται και ενηµερώνονται από τον κ. Σαραφίδη για οτιδήποτε.

«Η Θεσσαλονίκη απέχει πλέον µία ώρα περίπου µε το αυτοκίνητο, ενώ στα σύνορα περνάς µόνο µε την επίδειξη της ταυτότητας. Εδώ υπάρχουν ακόµα επαγγελµατικές ευκαιρίες, αρκεί κάποιος να τις αναζητήσει», υπογραµµίζει.

Στο εστιατόριο και στο ξενοδοχείο ο 60χρονος επιχειρηµατίας απασχολεί 10 βούλγαρους υπαλλήλους, ενώ, όπως λέει, εκτός από χρήµατα απέκτησε φίλους και γνωστούς σε όλη την Ελλάδα, καθώς εκατοντάδες συµπατριώτες περνούν κάθε µήνα από το εστιατόριο και το ξενοδοχείο.

ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΖΩΗΣ στη γειτονική Βουλγαρία είναι σηµαντικά χαµηλότερο σε σχέση µε την Ελλάδα. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που οδήγησε συνταξιούχους, κυρίως από περιοχές της ελληνοβουλγαρικής µεθορίου, να επιλέξουννα εγκατασταθούν στη Βουλγαρία.Ο 72χρονος συνταξιούχος Χρήστος Ιγνατίου ξεκίνησε µια «δεύτερη» ζωή στη Βουλγαρία, όπου εγκαταστάθηκε µόνιµα πριν από 10 περίπουχρόνια, µετά τον θάνατο τηςσυζύγου του. «Με τη σύνταξη των 500 περίπου ευρώ στην Ελλάδα θα περνούσα δύσκολα. Οµως εδώ είµαι “προνοµιούχος”, αν σκεφθείκανείς ότι οι περισσότερες συντάξεις στη Βουλγαρία δεν ξεπερνούν τα 100 ευρώ». Ο «υψηλοσυνταξιούχος» στη Βουλγαρία Ελληνας από το Αγιοχώρι Σερρών έχει την ευχέρειανα ζει πολύ καλά στην πόλη Σαντάνσκι. Μια φορά τον µήνα επισκέπτεται το χωριό του για να εισπράξει τη σύνταξη.

«Οι φίλοι µου στην Ελλάδα µου λένε ότι ξανάνιωσα. Αποφάσισα να ζήσω τα υπόλοιπα χρόνια “ζωντανά” µακριά από την Ελλάδα,παρά να µελαγχολώ µε αναµνήσεις. Αλλωστε τα χρήµατα της σύνταξης µουτο επιτρέπουν», λέει στα «ΝΕΑ».

∆ιαφορετική είναι η περίπτωση του συνταξιούχου του ΙΚΑ Χάρη Χατζόπουλου από τη Σκοτούσα Σερρών.

Από το 1975 είχε επισκεφθεί εκατοντάδες φορές τηΒουλγαρία για δουλειές και γιααναψυχή, σε σηµείο που τηχαρακτήριζε δεύτερη χώρα του.

Προτού βγει στη σύναξη εµπορευόταν ρύζιαπό τον Νοµό Σερρών και, όπως λέει, γνωρίζει κάθε γωνιά της Βουλγαρίας, από ταχιονοδροµικά κέντρα του Μπάνσκοκαι του Παµπόροβο µέχρι τις παραλίες της Μαύρης Θάλασσας. Ταξιδεύει πολύ συχνά στη γειτονική χώρα, αφού, όπως λέει, µετα 750 ευρώ σύνταξη τον µήνα περνάει πολύ καλύτερα. «Πριν καθιερωθεί ο έλεγχος στα σύνορα µε τις ταυτότητες, είχα αλλάξει 8 διαβατήρια, αφού γέµιζαν από σφραγίδες. Ταξιδεύω σε όµορφα µέρη και στις δύο χώρες αντί να κλειστώ σε κάποιο καφενείο και αυτό µε ικανοποιεί», υπογραµµίζει.

Οι Ελληνες συνταξιούχοι είναι προνοµιούχοι στη Βουλγαρία

ΣΤΟ ΣΑΝΤΑΝΣΚΙ


«εδώ είµαι προνοµιούχος» λέει ο 72χρονος συνταξιούχος Χρήστος ίγνατίου που άρχισε µια δεύτερη ζωή στη βουλγαρία ∆εύτερη χώρα του χαρακτηρίζει τη βουλγαρία ο συνταξιούχος Χάρης Χατζόπουλος από τις Σέρρες «εδώ το κόστος ζωής είναι πολύ χαµηλότερο από την ελλάδα και οι τιµές καλύτερες», λέει σε άπταιστα ελληνικά ο ορθοδοντικός Λουντµίλ