Τα τραπέζια στις καφετέριες του κέντρου της Αθήνας μισογεμάτα και αυτά με τα στρωμένα τραπεζομάντιλα άδεια. «Τα περίπτερα κάνουν φέτος μεγαλύτερο τζίρο από τα εστιατόρια σε φαγώσιμα», λέει στα «ΝΕΑ» ο κ. Κωνσταντίνος Παπαζήκος, ιδιοκτήτης καφετέριας στην Πλάκα. Κι αν η Αθήνα άδειασε λόγω κρίσης και διακοπών, στην επαρχία τα παράπονα των καταναλωτών για τις υπηρεσίες, τις τιμές και την ποιότητα δεν έχουν τέλος.


Από την 1η Ιουλίου φέτος είναι υποχρεωτική η έκδοση απόδειξης λιανικής πώλησης με κάθε σερβίρισμα και δεν χρειάζεται πλέον ο πελάτης να περιμένει να συναντήσει το βλέμμα του σερβιτόρου το νεύμα του για να πληρώσει τον λογαριασμό.

«Οι περισσότερες καταγγελίες των καταναλωτών που βρίσκονται σε διακοπές εκτός Αθηνών αφορούν κυρίως τις αποδείξεις λιανικής πώλησης», επισημαίνει η κ. Παναγιώτα Καλαποθαράκου, αντιπρόεδρος της Ένωσης Καταναλωτών Ποιότητα Ζωής (ΕΚΠΟΙΖΩ).

«Αυτό είναι το συχνότερο παράπονο που έχει καταγραφεί με δεύτερο τη χρέωση του ψωμιού ανά άτομο. Μετά την κατάργηση του κουβέρ, πολλοί ιδιοκτήτες εστιατορίων χρεώνουν μέχρι και 2 ευρώ ανά άτομο το ψωμί που φέρνουν στο τραπέζι είτε θέλουν είτε όχι οι πελάτες. Γενικότερα τα παράπονα δεν αφορούν μόνο τις χρεώσεις αλλά και την ποιότητα του φαγητού και διαπιστώνουμε πολύ συχνά ότι οι καταναλωτές αγνοούν ακόμη τα δικαιώματα που έχουν, όταν θελήσουν να φάνε έξω χωρίς να το μετανιώσουν τις επόμενες ημέρες».

Σερβιτόροι- συλλέκτες

Οι επιγραφές στις ταβέρνες μπορεί να έχουν ακόμη και ιαπωνική μετάφραση για την προσέλκυση των τουριστών, όμως οι τιμοκατάλογοι, μολονότι πολύγλωσσοι, μοιάζει περισσότερο να διώχνουν παρά να προσελκύουν πελάτες, γι΄ αυτό και οι σερβιτόροι τα μεσημέρια κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να τους δελεάσουν.

Οι εικόνες στο κέντρο της Αθήνας τον Αύγουστο θυμίζουν τα Βλάχικα της Βάρης σε κοσμοπολίτικη έκδοση καθώς σε σπασμένα ιταλικά, γαλλικά, αγγλικά, ρωσικά, ακόμη και αραβικά και ιαπωνικά οι σερβιτόροι καλούν τους περαστικούς να προτιμήσουν τη δική τους εξυπηρέτηση, φαγητό και σκιά κάτω από τις κληματαριές, τα μπαλκόνια των νεοκλασικών και τις ομπρέλες.

«Ο κόσμος που αφήνει λεφτά στα εστιατόρια μετακινήθηκε στο Θησείο, στου Ψυρή και στο Γκάζι. Η Πλάκα και το Μοναστηράκι συγκεντρώνουν πια λίγους ξένους τουρίστες και περισσότερους ντόπιους. Όμως δεν υπάρχουν χρήματα και οι περισσότεροι προτιμούν να πάρουν τυποποιημένο φαγητό από τα περίπτερα ή να ψωνίσουν από τα σούπερ μάρκετ, παρά να χαλάσουν πενήντα ευρώ το ζευγάρι για να φάνε μαγειρευτά και ψητά», τονίζει ο κ. Παπαζήκος, δείχνοντας δίπλα του άλλο ένα κλειστό εστιατόριο και μία παρέα τουριστών που κοντοστέκεται στους τιμοκαταλόγους εστιατορίου και παρατηρεί τα φαγητά που υπάρχουν στη βιτρίνα του.

Μαθαίνουν την… κουζίνα

«Θέλαμε να κάνουμε μια βόλτα στην Πλάκα όπως μάς συνέστησαν από το ξενοδοχείο», λέει μία Γαλλίδα τουρίστρια που έφθασε μαζί με τους δύο γιους της στην Ελλάδα για να επισκεφθούν, κυρίως, το Νέο Μουσείο Ακρόπολης και να περάσουν ένα Σαββατοκύριακο στην Ύδρα με μία φιλική τους οικογένεια.

«Τα παιδιά προτιμούν το φαγητό των ξενοδοχείων και με τον άνδρα μου έχουμε προγραμματίσει να φάμε το βράδυ στο Σούνιο. Απλώς κοιτάμε τα είδη και τις τιμές για να μάθουμε καλύτερα την ελληνική κουζίνα». Πτώση στην κίνηση

«Η κίνηση είναι πεσμένη κατά 20% με 30% σε σχέση με πέρσι, αν και οι τιμές είναι ίδιες ή και χαμηλότερες», λέει ο κ. Νίκος Κασσιανός που εργάζεται 20 χρόνια σε παραδοσιακή ταβέρνα. Δίπλα στη βιτρίνα με τα μαγειρεμένα φαγητά διακρίνουμε το «Δελτίο Παραπόνων» που είναι υποχρεωμένοι να έχουν όλοι οι χώροι εστίασης.

«Όλα αυτά τα χρόνια δεν είχαμε κανένα παράπονο από πελάτες μας και είμαστε ανοιχτοί μεσημέρι- βράδυ για φαγητό», επισημαίνει ο κ. Κασσιανός «Εμείς παραπονιόμαστε που λιγοστεύουν οι τουρίστες γιατί πριν από 10 χρόνια περίμεναν ουρές για τραπέζι στην Πλάκα και τώρα παραγγέλνουν μία μερίδα καλαμάρι ή ένα χταπόδι, μία σαλάτα και πέντε μπίρες ή κρασί. Δουλεύουμε κυρίως με μόνιμη πελατεία, κυρίως Έλληνες».

Η ΧΡΕΩΣΗ ΤΟΥ ΨΩΜΙΟΥ

Μετά την κατάργηση του κουβέρ, πολλοί ιδιοκτήτες εστιατορίων χρεώνουν μέχρι και 2 ευρώ ανά άτομο το ψωμί