Τον περασμένο αιώνα, θύματα γενοκτονίας ή απόπειρας γενοκτονίας υπήρξαν, μεταξύ άλλων, οι Αρμένιοι, οι Εβραίοι και οι Κούρδοι. Το μεγαλύτερο μέρος του περασμένου Οκτωβρίου, τα γεγονότα και οι πολιτικοί συνωμότησαν για να στρέψουν καθέναν από αυτούς τους τρεις λαούς εναντίον των άλλων. Τι μπορούμε να μάθουμε από αυτό το φιάσκο για την ανθρωπότητα;

Ας συνοψίσουμε: Μόλις ανακοινώθηκε η πρόταση να εγκρίνει ψήφισμα η Βουλή των Αντιπροσώπων στις ΗΠΑ για την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων το 1915, οι τουρκικές αρχές πολλαπλασίασαν τις απειλές τους να εισβάλουν στις περιοχές του Βόρειου Ιράκ που ελέγχονται από Κούρδους. Και πολλοί Αμερικανοεβραίοι βρέθηκαν διχασμένοι ανάμεσα στη συμπάθειά τους για τους καταπιεσμένους και τους σφαγιασθέντες και την αφοσίωσή τους στα κρατικά συμφέροντα του Ισραήλ, που διατηρεί μια στρατηγική συμμαχία με την Τουρκία και ιδιαίτερα με τις Ένοπλες Δυνάμεις της.

Για να φωτίσουμε αυτή τη ζοφερή εικόνα, θα πρέπει να κάνουμε κάποιες διευκρινίσεις: το 1991, στο Βόρειο Ιράκ, όπου μπορούσες ακόμα να δεις τα κουρδικά χωριά που είχαν δεχθεί επιθέσεις με χημικά, άκουσα τον Τζαλάλ Ταλαμπανί της Πατριωτικής Ένωσης του Κουρδιστάν να λέει ότι οι Κούρδοι θα πρέπει να απολογηθούν στους Αρμενίους για τον ρόλο που έπαιξαν στη διάρκεια της γενοκτονίας τους, ως όργανα επιβολής του νόμου υπέρ της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο Ταλαμπανί, που επανέλαβε πολλές φορές αυτή τη δήλωση, είναι σήμερα πρόεδρος του Ιράκ και συνυπεύθυνος για τις τουρκικές επιθέσεις της περασμένης εβδομάδας.

Άλλη μία διευκρίνιση: Πολλοί από εμάς που υποστηρίζουμε τα δικαιώματα των Κούρδων έχουμε πολλές επιφυλάξεις για το ΡΚΚ, μια οργάνωση που προσπαθεί, εντελώς ανεύθυνα, να εκμεταλλευθεί τη νέα ζώνη ελευθερίας στο ιρακινό Κουρδιστάν διευκολύνοντας τις δυνάμεις εκείνες στον τουρκικό στρατό που θέλουν να αναστήσουν τον κεμαλικό σοβινισμό απέναντι στην κυβέρνηση Ερντογάν, την οποία θεωρούν υποχωρητική στα κουρδικά ζητήματα.

Η υπόθεση της Γενοκτονίας των Αρμενίων είναι παλιά και θα έπρεπε να την έχουμε αναγνωρίσει δεκαετίες πριν. Τώρα, ένας φοβισμένος Λευκός Οίκος δέχεται έντονες πιέσεις από την Άγκυρα, αντί να συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Μάλιστα, όλοι φαίνεται να έχουν ξεχάσει την άρνηση το 2003 των τουρκικών αρχών να επιτρέψουν τη χρήση βάσεων του ΝΑΤΟ στο έδαφός τους προκειμένου να απομακρυνθεί ο Σαντάμ Χουσεΐν. Ας ξεκαθαρίσουμε λοιπόν μερικά πράγματα. Η Ε.Ε., στην οποία η Τουρκία έχει υποβάλει αίτηση ένταξης με τη θερμή υποστήριξη των ΗΠΑ, επιμένει στην αναγνώριση της κουρδικής γλώσσας και των πολιτικών δικαιωμάτων των Κούρδων στην Τουρκία. Εμείς δεν μπορούμε να ζητήσουμε κάτι λιγότερο. Και βέβαια υπάρχει πάντα το θέμα της Κύπρου, στην οποία η Τουρκία διατηρεί κατοχικές δυνάμεις, γεγονός το οποίο ο ΟΗΕ έχει επανειλημμένα καταδικάσει. Η Τουρκία θα πρέπει να περιορίσει την αλαζονεία της. Κάνουμε χάρη στον εκδημοκρατισμό και τον εκσυγχρονισμό της Άγκυρας με το να επιμένουμε να αποσύρει τα στρατεύματά της από την Κύπρο, να απομακρύνει τις δυνάμεις της από τα σύνορα με το Ιράκ, να αντιμετωπίσει την ιστορική αλήθεια για τους Αρμενίους και να σταματήσει να δρα λες και το οθωμανικό σύστημα βρίσκεται ακόμα σε ισχύ.

Το άρθρο του Βρετανού δημοσιογράφου Κρίστοφερ Χίτσενς δημοσιεύθηκε στο ηλεκτρονικό περιοδικό «Slate».