Με ιπποτικά χειροφιλήματα, ευγενικές προπόσεις, ενθουσιώδη χειροκροτήματα και πλούσια γεύματα εορτάστηκε αυτήν την εβδομάδα στην Ουάσιγκτον η αποκατάσταση των σχέσεων των ΗΠΑ με αυτή που ο τότε υπουργός Άμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ είχε αποκαλέσει υποτιμητικά προ τετραετίας Γηραιά Ευρώπη.


Γνωστός για την αδυναμία του στην αμερικανική ποπ κουλτούρα, ο Νικολά Σαρκοζί απέδειξε την Τρίτη και την Τετάρτη πως νιώθει εξίσου άνετα με τα πομπώδη τελετουργικά τής Ουάσιγκτον. «Στις δύσκολες εποχές, οι φίλοι στέκονται ο ένας στο πλευρό του άλλου», διαβεβαίωσε τους Αμερικανούς νομοθέτες μιλώντας στο κατάμεστο Κογκρέσο. «Θέλω να είμαι φίλος, σύμμαχός σας και εταίρος σας», πρόσθεσε. Μια περισσότερο οικογενειακή ατμόσφαιρα ανέμενε χθες τη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, καθώς κατευθυνόταν προς το ράντσο του Αμερικανού προέδρου, στο Κρόφορντ του Τέξας.

Όπως στον Τόνι. Ο Τζορτζ Μπους επεφύλαξε στον Ν. Σαρκοζί και την Ά. Μέρκελ μια υποδοχή που μέχρι πρόσφατα μόνον ένας Ευρωπαίος ηγέτης- ο Τόνι Μπλερ- είχε εξασφαλισμένη. Όπως επισημαίνει ο «Εconomist», πίσω από όλη αυτή την εγκαρδιότητα υπάρχουν πράγματι κάποια σημαντικά σημεία σύγκλισης- υπάρχουν όμως και κάποια προβλήματα που αρνούνται να εξαφανιστούν. Και οι δύο Ευρωπαίοι επισκέπτες ανησυχούν για την ολοένα και μεγαλύτερη επιθετικότητα του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν σε μια σειρά θεμάτων, από την ενέργεια έως το Κόσοβο. Και οι δύο καλωσορίζουν την πρόσφατη μεταστροφή της κυβέρνησης Μπους προς την άποψη ότι η κλιματική αλλαγή είναι ένα σοβαρό πρόβλημα. Και οι δύο συνεισφέρουν στη μάχη εναντίον των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν. Και οι δύο δέχονται πως ίσως χρειαστεί να επιβληθούν σκληρότερες κυρώσεις στην Τεχεράνη προκειμένου να απαρνηθεί τις πυρηνικές φιλοδοξίες της.

Το κλίμα. Παράλληλα, ωστόσο, τόσο ο Ν. Σαρκοζί όσο και η κυρία Μέρκελ θέλουν να δουν μεγαλύτερη κινητοποίηση από πλευράς Ουάσιγκτον ως προς την κλιματική αλλαγή. Και δεν είναι σαφές αν όλος αυτός ο δεδηλωμένος ενθουσιασμός τους για περαιτέρω κυρώσεις αντανακλά μια ειλικρινή πίστη στην αναγκαιότητα να γίνει οτιδήποτε είναι απαραίτητο προκειμένου να πειθαρχήσει το Ιράν- ή μια προσπάθεια κατευνασμού τών (όσων) Αμερικανών γερακιών προωθούν μια στρατιωτική επίθεση εναντίον του Ιράν. Σε κάθε περίπτωση, Γαλλία και Γερμανία αναθερμαίνουν τις σχέσεις τους με την Ουάσιγκτον, ξεπερνώντας τα ρήγματα που προκάλεσε ο πόλεμος στο Ιράκ, με ορίζοντα τον επόμενο Αμερικανό πρόεδρο, ο οποίος θα είναι πιθανότατα και Δημοκρατικός. Ίσως να είναι ένας από τους λόγους που ο Φρανσουά Εσμπούρ, Γάλλος ειδικός σε θέματα ασφαλείας, επιμένει πως η συνάντηση που είχε ο Μπους στις αρχές της εβδομάδας με τον Τούρκο πρωθυπουργό Ταγίπ Ερντογάν ήταν πολύ πιο σημαντική από «τις τρυφερότητες που αντάλλαξε» με τον Γάλλο και τη Γερμανίδα.

Έδωσε μήνυμα ο Ερντογάν


Η αμερικανοτουρκική σύνοδος μπορεί να ματαίωσε ή να ανέβαλε μια μαζική τουρκική εισβολή στο Βόρειο Ιράκ. Το κυριότερο μήνυμα που έστειλε, ωστόσο, είναι πως σε έναν επικίνδυνο κόσμο, οι πολιτικοί ηγέτες των δύο αυτών χωρών έχουν βαθιά πεποίθηση ότι χρειάζονται ο ένας τον άλλον. Ο Ερντογάν δεν έχει την επιτήδευση του Σαρκοζί, ούτε το καθησυχαστικό στυλ της Μέρκελ.

Στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε μαζί με τον Μπους, ωστόσο, χρησιμοποίησε επανειλημμένως τις λέξεις «στρατηγικός εταίρος».

Ήταν ένα μήνυμα προς τους (εξοργισμένους από τη στάση των ΗΠΑ έναντι του ΡΚΚ) συμπατριώτες του ότι παρά την αποδυνάμωση των διμερών στρατιωτικών σχέσεων, η χώρα τους δεν μπορεί να κάνει χωρίς έναν φίλο που έχει μεγαλύτερη συναίσθηση του στρατηγικού ρόλου της Τουρκίας (και της σημασίας μιας φιλοδυτικής μουσουλμανικής χώρας) από ό,τι οι κάτοικοι των Παρισίων και του Βερολίνου.