Εκτός ελέγχου είναι η κατάσταση σε κινεζικές επαρχίες που συνορεύουν με το Θιβέτ, καθώς χθες ξέσπασαν βίαια επεισόδια μετά τις ταραχές των προηγουμένων ημερών στη Γη των Θεών, τη Λάσα, κατά τις οποίες, σύμφωνα με πληροφορίες της εξόριστης θιβετιανής κυβέρνησης, σκοτώθηκαν τουλάχιστον 80 άνθρωποι και τραυματίστηκαν 200.
Καθώς στην πρωτεύουσα Λάσα έχει επιβληθεί απαγόρευση κυκλοφορίας και στους δρόμους κυκλοφορούν μόνο κινεζικά στρατιωτικά οχήματα με τα μεγάφωνα να επαναλαμβάνουν την προτροπή «Διακρίνετε τους εχθρούς από τους φίλους, διατηρήστε την τάξη», στις γειτονικές επαρχίες της Κίνας Σετσουάν, Τσινγκχάι και Κανσού Θιβετιανοί βγήκαν στους δρόμους πετώντας βόμβες μολότοφ, πυρπόλησαν αστυνομικό τμήμα και την κεντρική αγορά ενώ έκαψαν αρκετά περιπολικά και αυτοκίνητα. Οι δυνάμεις ασφαλείας επενέβησαν με δακρυγόνα και έκαναν αρκετές συλλήψεις. Οι ταραχές αυτές ακολούθησαν τα επεισόδια που είχαν ξεσπάσει το Σάββατο στο Θιβέτ, κυρίως έξω από μεγάλα βουδιστικά
ΠΛΗΘΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ
Η εξόριστη θιβετιανή κυβέρνηση υποστηρίζει πως σκοτώθηκαν τουλάχιστον 80 και 200 τραυματίστηκαν
μοναστήρια, οι μοναχοί των οποίων διαδήλωναν για την 49η επέτειο της διαφυγής του Δαλάι Λάμα από την κατεχόμενη από τους Κινέζους περιοχή. Οι κινεζικές αρχές κάνουν λόγο για 10 νεκρούς, αλλά οι Θιβετιανοί επιμένουν ότι υπάρχουν δεκάδες πτώματα έξω από τα μοναστήρια, όπου οι πιστοί διαδήλωναν φωνάζοντας συνθήματα όπως «Έξω η Κίνα» και «Ζήτω ο Δαλάι Λάμα». Έκκληση για έρευνα
Ο θρησκευτικός ηγέτης του Θιβέτ ζήτησε χθες να διεξαχθεί διεθνής έρευνα για την αιματηρή εξέγερση στη Λάσα, καταγγέλλοντας το «καθεστώς τρόμου» που έχει επιβάλει η Κίνα, την οποία κατηγόρησε για «πολιτιστική γενοκτονία». «Σας θερμοπαρακαλώ να ερευνήσετε, εάν αυτό είναι δυνατόν. Κάποιος διεθνής οργανισμός ας προσπαθήσει να ερευνήσει την κατάσταση στο Θιβέτ», τόνισε ο Δαλάι Λάμα, σε συνέντευξη Τύπου στην Νταραμσάλα της Ινδίας. «Είτε πρόκειται για εσκεμμένη πράξη, είτε όχι, έχει δρομολογηθεί μία πολιτιστική γενοκτονία και οι Θιβετιανοί αντιμετωπίζονται ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας». Πάντως απέφυγε να ζητήσει από τον υπόλοιπο κόσμο να μποϊκοτάρει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου. «Επιθυμώ να διεξαχθούν οι Ολυμπιακοί Αγώνες», είπε. «Ο λαός της Κίνας έχει ανάγκη να αισθάνεται περήφανος. Η Κίνα αξίζει να φιλοξενήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε στο Πεκίνο ότι οφείλει να είναι ένας ευυπόληπτος οικοδεσπότης των Αγώνων».
Σύμφωνα με εκπρόσωπο του Θιβετιανού Κέντρου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, οι χθεσινές διαδηλώσεις στην κινεζική επαρχία, που βρίσκεται σε απόσταση 1.000 χλμ. βορειοδυτικά της Λάσα, ξεκίνησαν όταν «χιλιάδες μοναχοί συγκεντρώθηκαν για να προσευχηθούν. Λίγο αργότερα, αυθόρμητα άρχισαν να φωνάζουν συνθήματα υπέρ της ανεξαρτησίας του Θιβέτ και της επιστροφής του Δαλάι Λάμα, με αποτέλεσμα να συνταχθούν χιλιάδες κάτοικοι της Νγκάουα, οι οποίοι κατευθύνθηκαν προς την έδρα της τοπικής κυβέρνησης».
Οι μαχητές μοναχοί
«Η ΚΙΝΑ υποβάθμισε την ηθική εξουσία των μοναχών», δηλώνει στην εφημερίδα «Corriere della Sera» ο Ίαν Μπουρούμα, ο συγγραφέας τού «Δυτικισμός: Η Δύση στα μάτια των άλλων», που γνωρίζει πολύ καλά την Ασία. «Στον βουδιστικό κλήρο», σημειώνει, «υπάρχει μακρά παράδοση μαχητικότητας. Δεν είναι αλήθεια ότι οι μοναχοί ασχολούνται μόνο με τον διαλογισμό και τίποτε άλλο. Ένοπλοι μοναχοί, οι οποίοι μάχονταν, υπήρξαν πάντα. Υπήρξαν στην Ιαπωνία και βέβαια στο Θιβέτ. Αποτελούν ένα πολύ δυνατό συλλογικό σώμα γιατί υπακούουν σε εσωτερικούς κανόνες με απόλυτη πειθαρχία. Το καθεστώς επιχείρησε να διεισδύσει, αλλά χωρίς επιτυχία». Σύμφωνα με τον Μπουρούμα, ο επί 50 χρόνια εξόριστος Δαλάι Λάμα, ασκεί μόνο πνευματική επιρροή στο Θιβέτ και δεν μπορεί να έχει καμία ανάμειξη στις διαδηλώσεις μοναχών και πολιτών. Από την άλλη πλευρά, το Πεκίνο βρίσκεται αντιμέτωπο με έναν σκληρό αλυτρωτισμό, καθώς εθνικισμός και βουδισμός συμπίπτουν στο Θιβέτ. «Το Πεκίνο είχε καταλάβει ότι εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων θα εκδηλώνονταν διαμαρτυρίες, αλλά έκανε το λάθος να πιστέψει πως θα μπορούσε να ελέγξει την κατάσταση. Οι αρχές αποδείχθηκαν πολύ αισιόδοξες: ο έλεγχος στη χώρα δεν είναι τόσο ολοκληρωτικός», υπογραμμίζει ο Μπορούμα. Σε ερώτηση αν η κινητοποίηση στο Θιβέτ μπορεί να προκαλέσει ένα φαινόμενο ντόμινο στην Κίνα σε περιοχές με αλυτρωτικές διεκδικήσεις, όπως το μουσουλμανικό Ξινγιάνγκ και η εσωτερική Μογγολία, ο Μπουρούμα απαντά: «Σε καμία άλλη περιοχή της Κίνας δεν υπάρχουν τόσο δυνατοί και οργανωμένοι θεσμοί όπως είναι ο βουδισμός του Δαλάι Λάμα. Το Θιβέτ είναι μια ξεχωριστή περίπτωση. Και η διεθνής κοινότητα δεν μπορεί να κάνει τίποτε, ίσως με εξαίρεση την Ινδία».
Μήλον της Έριδος στον αγώνα για την κυριαρχία
ΤΟ ΘΙΒΕΤ εδώ και δύο αιώνες αποτελεί μήλον της Έριδος στο πλαίσιο του αγώνα των μεγάλων δυνάμεων για την κυριαρχία στην Κεντρική Ασία. Τον 19ο αιώνα το διεκδίκησαν η βικτωριανή Αγγλία και η τσαρική Ρωσία. Το 1904, τελικά, βρετανική στρατιωτική δύναμη με επικεφαλής τον χαρισματικό εξερευνητή και στρατιωτικό Φράνσις Γιάνγκχασμπαντ εισέβαλε στο Θιβέτ και κατέλαβε την πρωτεύουσα Λάσα. Ακολούθησε ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ Βρετανίας και Θιβέτ, ένα έγγραφο το οποίο ορισμένοι Θιβετιανοί ιστορικοί θεωρούν ως αναγνώριση της ανεξαρτησίας αυτής της ορεινής περιοχής.
Η αυτοκρατορική Κίνα αντέδρασε στην εισβολή και άρχισε διπλωματικό αγώνα προκειμένου να διεκδικήσει το Θιβέτ. Τους προηγούμενους αιώνες οι ηγέτες του Θιβέτ αντιδρούσαν έντονα στην κυριαρχία της Κίνας, η οποία όμως είχε Υψηλό Επίτροπο στην περιοχή από το 1727.
Η Συνθήκη του Σίμλα το 1914 καθόρισε τα σύνορα του Θιβέτ στον ποταμό Γιανγκτσέ και τα Ιμαλάια, αν και η Κίνα ποτέ δεν σταμάτησε να το διεκδικεί. Τα 35 χρόνια που ακολούθησαν, το Θιβέτ δεν κατόρθωσε, παρά τις διπλωματικές κινήσεις του, να εξασφαλίσει τη διεθνή αναγνώριση του κράτους. Τελικά ο Μάο Τσε Τουνγκ διέταξε την «απελευθέρωση» του Θιβέτ από τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό το 1949-50. Το 1959 ο Δαλάι Λάμα διέφυγε στην Ινδία. Η CΙΑ χρηματοδότησε ένα αντάρτικο μέχρις ότου ο Ρίτσαρντ Νίξον αποφάσισε να βελτιώσει τις σχέσεις του με τον Μάο το 1969. Ο Δαλάι Λάμα εδώ και χρόνια έχει εγκαταλείψει την ιδέα της ανεξαρτησίας και ζητά την αυτονομία του Θιβέτ και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην περιοχή. Η Κίνα αρνείται πεισματικά να ανοίξει διάλογο μαζί του.







